Ανέκαθεν οι κάτοικοι της Αθήνας έλεγαν «το νερό, νεράκι». Χιλιετίες πριν η ΕΥΔΑΠ σε συνεργασία με το υπουργείο Πολιτισμού και η περιφέρεια της Αθήνας αποφασίσουν να αξιοποιήσουν ένα αρχαίο υδραγωγείο ηλικίας σχεδόν 19 αιώνων, το Αδριάνειο, είχαν ξεκινήσει οι προσπάθειες υδροδότησης της πόλης καθώς ήταν «ξηρά πάσα η γη και ουκ ένυδρος», όπως έγραψε και ο Ηρακλείδης ο Κριτικός (Γ’ π.Χ. αιώνας).
Η αρχαιολογική έρευνα έχει εντοπίσει τουλάχιστον 13 επιτυχημένες προσπάθειες δημιουργίας υδραγωγείων με τη μεταφορά νερού από τα γύρω βουνά, που ξεκίνησαν κιόλας από τη δεύτερη χιλιετία π.Χ. με αρχαιότερο το Πελασγικό υδραγωγείο.
Με πήλινους σωλήνες, μετέφερε νερό από τον Υμηττό (Καισαριανή) στην περιοχή της Ακρόπολης. Στην περιοχή της Ακρόπολης δόθηκε και η μυθολογική μάχη ανάμεσα στη θεά Αθηνά και τον Ποσειδώνα, για την κατοχή της πόλης.
Το πρόβλημα της λειψυδρίας ούτε σε επίπεδο μυθολογίας μπόρεσε να λυθεί. Στην αρχή, οι πηγές (περίφημες της Καλλιρρόης του Ιλισού και η Κλεψύδρα, η Άγλαυρος, οι πηγές του Ασκληπιείου, η Ερεχθηίδα Θάλασσα στις πλαγιές του βράχου της Ακρόπολης) και τα ποτάμια (Κηφισός, Ιλισός, Ηριδανός) έδωσαν τη λύση.
Σύντομα, η λύση αυτή αποδείχτηκε ανεπαρκής. Ο επιγραμματοποιός και ποιητής Καλλίμαχος (310 – 240 π.Χ.) έλεγε ότι ούτε τα ζώα καταδέχονταν να πιούν το βρόμικο νερό του Ηριδανού, ενώ ο Κηφισός και ο Ιλισός στέρευαν τα καλοκαίρια. Τα πηγάδια ήταν το επόμενο βήμα: Έχουν εντοπιστεί έντεκα που ανοίχτηκαν γύρω στον ΙΑ’ π.Χ. αιώνα και άλλα 62 αργότερα (ανάμεσά τους τα κτιστά πηγάδια της Φρεαττύδας), κάθε φορά σε μεγαλύτερο βάθος.
Ο αθηναιολάτρης Ρωμαίος αυτοκράτορας, Πούμπλιος Αίλιος Αδριανός (76 – 138), είναι αυτός που χάρισε στην Αθήνα ένα σπουδαίο δίκτυο, το Αδριάνειο Υδραγωγείο, κατά τη ρωμαϊκή εποχή. Ανέβηκε στον θρόνο της Ρώμης στα 117 κι επισκέφτηκε την Αθήνα στα 125 και στα 128. Εδραίωσε την τεράστια αυτοκρατορία και ενίσχυσε την άμυνά της. Και παρ’ όλο που ο ίδιος ήταν στρατιώτης αφιερώθηκε σε ειρηνικά έργα, έδωσε ώθηση στη βιομηχανία, προστάτευσε τις τέχνες και τα γράμματα, προχώρησε σε έργα οδοποιίας και δημιούργησε υδραγωγεία στις μεγάλες πόλεις.
Ένα από τα υδραγωγεία του, ξεκίνησε να κτίζεται στην Αθήνα στα 130, ολοκληρώθηκε στα 150 από τον Αντωνίνο τον Ευσεβή (κατ’ άλλους, κατασκευάστηκε ανάμεσα στα 125 και 140, ενώ τρίτοι το χρονολογούν ανάμεσα στα 134 και 140). Ο Αδριανός αναδείχτηκε μεγάλος ευεργέτης της Αθήνας, την οποία κόσμησε με πολλά δημόσια κτίρια. Στην πραγματικότητα, δημιούργησε μια νέα πόλη πλάι στην παλιά. Ξεκινούσε από την «Πύλη του Αδριανού» και εκτεινόταν ως τον Ιλισό ποταμό. Η παροχή νερού σ’ αυτή τη νέα πόλη ήταν και η αιτία της κατασκευής του υδραγωγείου του.
Η Εφη Νεστορίδη, τότε διευθύντρια Σχεδιασμού και Ανάπτυξης της ΕΥΔΑΠ και κατόπιν γενική διευθύντρια συντονισμού και υποστηρικτικών λειτουργιών, σημειώνει σε παλαιότερο άρθρο της www.urbanspeleology.blogspot.gr πως το υδραγωγείο «αποτελείται ουσιαστικά από μια υπόγεια σήραγγα με συνολικό μήκος περί τα 25 χλμ., η οποία σκάφτηκε όλη με τα χέρια.
Το έργο κατασκευάστηκε με διάνοιξη 465 φρεατίων (από 10 μέχρι 42 μ. βάθος) κατά μήκος της χάραξης. Από κάθε δύο γειτονικά φρεάτια, έσκαβαν την σήραγγα ταυτόχρονα από το ένα στο άλλο μέχρι συναντήσεως (μέθοδος ΚΑΝΑΤ). Τα φρεάτια γενικά ήταν σε αποστάσεις από 33 μ. μέχρι 38 μ. το ένα από το άλλο, και πολλά εντοπίζονται εύκολα, ακόμα και σήμερα σε διάφορα σημεία κατά μήκος της χάραξης.
Οι αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι η σήραγγα σκάφτηκε από σκλάβους χρησιμοποιώντας απλά εργαλεία λάξευσης της πέτρας όπως το σφυρί και το καλέμι. Επίσης, μπορεί να χρησιμοποιούσαν αρχικά την φωτιά, για να θερμαίνουν την επιφάνεια του βράχου και να την ψύχουν απότομα με κρύο νερό, δημιουργώντας έτσι μικρορήγματα στον βράχο».
Στη συνέχεια, όπως σημειώνει, «έβαζαν νερό με ασβέστη στα ρήγματα, ο οποίος λόγω της χημικής αντίδρασης, διογκωνόταν και τα μεγάλωνε. Επίσης, πιθανώς χρησιμοποιούσαν επίπεδα ξύλα και βαρίδια ή / και χάλκινα σωληνάκια, γεμάτα νερό, με γυάλινα δοχεία στα άκρα, ώστε να ορίζουν το επίπεδο και να καθορίζουν την πορεία και το βάθος της σήραγγας».
Η κα Νεστορίδη αναφέρει ότι το υπόγειο υδραγωγείο ήταν ευάλωτο σε δολιοφθορά στα σημεία όπου υπήρχαν τα φρεάτια, γι’ αυτό μετά την κατασκευή του έργου, πολλά από αυτά σφραγίστηκαν και άλλα κρύφτηκαν με παραλλαγή. Όταν ανακαλύφθηκε ξανά προς τα τέλη του 1800, βρέθηκαν μόνο 366 φρεάτια. Σήμερα παραμένουν περίπου 130 φανερά φρεάτια σε δημόσιους χώρους ή ιδιοκτησίες. Ενδέχεται να υπάρχουν περισσότερα, καλυμμένα με μεταλλικά καπάκια επί του οδοστρώματος κάποιων δρόμων.
Το Αδριάνειο ήταν σχεδιασμένο να μαζεύει νερό κατά μήκος όλης της χάραξης με πολλά μικρά υδρομαστευτικά έργα όπως πηγάδια συνδεδεμένα σε αυτό με υπόγειες σήραγγες ή / και μικρά υδραγωγεία (παρακλάδια) που μετέφεραν νερό από άλλες πηγές (Κεφαλαρίου - Κοκκιναρά, Αττικού Κηφισού, Βαρβάρας - Λυκόβρυσης, Ψαλιδίου, Χαλανδρίου, κ.α.).
Τα έργα συμβολής συνήθως συμπεριλάμβαναν δεξαμενές καθίζησης ή φρεάτια υπερχείλισης που προστάτευαν το υπόγειο έργο από φερτά και αυξημένη θολότητα (βλέπε παραπάνω, τη συμβολή Χαλανδρίου).
«Η χάραξη της σήραγγας ξεκινά από την περιοχή του Ολυμπιακού Χωριού (Αχαρναί) σε υψόμετρο 250 μ. περίπου (οι πηγές από 300 μέχρι 400 μ.) και αρχικά μετέφερε νερό με βαρύτητα σε λιθόκτιστη δεξαμενή στο λόφο του Λυκαβηττού σε υψόμετρο 135 μ.», σύμφωνα με την κα Νεστορίδη.
«Από εκεί γινόταν διανομή και το νερό έφτανε στη ρωμαϊκή συνοικία σε υψόμετρο 90 μ. Η σήραγγα, που δεν είχε λιθόκτιστη επένδυση σε όλα τα τμήματα, διέθετε μέσο πλάτος 50 εκ. και μέσο ύψος 1.23 μ., ενώ η αρχαία δεξαμενή είχε διαστάσεις 26 μ. μήκος, 9.5 μ. πλάτος και 2 μ. ύψος, και χωρητικότητα γύρω στα 500 κυβικά μέτρα νερού, ικανή να καλύψει όλη την περιοχή της αρχαίας Αθήνας».
Στα 25 χλμ. του συνολικού του μήκους, το Αδριάνειο είχε τουλάχιστον 234 διαφορετικές διατομές, δηλαδή ανάλογα με την σύσταση του υπεδάφους η σήραγγα κατασκευαζόταν με διαφορετικές διαστάσεις και σχήμα. Σε περιοχές όπου ο άξονάς της είχε μικρή κλίση (από Μαρούσι μέχρι Αμπελοκήπους) οι διατομές ήταν μεγαλύτερες, ενώ σε εντονότερες κλίσεις ήταν μικρότερες. Λειτουργούσε χωρίς αλλαγές υδροδοτώντας την περιοχή της Αθήνας, μέχρι την εποχή της Τουρκοκρατίας. Κατά άλλες απόψεις σταμάτησε να λειτουργεί πολύ νωρίτερα και αντικαταστάθηκε.
Το 1840, η Αθήνα με πληθυσμό περίπου 145.000, αντιμετώπιζε και πάλι έντονα προβλήματα λειψυδρίας. Την εποχή εκείνη ανακαλύφθηκε το αρχαίο υδραγωγείο και ξεκίνησαν μελέτες για την επαναλειτουργία του.
Το 1846, επί δημαρχίας Σπύρου Βενιζέλου, η Αθήνα παρέλαβε από την κυβέρνηση άτοκο δάνειο για να εκτελέσει τις αναγκαίες επισκευές, ώστε το Αδριάνειο να τεθεί ξανά σε λειτουργία. Επίσης, εξερευνήθηκαν τα πηγάδια από τα οποία πότιζαν οι Τούρκοι τα χωράφια τους στην περιοχή των Αμπελοκήπων και βρέθηκε ότι ήταν συνδεδεμένα με το αρχαίο υδραγωγείο.
Τα έτη 1855 – 1857, επί δημαρχίας Γαλάνη, συνεχίστηκε ο καθαρισμός του Αδριάνειου έως την περιοχή του Χαλανδρίου. Σημαντικές επισκευές έγιναν επίσης επί δημαρχίας Π. Κυριακού (έτη 1861 - 1869).
Το 1870, ο καθηγητής τοπογραφίας και γνωστός πολεοδόμος της εποχής, κ. Ιωάννης Γενισαρλής, ανακάλυψε την αρχαία δεξαμενή του Αδριανού στο λόφο του Λυκαβηττού, κάτω από πηγή που υπήρχε στην πλατεία. Η Δεξαμενή ανακατασκευάστηκε και τέθηκε σε λειτουργία. Στη νέα της μορφή είχε χωρητικότητα γύρω στα 2.200 κυβικά μέτρα νερού και λειτουργούσε με δύο θαλάμους σαν ένα μικρό διυλιστήριο. Στον ένα θάλαμο το νερό περνούσε από φίλτρο άμμου - χαλικιού και από τον δεύτερο θάλαμο έφευγε προς κατανάλωση.
Με την Μικρασιατική Καταστροφή (1922) η Αθήνα αντιμετώπισε μια ξαφνική αύξηση του πληθυσμού λόγω των προσφύγων. Ο πληθυσμός ανέβηκε από 150.000 σε 800.000 κατοίκους και η κατάσταση της ύδρευσης επιδεινώθηκε.
Η κα Νεστορίδη συνεχίζει αναφέροντας πως το 1924 η αμερικάνικη εταιρεία ULEN Corporation ανέλαβε το έργο υδροδότησης της Αθήνας από νέες πηγές νερού και την κατασκευή νέου δικτύου ύδρευσης. Η πρώτη μέριμνα της εταιρείας ήταν να επισκευάσει το Αδριάνειο και να βελτιώσει την παροχετευτικότητά του.
Μετά από τα έργα βελτίωσης, το Αδριάνειο Υδραγωγείο υδροδοτούσε την Αθήνα, 1800 χρόνια μετά την κατασκευή του, με κατά μέσον όρο 2,8 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού τον χρόνο! Όμως με την ολοκλήρωση της κατασκευής του Φράγματος Μαραθώνος και της σήραγγας Μπογιατίου (1929), έπαψε να είναι η κύρια πηγή νερού για την Αθήνα. Για πολλά χρόνια πάντως αποτελούσε συμπληρωματική πηγή νερού.
Στις δεκαετίες 1950 - 1960 η Αθήνα μεγάλωνε συνεχώς. Υπήρχε ραγδαία ανοικοδόμηση χωρίς να προϋπάρχουν κατάλληλα δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης. Σπίτια και βιομηχανίες (με απορροφητικούς βόθρους) κτίστηκαν κυριολεκτικά πάνω στο Αδριάνειο Υδραγωγείο, και καθώς ήταν σχεδιασμένο να μαζεύει υπόγεια νερά κατά μήκος της διαδρομής, κατέληξε να δέχεται τοπικά τα λύματα του λεκανοπεδίου, με αποτέλεσμα το νερό να πάψει να είναι πόσιμο.
Σήμερα, το δίκτυο αποχέτευσης έχει επεκταθεί και οι βόθροι στο Λεκανοπέδιο έχουν μειωθεί κατά πολύ. Η εταιρεία Αττικό Μετρό κατά την κατασκευή του Σταθμού Πανόρμου (1997) όπου αναγκάστηκε να διακόψει το υδραγωγείο, μέτρησε μέση ωριαία παροχή της τάξεως των 480 κ.μ. και παρατήρησε ότι το νερό είχε ιδιαίτερη διαύγεια
«Δειγματοληψίες του νερού που διενήργησε η ΕΥΔΑΠ κατά την περίοδο αυτή, έδειξαν ότι το νερό έχει επανέλθει σε καλά επίπεδα αλλά λόγω των πολλών πιθανών παράνομων συνδέσεων κατά μήκος της διαδρομής, δεν κρίθηκε απόλυτα ασφαλής η εκμετάλλευσή του για πόσιμο νερό. Παρ’ όλα αυτά, λειτουργεί ακόμα, 1873 χρόνια μετά την κατασκευή του!» τονίζεται στο άρθρο.