«Κι ένα τέταρτο μητέρας/ αρκεί για δέκα ζωές, και πάλι κάτι θα περισσέψει./ Που να το ανακράξεις/ σε στιγμή μεγάλου κινδύνου». Τους στίχους αυτούς του Οδυσσέα Ελύτη για την ψυχική δύναμη και το απόθεμα που μας προσφέρει η μητρική αγάπη ανακαλούμε κάθε που σκεφτόμαστε τη μητέρα και συναισθανόμαστε τα χέρια της να ανοίγουν διάπλατα και να προστατεύουν την πλάτη μας σχηματίζοντας μια αγκαλιά, όπως κάθε φορά που τη συναντάμε.
Ανακαλούμε το απαλό φιλί της στο μέτωπο συνοδευόμενο από μια «καληνύχτα», την ιδιαίτερη μυρωδιά της –απόσταγμα της φροντίδας και προστασίας της– μία μυρωδιά-νοιάξιμο που εισπνέουμε κατά την αγκαλιά. Και είναι τόσο ιδιαίτερη αυτή η μυρωδιά που, σε μικρή ηλικία οπότε και την ανιχνεύσαμε, την προσδιορίσαμε και της δώσαμε όνομα: «εδώ (σ.σ κάπου στο λαιμό και τα μαλλιά της μαμάς) μυρίζει μανούλα». Παρόμοιο άρωμα φροντίδας και στην αγκαλιά της γιαγιάς – το σώμα έχει μνήμη, η αφή επίσης μαζί με την όσφρηση.
Η Γιορτή της Μητέρας ή η Ημέρα της Μητέρας που τιμάται κάθε χρόνο την δεύτερη Κυριακή του Μαΐου είναι μία μόνο αφορμή για να αναφερθούμε στη μητέρα· πρόσωπο υψίστης σημασίας και καθοριστικής συμβολής στη διαμόρφωσή μας ως οντότητες, δεν χρειάζεται τιμητικές ημέρες για να κεντρίσει την προσοχή μας.
Μας δίνει όμως (σ.σ η Γιορτή της Μητέρας) το έναυσμα να ανακαλέσουμε από τη συναισθηματική μας μνήμη δύο έργα Ελλήνων δημιουργών που με τον τρόπο και την τεχνική του ο καθένας, αναφέρονται στη μητέρα.
Τη σημασία της αγκαλιάς και του φιλιού ήδη από τότε που αποτελούμε έμβρυα, μετέπειτα βρέφη και μωρά, υπογραμμίζει στη ζωγραφική του σύνθεση «Domus» (2021), ο Βασίλης Πέρρος (γενν. 1981).Βασίλης Πέρρος, «Domus» (2021), λάδι σε ντεκουπαρισμένο καμβά, 45Χ70εκ.
Η αφήγησή του εκτυλίσσεται σε ένα τελάρο σε σχήμα σπιτιού, εντός του οποίου έχει αποδώσει τα στάδια δημιουργίας: το ζυγωτό, το έμβρυο που συνδέεται με τον πλακούντα μέσω του ομφάλιου λώρου, έπειτα το έμβρυο που κοιμάται στριμωγμένο στον αμνιακό σάκο, ώσπου εξέρχεται στον κόσμο και αυτομάτως χαρακτηρίζεται βρέφος.
Πλέον κοιμάται στην αγκαλιά της μητέρας του, κατόπιν θηλάζει –η μορφή του κατά το θηλασμό διατρέχει τη ζωγραφική σύνθεση σε όλο της το μήκος. Μόνο που τα χείλη του βρέφους δεν αγκαλιάζουν το μαστό της μητέρας του, αλλά δίνουν ένα φιλί στον πατέρα του, και εκείνος με τη σειρά του φιλά τη μητέρα στο πλάι του προσώπου, δίπλα στο βλέφαρο.
Τα βλέφαρα δεν αποτραβιούνται εύκολα από το βρέφος καθώς μεγαλώνει, ειδεμή κατά τα πρώτα του βήματα, όπως παρατηρούμε στη γνωστή στους περισσότερους σύνθεση «Τα πρώτα βήματα» (1892) του Γεώργιου Ιακωβίδη (1853 - 1932). Αυτή τη φορά παρατηρούμε μία άλλη μητρική φιγούρα, τη γιαγιά, να κρατά και συνάμα να παρατηρεί το ξανθόμαλλο μωρό να κάνει τα πρώτα του βήματα στον κόσμο, πατώντας επάνω σε ένα ξύλινο τραπέζι. Μια αγκαλιά θα το υποδεχτεί, εκείνη της μεγαλύτερης αδερφής του.
Ιακωβίδης Γεώργιος (1853 - 1932), «Τα πρώτα βήματα» (1892), Λάδι σε μουσαμά, 140 x 110 εκ. Συλλογή Ιδρύματος Ε. Κουτλίδη. Πηγή φωτ.: Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου
Ο Ιακωβίδης μας υπενθυμίζει ότι η φροντίδα και η αγάπη είναι διάχυτη σε κάθε βήμα του μωρού, και όταν αυτό μεγαλώνει με την πάροδο του χρόνου.
Σε όποια ηλικία και εάν φτάσει, δεν θα πάψει να αποτελεί για τη μητέρα, τη γιαγιά, τον μπαμπά και τον παππού, για κάθε συγγενή, ένα παιδί. Που η ματιά τους και η συναισθηματική μνήμη έχουν διατηρήσει την ανάπτυξη και την προσωπικότητά του στα βήματά του ανά τα χρόνια.