Στη μελέτη των αρχαίων οστών εμβαθύνει νέα επιστημονική μέθοδος
Shutterstock
Shutterstock
Αρχαιολογία

Στη μελέτη των αρχαίων οστών εμβαθύνει νέα επιστημονική μέθοδος

Στη μελέτη των αρχαίων οστών εμβαθύνει νέα επιστημονική μέθοδος με σκοπό την διεύρυνση των πληροφοριών για την εξέλιξη του ανθρώπου. Δεδομένου ότι τα οστά μπορούν μεν να παρέχουν όλες τις πληροφορίες για τη ζωή των αρχαίων πληθυσμών, όπως τι έτρωγαν, τις αναπαραγωγικές τους συνήθειες, τις ασθένειές τους και τις μεταναστεύσεις τους.

Ωστόσο, οι πληροφορίες που μπορούν να δώσουν τα οστά περιορίζονται –κάθε φορά– από το πόσο κολλαγόνο διατηρείται σε αυτά. Γι' αυτό και η μελέτη της ιταλικής επιστημονικής ομάδας εστιάζει στην ποσοτικοποίηση και χαρτογράφηση, σε υψηλή ανάλυση, της παρουσίας (στα οστά) του κολλαγόνου, της πρωτεΐνης που είναι απαραίτητη για την απόκτηση νέων πληροφοριών για την εξέλιξη του ανθρώπου. Με την νέα μέθοδο να αναμένεται να συμβάλει στην αρχαιολογία.

Με την νέα μέθοδο, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, οι ερευνητές χρησιμοποιούν μια κάμερα σε συνδυασμό με την υπερφασματική απεικόνιση στο εγγύς υπέρυθρο, για να ανιχνεύσουν τη μέση περιεκτικότητα σε κολλαγόνο στα παρατηρούμενα δείγματα. Ο χρόνος που απαιτείται είναι μόλις λίγα λεπτά.

Όσο για την εν λόγω τεχνική, αναμένεται να υποστηρίξει την επιλογή δειγμάτων που θα υποβληθούν σε ανάλυση με ραδιοάνθρακα για τη ραδιοχρονολογησή τους, που σε αρκετές περιπτώσεις μέχρι τώρα δεν ήταν δυνατή, λόγω κακής διατήρησης.

«Τα αποτελέσματά μας θα προσφέρουν σημαντική πρόοδο στη μελέτη της ανθρώπινης εξέλιξης, καθώς θα είμαστε σε θέση να ελαχιστοποιήσουμε την καταστροφή πολύτιμου οστικού υλικού, που τελεί υπό την προστασία και την ανάδειξη της ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς και έτσι θα μας επιτρέψουν να πλαισιώσουμε το πολύτιμο υλικό παρέχοντας μια ακριβή ημερολογιακή ηλικία», αναφέρει η Σάρα Ταλάμο, εκ των συγγραφέων της μελέτης και διευθύντρια του εργαστηρίου Ραδιοχρονολόγησης BRAVHO στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνιας.

Η μελέτη δημοσιεύεται στο περιοδικό «Communications Chemistry» του ομίλου Nature. Τον συντονισμό της έρευνας είχε η καθηγήτρια Σάρα Ταλάμο, για την εκπόνησή της συνεργάστηκαν επιστήμονες από τα Πανεπιστήμια της Μπολόνιας και της Γένοβας.