Είναι κοινή διαπίστωση πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνηση του ανταπεξήλθαν με επιτυχία στις απρόβλεπτες δυσκολίες που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν μέσα στο 2020. Κάτι που αποτυπώνεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις, που δείχνουν ένα εύρος της διαφοράς με τον ΣΥΡΙΖΑ υπερδιπλάσιο της εκλογικής διαφοράς.
Αυτό δεν οφείλεται μόνον στην αδυναμία του Α.Τσίπρα και της ηγετικής ομάδας τού κόμματος του να εκφέρουν έναν πολιτικό λόγο που να ανταποκρίνεται στην μεταμνημονιακή εποχή. Οφείλεται κυρίως στο γεγονός πως ο πρωθυπουργός, με την κυβερνητική πολιτική, όρισε αυτός το περιεχόμενο της μεταμνημονιακής εποχής, δείχνοντας έτσι πως διαθέτει ηγετικά χαρακτηριστικά.
Αιφνιδίασε δυσάρεστα τους αντιπάλους του που τον υποτίμησαν και δικαίωσε όλους εμάς που τον ψηφίσαμε.
Ως εδώ λοιπόν, όλα καλά.
Ως γνωστόν είναι δυσκολότερο να κρατηθείς στην κορυφή από το ανέβεις σε αυτήν. Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης αυτήν την στιγμή βρίσκεται στην κορυφή. Θα μπορέσει να κρατηθεί;
Το δεύτερο εξάμηνο το 2020 έχει πολλά αγκάθια που είναι ορατά από τώρα. Αν προσθέσουμε και τις απρόβλεπτες καταστάσεις που, σχεδόν πάντα, εμφανίζονται τότε η κυβέρνηση θα κληθεί να διαχειρισθεί προβλήματα που ενδεχομένως να συμπέσουν.
Αυτό που απεύχεται κάθε ηγέτης. Όμως οι ηγέτες στα δύσκολα φαίνονται.
Οι δύο βασικοί άξονες των προβλημάτων είναι τα ελληνοτουρκικά και η κατάσταση της οικονομίας μετά την επιδημία.
Είναι σαφές νομίζω πως τα εθνικά θέματα πάντα προηγούνται. Όπως έλεγε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μια λάθος επιλογή στα οικονομικά ζητήματα μπορεί να διορθωθεί π.χ. σε πέντε χρόνια, μια λάθος επιλογή στην εξωτερική πολιτική μπορεί να σημαδέψει την πορεία μιας χώρας για πολλές δεκαετίες.
Η κυβέρνηση δίνει την εντύπωση πως έχει πλήρη επίγνωση των ορίων τής πολιτικής της στα ελληνοτουρκικά. Και δείχνει επίσης αποφασισμένη να υπερασπιστεί τις κόκκινες γραμμές που έθεσε όχι η ίδια, αλλά η ίδια η υπόσταση ενός κράτους που δεν θέλει να λέγεται αποτυχημένο.
Ελπίζω να γνωρίζει και τι θα σημάνει τυχόν υποχώρηση από αυτές τις κόκκινες γραμμές. Αν κρίνουμε από το πώς χειρίσθηκε την κατάσταση στον Έβρο, μπορούμε να συμπεράνουμε πως υπάρχει η αίσθηση του εθνικού καθήκοντος και του χρέους απέναντι στην Ιστορία.
Στην οικονομία η κυβέρνηση δίνει έναν αγώνα δρόμου με αντίπαλο τον χρόνο. Να μπορέσει να κρατήσει στην ζωή όσο το δυνατόν περισσότερες επιχειρήσεις, μέχρις ότου αρχίσουν να εκταμιεύονται τα ποσά των επιχορηγήσεων και των δανείων.
Το πρόβλημα περιπλέκεται εξαιτίας της εγγενούς αδυναμίας των τραπεζών να δανείσουν. Με απλά λόγια, τα διευθυντικά στελέχη τους, ενώ έχουν στην διάθεση τους τα χρηματοοικονομικά εργαλεία, δεν τα χρησιμοποιούν γιατί φοβούνται μια νέα γενιά κόκκινων δανείων.
Και το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στις δεκάδες χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις που αναζητούν απεγνωσμένα κεφάλαια 15-25.000 ευρώ για να επιβιώσουν μέχρι τέλους του χρόνου.
Αυτός ο συνδυασμός των ελληνοτουρκικών με την κατάσταση της οικονομίας μας απαιτεί δύσκολους χειρισμούς, ακριβείς συγχρονισμούς και το κυριότερο, καθαρό μυαλό.
Μέχρις στιγμής φαίνεται πως η κυβέρνηση διαθέτει ψυχραιμία και ορθολογική σκέψη. Γι΄αυτό και ανέβηκε στην κορυφή.
Να δούμε θα μπορέσει να κρατηθεί σε αυτήν;