«Σίγουρα ευτυχέστερος απ'' ότι πριν» εμφανίστηκε ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας σε συνέντευξή του στο περιοδικό περιοδικό Le Point, ενώ παραδέχτηκε πως το βάρος των πλεονασμάτων εξακολουθεί να είναι μεγάλο καθώς και ότι ο φόβος για το Grexit τον οδήγησε στο δημοψήφισμα.
Λίγες ώρες μετά την αποκάλυψη στους Financial Times πως προτίθεται να αποδεχθεί επαναπροώθηση προσφύγων από τη Γερμανία προς την Ελλάδα ο πρωθυπουργός μίλησε για την κόκκινη γραμμή του Grexit, για το δημοψήφισμα που είχε... πολλές αρετές αλλά και για τη συμφωνία για το Σκοπιανό που έγινε για το καλό της περιοχής.
Σε ερώτηση αν αισθάνεται ένας ευτυχισμένος άνθρωπος μετά τη συμφωνία του Eurogroup, ο Α. Τσίπρας απαντά: «Ευτυχισμένος... είναι δύσκολο να το πει κανείς, πάντως σίγουρα ευτυχέστερος απ'' ότι πριν» απάντησε ο πρωθυπουργός και πρόσθεσε: «Θα έλεγα ότι η χώρα μου πάει καλύτερα και ότι οι δύσκολες επιλογές των τελευταίων χρόνων δίνουν τους καρπούς. Οι γενναίες αποφάσεις χρειάζονται χρόνο για να αποκαλύψουν την αξία τους. Τα πράγματα έχουν βελτιωθεί και νάμαστε εκ νέου στην κανονικότητα. Αλλά, αν κερδίσαμε μια κρίσιμη μάχη, ο πόλεμος συνεχίζεται».
Με αναφορά το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 και την αλλαγή της πολιτικής με την υπογραφή μιας συμφωνίας μια εβδομάδα αργότερα, ο πρωθυπουργός εξήγησε: «Πριν το δημοψήφισμα, η χώρα μου ήταν σε παγίδα. Οι πιστωτές δεν μας άφηναν κανένα περιθώριο (...) μου ζητούσαν τεράστιες θυσίες, εκπληκτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά χωρίς χρήματα. Αποφασίσαμε την οργάνωση του δημοψηφίσματος για να επιστρέψει η Ελλάδα στα πράγματα και να ανακτήσει μια δύναμη στη διαπραγμάτευση. Το δημοψήφισμα επέτρεψε σε όλους να συνειδητοποιήσουν τις πιέσεις. (...) Να σας υπενθυμίσω ότι ουδέποτε είπα ότι ήθελα να δω την Ελλάδα εκτός ευρώ. Έκανα έναν συμβιβασμό με δύσκολους όρους για την Ελλάδα, αλλά κερδίσαμε αρκετό χρόνο και χρήματα για να κάνουμε τις προσαρμογές με πιο ομαλό τρόπο. Και ήμουν σε θέση να επιστρέψω στο λαό προσφέροντάς του μια προοπτική».
«Βρισκόμουν σε ένα μόνιμο δίλημμα, ανάμεσα στην προστασία των πιο αδύναμων και την πραγματικότητα των δημόσιων λογαριασμών. Αυτό όμως που με οδήγησε μέχρι τέλους ήταν ο φόβος για ένα Grexit. Θα ήταν η σίγουρη καταστροφή για τους πιο αδύναμους. Σε μια πτώχευση, οι πλούσιοι μπορούν πάντα να μεταφέρουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό. Είναι σε ασφάλεια. Οι πιο αδύναμοι όμως κινδύνευαν να χάσουν τα πάντα. Το Grexit ήταν για μένα η κόκκινη γραμμή. Ήταν μια δύσκολη απόφαση, τελικά όμως ήταν υπέρ των πιο ευάλωτων. Μερικές φορές πρέπει να ξέρει κανείς να πάει κόντρα στο κυρίαρχο ρεύμα, κόντρα στα στερεότυπα επίσης».
Σαν παράδειγμα τέτοιων αποφάσεων κόντρα στο κύμα, ο Αλέξης Τσίπρας έφερε την τελευταία του απόφαση για την ονομασία «Βόρειος Μακεδονία». Εξήγησε ότι «Πολλές εθνικιστικές δυνάμεις κατήγγειλαν την απόφαση αυτή. Θα ήταν εύκολο να παίξει κανείς με τα συναισθήματα των Ελλήνων. Το αρνήθηκα όμως, προτίμησα να κοιτάξω πιο μακριά: σκέφθηκα το καλό της περιοχής.
Πήγα κόντρα στον άνεμο, με προοδευτικές μεταρρυθμίσεις σε κοινωνικά ζητήματα, πέρασα νόμους για τα δικαιώματα LGTB ή για τη χορήγηση ελληνικής ιθαγένειας σε ορισμένους νέους μετανάστες που γεννήθηκαν στο έδαφός μας. Φυσικά και αυτές τις μεταρρυθμίσεις προσκρούουν στις πεποιθήσεις μεγάλου μέρους των Ελλήνων. Μερικές φορές όμως είναι απαραίτητο να πάμε ενάντια στην πλειοψηφία... τούτο ονομάζεται υπευθυνότητα».
Παράλληλα, είπε ότι οι ευρωπαίοι εταίροι «υπήρξαν μερικές φορές δυσάρεστοι» μαζί του γιατί δεν περίμεναν όλα αυτά... αλλά «στο τέλος όμως όλοι κατάλαβαν, οι πιστωτές και οι ίδιοι οι Έλληνες. Γιατί έπρεπε να ειπωθεί η αλήθεια στο λαό. Εάν δεν κάναμε τίποτα, θα είχαμε πτώχευση. Τελικά αυτό το δημοψήφισμα είχε πολλές αρετές: από τη μια έπαιξε το ρόλο της δημοκρατικής βαλβίδας ασφάλειας, γιατί οι Έλληνες εξέφρασαν τα συναισθήματά τους. Από την άλλη επέτρεψε να βρεθεί μια καλύτερη συμφωνία προς όφελος όλων».
Στην παρατήρηση ότι επί της ουσίας δεν είχε εκλεγεί για να κάνει αυτού του είδους τις μεταρρυθμίσεις, ο Α. Τσίπρας εξήγησε: «Οι Έλληνες κατανόησαν ότι οι μεταρρυθμίσεις θα μας επέτρεπαν να προσδιορίσουμε μια προοπτική, ένα μέλλον, ενώ είμαστε σε κατάσταση πτώχευσης. Σε αυτές τις στιγμές, ο χρόνος είναι το πιο πολύτιμο πράγμα για μια κυβέρνηση που αντιμετωπίζει μια τέτοια κρίση. Ο χρόνος και η αλήθεια. Το 2015 η Ελλάδα δεν είχε πλέον καμία γεωπολιτική πίστη. Σήμερα, τρία χρόνια μετά απαλλαχθήκαμε από αυτήν την κατάσταση. Είμαστε εκ νέου ένας πυλώνας σταθερότητας». Η Ελλάδα αποτελεί μέρος της λύσης, δεν είναι πλέον «το πρόβλημα» δήλωσε.
Όσον αφορά τα υψηλά πλεονάσματα του 3,5% έως το 2022 πράγμα που δυσκολεύει την κατάσταση, ο πρωθυπουργός απάντησε: «Είναι ένα κρίσιμο ζήτημα. Νομίζω ότι έχουμε αποδείξει ότι είναι δυνατόν να διατηρήσουμε ένα πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από το 3,5% και να προστατεύουμε ταυτόχρονα τους πιο αδύναμους. Ήταν μια πολύ δύσκολη άσκηση. Μειώσαμε τις άσκοπες δημόσιες δαπάνες. Επίσης, καταπολεμήσαμε τη διαφθορά και τη φοροδιαφυγή, αυξήσαμε την απασχόληση. Το βάρος εξακολουθεί να είναι μεγάλο, αλλά εφικτό και θα ανακτήσουμε λίγο αέρα το 2019 και το 2010. Καταφέραμε να σταματήσουμε την κατάρρευση της οικονομίας και επιστρέφουμε σε μια πολιτική ανάκαμψης».