Ευνοϊκή η συγκυρία για την επιστροφή των Γλυπτών

Ευνοϊκή η συγκυρία για την επιστροφή των Γλυπτών

Η συζήτηση του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον, γίνεται σε μια ιδιαίτερη συγκυρία, που είναι προς όφελος της χώρας μας. Όποια και αν είναι η απάντηση του Βρετανού ομολόγου του, ο κ. Μητσοτάκης έχει επιλέξει σωστή στιγμή για να κάνει την κίνησή του.

Η Ελλάδα έχει κατακτήσεις τους τελευταίους μήνες στο εθνικό ζήτημα της επιστροφής των Παρθενώνειων Γλυπτών. Κορυφαία, η απόφαση στη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Επιστροφή των Πολιτιστικών Αγαθών στις χώρες προέλευσης, με την οποία το Ηνωμένο Βασίλειο πιέζεται να αντιμετωπίσει με δείγματα καλής θέλησης το θέμα.

Η Marlen Taffarello Godwin, υπεύθυνη επικοινωνίας της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, λέει στο Liberal.gr πως αυτή η απόφαση της επιτροπής, μιας επιτροπής που ανήκει στην UNESCO, χαροποιεί όλους, καθώς «η Ελλάδα έκανε μια εξαιρετική παρουσίαση, το Ηνωμένο Βασίλειο έκανε μια μη παρουσίαση. Η απόφαση δε θα μπορούσε να είναι παρά ομόφωνη, καθώς η Βρετανία παρουσίασε τον εαυτό της ως παντοδύναμη παρά ως μια χώρα που γνωρίζει ότι χρειάζεται τη συνεργασία πολλών περισσότερων χωρών ώστε να συνεχίσει το έργο της ως κορυφαίας στην παγκόσμια κληρονομιά και τον πολιτισμό. Μια στάση που μπορεί να λειτουργούσε ακόμα το 1984, αλλά όχι σήμερα».

Η κα Ταφαρέλλο- Γκόντγουιν στέκεται ιδιαίτερα στις κλειστές αίθουσες των παρθενώνειων γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο. Όταν τους τηλεφώνησε, της είπαν πως η επαναλειτουργία δε θα αργούσε. Αυτά έγιναν τον περασμένο Ιούνιο. Βρισκόμαστε στον Νοέμβριο και οι αίθουσες εξακολουθούν να μην είναι επισκέψιμες.

«Είμαστε εντελώς σοκαρισμένοι από το χρόνο που χρειάζεται» λέει. «Τα ερωτηματικά μας σχετικά με την έλλειψη ελέγχων για το μικροκλίμα των αιθουσών υπάρχουν εδώ και αρκετό καιρό. Το Bρετανικό Mουσείο είναι ένα παλιό κτίριο ...οπότε είναι κατανοητό ότι πρέπει να συντηρηθεί. Αυτό που είναι σοκαριστικό είναι ότι πιστεύουν πως κανείς δε θα το προσέξει»

Η Βρετανική επιτροπή θυμίζει στο Βρετανικό Μουσείο πως σε μία από τις αίθουσες έχουν επιστρατευθεί κατά το παρελθόν μέχρι τεράστιες θερμάστρες λόγω της υγρασίας από τη στέγη που παρουσιάζει διαρροές. Ή, το προηγούμενο καλοκαίρι, όταν έκανε ζέστη, είχαν την πόρτα της εξόδου ανοιχτή για αερισμό – αυτά σε ένα μουσείο παγκόσμιας κλάσης του 21ου αιώνα! Και όταν αναλογιστεί κανείς ότι το Bρετανικό Mουσείο θεωρεί τα γλυπτά ως ένα εμβληματικό δημιούργημα στις συλλογές του, είναι ασυγχώρητο.

Για την κα. Ταφαρέλλο- Γκόντγουιν, το αίτημα πρέπει να είναι ένα: «Γιατί να μην προχωρήσουν οι Βρετανοί σε διάλογο με τους Έλληνες συναδέλφους τους ώστε να βρεθεί δρόμος προς τα εμπρός. Ας το συζητήσουν έστω ως μουσείο προς μουσείο, με το Μουσείο Ακρόπολης. Αλλά φυσικά το Βρετανικό Μουσείο θα πρέπει να εγκαταλείψει την άποψη ότι η Ελλάδα πρέπει να αναγνωρίσει την κυριότητα του Ηνωμένου Βασιλείου επί των γλυπτών που αφαίρεσε ο Έλγιν. Αυτό δεν μπορεί να το κάνει η Ελλάδα, και το Βρετανικό Μουσείο το γνωρίζει.»

«Υπάρχει ένα τεράστιο κύμα πρόσθετης υποστήριξης από πολλές χώρες και αυτό οφείλεται στο ότι πολλοί αναγνωρίζουν πως πρόκειται απλώς για παιχνίδια εξουσίας. Δεν πρόκειται για πολιτισμό, κληρονομιά ή αγάπη για τα γλυπτά. Ένα έθνος αποφασίζει τι είναι καλύτερο για την κληρονομιά ενός άλλου έθνους. Δεν εξετάζει τι σημαίνουν τα γλυπτά. Για το Ηνωμένο Βασίλειο πρόκειται απλώς για μια υπεροχή. Όπως όλοι γνωρίζουμε μια τέτοια στάση είναι επικίνδυνη.»

Η δημιουργία του Μουσείου Ακρόπολης άλλαξε τα δεδομένα, τις εντυπώσεις, τα πάντα. Από τη στιγμή που εγκαινιάστηκε, όλη η οικουμένη κατανοεί πως αυτό το βραβευμένο μουσείο μπορεί να υποδεχτεί τα μάρμαρα του κορυφαίου μνημείου της Αθήνας, του Παρθενώνα. «Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα ανήκουν στον Παρθενώνα και ως τέτοια θα ανήκουν πάντα στον Παρθενώνα» λέει. «Κανένας αρχαιολόγος, συγγραφέας, πολιτικός, που σέβεται τον εαυτό του δε θα μπορούσε να διαφωνήσει.» Και προσθέτει ένα εξαιρετικό επιχείρημα:

Οι επισκέπτες στις αίθουσες όπου εκτίθενται τα γλυπτά, δεν κατανοούν την ιστορία τους. Ενώ οι επισκέπτες στον τελευταίο όροφο του Μουσείου της Ακρόπολης έχουν μια εντελώς διαφορετική εμπειρία, μια εμπειρία ολιστική!

Μεγάλο ρόλο θα παίξει η μείωση των επισκεπτών στο Βρετανικό Μουσείο, που η συνομιλήτριά μας επισημαίνει πως ήδη φαίνεται. Και πρέπει να συνυπολογίσουμε πως η πρόσβαση, χάρη στο κληροδότημα Τέρνερ, είναι δωρεάν. Και επίσης, αν η Μεγάλη Βρετανία θέλει να αναγνωριστεί ως σημαντικός παγκόσμιος «παίκτης» θα πρέπει να επιστρέψει τα κλεμμένα γλυπτά.

Από όταν η Ελλάδα βρήκε τη δική της φωνή το 1821, διαλαλεί ότι αυτά τα γλυπτά μπορεί να είναι κατακερματισμένα, αλλά η συν-έκθεσή τους και μάλιστα με άμεση θέαση του Παρθενώνα είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο η ανθρωπότητα στο σύνολό της μπορεί να αποτίσει φόρο τιμής για τη σημασία και την αξία τους. Παρέχουν αυτή την ολιστική εμπειρία, ως ένα μακροχρόνιο μάθημα πολιτιστικής διπλωματίας.

Η απάντηση του Ηνωμένου Βασιλείου μετά τη Διακυβερνητική Επιτροπή, μοιάζει για άλλη μια φορά σαν αντίδραση ενός αποικιακού έθνους που δεν πιστεύει ότι μπορεί να υπάρξει χωρίς τις κατακτήσεις του και επαναλαμβάνει τα ίδια, κουρασμένα λόγια «νομιμότητας» και παγκόσμιων πολιτισμών κάτω από την ίδια στέγη.» καταλήγει η κα Ταφαρέλλο.

Όπως βλέπουμε, θίγει το ζήτημα των «αυτοκρατορικών» μουσείων, των μουσείων, δηλαδή, που απέκτησαν με μη νόμιμους τρόπους την πλειονότητα των εκθεμάτων τους. Η Μεγάλη Βρετανία φοβάται πως αν επιστρέψει στην Ελλάδα τα έργα του Φειδία και των μαθητών του, θα πυροδοτήσει αντιδράσεις που θα οδηγήσουν στο να αδειάσουν τα μουσεία της και ιδίως το Βρετανικό.

Γι’ αυτό και ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνάντησή του με τον Μπόρις Τζόνσον θα αντιπροτείνει σημαντικές περιοδικές εκθέσεις, ώστε να γεμίζουν με εξαιρετικές ελληνικές αρχαιότητες οι αίθουσες των γλυπτών, που θα αδειάσουν με την επιστροφή.

Πάντως, το Βρετανικό Μουσείο είπε πρόσφατα πως θα επιστρέψει τα διεκδικούμενα επί χρόνια «χάλκινα του Μπενίν». Είναι μια απόφαση που την πήρε ύστερα από πιέσεις που ασκούνται διεθνώς για τα τέχνεργα από τη Νιγηρία, τα οποία κατέχουν το Βρετανικό Μουσείο και το γερμανικό Εθνογραφικό Μουσείο του φόρουμ Χούμπολτ στο Βερολίνο. Το δεύτερο, έχει πει επίσης ότι θα πράξει το ίδιο.

Η θέση του Βρετανικού Μουσείου θα γίνεται ολοένα και πιο αδύναμη όσο διεθνώς μεγάλα μουσεία θα επιστρέφουν έργα τέχνης που αποκτήθηκαν στους καιρούς της αποικιοκρατίας. Είναι κι αυτή μια συζήτηση που επίσης ευνοεί την Ελλάδα στο αίτημά της, αλλά ακόμη δεν έχει κορυφωθεί. Η υπομονή θα πρέπει να είναι εφεξής ένα από τα κύρια προσόντα μας.