Του Γιάννη Σιδέρη
Είναι εμφανές. Η κορυφή της κυβερνητικής ηγεσίας και το άμεσο επιτελείο της συμπεριφέρεται με την άγνοια μιας μετεφηβικής παρέας, που δεν αντιμετώπισε ποτέ τις δυσκολίες της πραγματικής ζωής, ώστε να ωριμάσει. Παρά τα τόσα στραπάτσα δεν έχει αποκτήσει ακόμη εμπειρία κυβερνησιμότητας, ούτε έχει συναισθανθεί το βάρος των ευθυνών της. Προσλαμβάνει και διαθλά την ευρωπαϊκή πραγματικότητα μέσα από ένα δικό της υποκειμενικό πρίσμα, και στη συνέχεια προγραμματίζει επ'' αυτής της εικονικής πραγματικότητας, εμπλουτισμένης έντονα με στοιχεία ελληνικής κομματικής λογικής, η οποία φυσικά δεν ανταποκρίνεται στις συνθήκες.
Χθες π.χ. ο Schaeuble ανέφερε κάτι που ήδη γνωρίζαμε, αλλά οι πολλοί το προσλάμβαναν (και οι δημοσιογράφοι το μετέδιδαν) με την ανεπίσημη, εμφατικά αγωνιστική, κυβερνητική ρήση: «μπαράζ τηλεφωνικών επαφών είχε ο πρωθυπουργός με ευρωπαίους ηγέτες και αξιωματούχους για τη λύση στο χρέος».
Ο γερμανός υπουργός έδωσε τη μάλλον υποτιμητική πλευρά του θέματος, κάνοντάς το παγκοίνως γνωστό. Μιλώντας για τον πρωθυπουργό, και αφού εξέφρασε τη λύπη του που δεν εμπιστεύεται τον κ. Τσακαλώτο, είπε: «Ακόμη τηλεφωνεί στην Καγκελάριο (σ.σ. Angela Merkel) και η Καγκελάριος του λέει ξανά και ξανά: Αλέξη, είναι θέμα των υπουργών Οικονομικών, ο Ευκλείδης πρέπει να μιλήσει με τον Βόλφγκανγκ και θα φτάσουν εκεί κάπως» (να θυμίσουμε ότι και από τα πολλά τηλεφωνήματα στον Hollande, ο τελευταίος είχε βάλει πρωθυπουργικό τηλεφώνημα σε συνακρόαση με δύο παριστάμενους στο γραφείο του δημοσιογράφους).
Η κυβέρνηση παράλληλα δείχνει πως δεν έχει μία σταθερή πορεία πλεύσης. Στις 5 Απριλίου, π.χ. ο πρωθυπουργός συναντάτο με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Donald Tusk. Στη συνάντηση αποκάλυψε ότι είχε υποβάλει αίτημα για σύγκληση έκτακτης Συνόδου Κορυφής των χωρών - μελών της Ευρωζώνης, σε περίπτωση που στο Eurogroup της Παρασκευής 7 Απριλίου, δεν θα υπήρχε «λευκός καπνός».
Λίγο αργότερα, έχοντας κάνει ενδιάμεσα «μπαράζ τηλεφωνημάτων» με ευρωπαίους αξιωματούχους, και λαμβάνοντας απογοητευτικές απαντήσεις, προσήλθε στο δείπνο που παρέθεσε προς τιμήν του ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ). Ερωτηθείς εάν θα υπάρξει ανάγκη για σύγκληση Συνόδου Κορυφής, απάντησε «νομίζω πως όχι».
Στη συνέχεια ξαναέθεσε μέσω κυβερνητικών στελεχών (π.χ. Ν. Παππάς) την απειλή για προσφυγή σε σύνοδο Κορυφής και στη συνέχεια την ανέστειλε. Τη Δευτέρα, κατά τη συνάντησή του με τον Γάλλο ΥΠΟΙΚ Bruno Le Maire, ήταν κάπως μετριοπαθής («το μάζεψε» που λέμε στην πολιτική καθομιλουμένη), λέγοντας πως δεν προκρίνει τη δραματοποίηση των γεγονότων και μια σύνοδο Κορυφής.
Χθες το Υπουργικό Συμβούλιο ξαναβρήκε το μάχιμο ύφος του, και απείλησε ότι αν δεν υπάρξει λύση στο Eurogroup, καλύτερη από αυτή του προηγούμενου, η Ελλάδα δεν θα συμφωνήσει και θα αποταθεί στη Σύνοδο Κορυφής στις 22 Ιουνίου ώστε όλοι «να αναλάβουν τις ευθύνες τους».
Οι Βρυξέλλες χθες πάντως διεμήνυσαν - και το κυβερνητικό επιτελείο γνωρίζει - ότι το μόνο σίγουρο στο Eurogroup της Πέμπτης, είναι το κλείσιμο της αξιολόγησης και η δόση (μέχρι και ο Schaeuble το προανήγγειλε). Ειδικά αν η δόση είναι κατά τι αυξημένη, περί τα 9 δισ., η κυβέρνηση θα «φορέσει» ύφος ρωμαίου θριαμβευτή.
Παράλληλα θα έχουμε παραμονή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, χωρίς χορήγηση νέου δανείου, έως ότου διευθετηθεί το χρέος, ενώ χάθηκε και η Ποσοτική χαλάρωση, το QE. (Εδώ πάλι να υπενθυμίσουμε ότι η Ποσοτική Χαλάρωση προϋποθέτει βιώσιμο χρέος . Ήταν όμως ο ίδιος ο κ. Τσίπρας που διατυμπάνιζε ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο, και επιτίθετο οργίλως στους σαμαροβενιζέλους που το χαρακτήριζαν ως βιώσιμο).
Βέβαια δεν αναμένεται και η ευόδωση της Γαλλικής πρότασης για τα ρήτρα ανάπτυξης. Σε μια χώρα που χρειάζεται άνω των 100 δισ. επενδύσεις σε 3-4 χρόνια, αφενός αυτά είναι σταγόνα στον ωκεανό, αφετέρου δεν θα είναι πρόθυμοι οι Ευρωπαίοι (τους οποίους φυσικά θα κατηγορήσουμε για έλλειψη αλληλεγγύης).
Η αναδιάρθρωση του χρέους, που φαντάζει ως η ολοκληρωτική νίκη, η οποία θα έσβηνε κάθε αποτυχία, δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα. Είχε φροντίσει άλλωστε να την εξοβελίσει ο ίδιος με το τρίτο μνημόνιο, τινάζοντας στον αέρα την ομαλή πορεία της κυβέρνησης Σαμαρά, που την προετοίμαζε. Επίσης τον Μάιο του 2016 αποδέχτηκε το χρέος να συζητηθεί με τη λήξη του τρίτου προγράμματος. Και αυτό ωστόσο είναι υπό αναίρεση, γιατί δέχτηκε να εμφιλοχωρήσει στη συμφωνία η λέξη «εάν» χρειαστεί αναδιάρθρωση.
Αυτό που πλέον μπορεί να προσδοκά – και θα το «επικοινωνήσει» ως επιτυχία - είναι η συγκεκριμενοποίηση της χρονικής στιγμής για την επίσημη έναρξη της συζήτησης περί του χρέους.
Ο πρωθυπουργός χθες «απείλησε» με προσφυγή στη Σύνοδο Κορυφής. Αν και εκεί αποτύχουμε - που είναι σίγουρο καθότι καταστατικώς το θέμα είναι εκτός δικαιοδοσίας Συνόδου - δεν έκανε γνωστό πού… αλλού θα καταφύγει!