Τι επικρατεί στο εργαστήριο του γλύπτη εκτός της δημιουργίας και σε τι διαφέρει από το εργαστήριο του ζωγράφου; Πώς αποτυπώνεται φωτογραφικά, πλέον, το ελληνικό τοπίο στη φυσική και όχι στην αστική εκδοχή του; Ποια η σημασία της ρωσικής πρωτοπορίας; Ερωτήματα σαν αυτά διερευνώνται στις εκθέσεις που πραγματοποιούνται στους χώρους του MOMus στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα.
Άρτια δομημένη είναι η έκθεση «Το εργαστήριο του γλύπτη» που φιλοξενείται (έως 11/9) στο ΜOMus-Μουσείο Άλεξ Μυλωνά (Αθήνα, Θησείο) και μας εισάγει στο δημιουργικό σύμπαν του εκάστοτε γλύπτη, έναν χώρο όπου εκτός της δημιουργίας αποτυπώνονται η καθημερινότητά τους, οι σχέσεις μαθητείας, φιλίας, συμπόρευσης και πορείας τους, και κυριαρχεί ο ήχος εργαλείων.
Αν και στους χώρους του μουσείου επικρατεί σιωπή, μπορούμε να αφουγκραστούμε αυτούς τους θορυβώδεις ήχους παρατηρώντας τα καρφιά, τα πριόνια και τα σφυριά, μεταξύ άλλων εργαλείων, στον πάγκο εργασίας του Κλέαρχου Λουκόπουλου (1906-1995). Ήχοι –θα λέγαμε– όμοιοι του κλάματος του νεογέννητου, αν παραλληλίσουμε τη δημιουργία των έργων με τον τοκετό. Ήχοι μικρότερης έντασης, ενίοτε σιωπηλοί, επικρατούν στο εργαστήριο του ζωγράφου, αναλόγως των εργαλείων που χρησιμοποιεί.
Σε αμφότερες περιπτώσεις τον λόγο έχει η δημιουργία. Στην έκθεση στο MOMus-Μουσείο Άλεξ Μυλωνά παρατηρούμε έργα, προπλάσματα, εργαλεία και αρχειακό υλικό από το χώρο καλλιτεχνικής έκφρασης Ελλήνων γλυπτών, δημιουργώντας τους δικούς μας συνειρμούς. Όπως με τον «Κάκτο» (1990) του Μέμου Μακρή (1913-1993) που μας παραπέμπει στην εικόνα δύο γονέων που στέκουν προστατευτικά δίπλα στο παιδί τους. Έργο-ύμνος στη μητέρα θα μπορούσε να θεωρηθεί το γλυπτό «Καθιστή γυναικεία μορφή (Μάνα)» του Χρήστου Καπράλου (1909-1993), ο οποίος την έχει αποδώσει καθισμένη, με σκυφτό το κεφάλι, σαν να έχει «γονατίσει» αλλά να προσπαθεί να σηκωθεί.
Από την πρωτεύουσα περνάμε στη συμπρωτεύουσα και κάνουμε «στάση» στο MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, όπου παρουσιάζεται (έως 28/8) η έκθεση «landscape stories» με έμφαση σε φωτογραφίες που τραβήχτηκαν τις δύο τελευταίες δεκαετίες από νέους Έλληνες φωτογράφους, και εστιάζουν στην απαθανάτιση του ελληνικού, φυσικού τοπίου, εγείροντας προβληματισμούς που αφορούν στην προστασία του περιβάλλοντος, στην εμπλοκή του τοπίου με την ιστορία και το μύθο, ανάμεσα σε άλλα.
Τη ματιά μας ξεκουράζει μία φωτογραφία της Ηλιάνας Μεϊντάνη. Αποτυπώνει μία γυναίκα ντυμένη στα μαύρα, που μόλις έχει περπατήσει δυο βήματα μέσα σε μία λίμνη. Η ξανθή κόμη της γυναίκας δένει αρμονικά με τα καλάμια που απλώνονται μπροστά της, η όλη μορφή της αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του τοπίου ενώ η κίνησή της με τα χέρια προς τα πίσω παραλληλίζεται με την αντίστοιχη του πουλιού προτού πετάξει ή των φτερών της πάπιας καθώς διασχίζει τη λίμνη.
Ενδιαφέρουσες είναι και οι εκθέσεις που φιλοξενούνται στους υπόλοιπους χώρους του MOMus. Οι επισκέπτες της έκθεσης «Κοινό Κτήμα: Δωρεές-Αγορές» (MOMus-Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, έως 25/9) θα γίνουν κοινωνοί του συλλογικού και επικοινωνιακού χαρακτήρα της σύγχρονης τέχνης που εκφράζεται με τις μορφές της ζωγραφικής, της φωτογραφίας, της γλυπτικής, της χαρακτικής, των νέων μέσων και των ψηφιακών εφαρμογών, μέσα από έργα τέχνης που περιήλθαν στην κατοχή του MOMus στο σύνολό του μέσα στα τρία χρόνια από τη συγκρότησή του. Όσο για τη «ρωσική Πρωτοπορία» και τη σημασία της, ξετυλίγεται στις εκθέσεις «Οργανική Τέχνη. H Πρωτοπορία στο Πέτρογκραντ» (έως 26/2/2023) και «Ένα σύντομο ταξίδι στη ρωσική Πρωτοπορία» (έως 30/10) που παρουσιάζονται στο MOMus-Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης-Συλλογή Κωστάκη, και μεταξύ άλλων επικεντρώνονται στο έργο ιδιαίτερα γνωστών και μελετημένων γυναικών καλλιτεχνών του καλλιτεχνικού ρεύματος από τις δεκαετίες 1900-1930: Ελένα Γκουρό, Ξένια Έντερ, Μαρία Έντερ, Λιουντμίλα Ιβάνοβα, Νατάλια Ένμαν.