Η αναμφίλεκτη αλήθεια την οποία ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ απαρνιούνται ότι έβγαλε η κάλπη της 21ης Μαΐου είναι ότι οι πολίτες επέλεξαν τον οικονομικό ρεαλισμό. Ψήφισαν υπέρ της δημοσιονομικής υπευθυνότητας και της προγραμματικής σαφήνειας.
Το εκλογικό σώμα έκανε μια τομή ωριμότητας στην πολιτική έκφραση καταδικάζοντας απερίφραστα τη δημιουργική ασάφεια και την ασφάλεια.
Όσα δηλαδή αντιπροσωπεύουν τα ακοστολόγητα απεραντολογήματα τα οποία η Κουμουνδούρου και η Χαριλάου Τρικούπη λανσάρουν ως πρόταση διακυβέρνησης στηρίζεται στα ιδεοληπτικά μίγματα τα οποία βάζουν στην «Προκρούστειο Κλίνη» των φόρων και των εισφορών τα εισοδήματα εργαζομένων και επιχειρήσεων.
Κοντολογίς, η κοινωνία επέλεξε τη συνέπεια των λόγων και τη συνέχεια των έργων που πρεσβεύει η γαλάζια διακυβέρνηση με την οποία άκμασε η οικονομία την τελευταία τετραετία. Οι νοικοκυραίοι ως φυσικά πρόσωπα αλλά και ως εταιρικές οντότητες υπερψήφισαν την προγραμματική πρόταση της Νέας Δημοκρατίας δεσμεύεται να χρησιμοποιήσει ως βατήρα για τα άλματα της επόμενης δεκαετίας.
Δυστυχώς, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, αναλώνονται στον διαγωνισμό για τη συντήρηση ή την ανακατάληψη των σκήπτρων της μείζονος αντιπολιτεύσεως και εν μέσω του εμφυλίου παραμερίζουν το μήνυμα της κάλπης. Πλειοδοτούν στην ασάφεια και στον κεντροαριστερό λαϊκισμό και προκαλούν τους πολίτες με την ασάφεια των προγραμμάτων και των δηλώσεων των στελεχών τους.
«Οι άμεσοι φόροι οι οποίοι αφορούν στο φόρο γενικής κληρονομιάς, στο φόρο ακίνητης περιουσίας, αυτός είναι ο ΕΝΦΙΑ, είναι φόροι που ουσιαστικά αφορούν τους έχοντες, αυτοί είναι φόροι οι οποίοι θα πρέπει να κρατηθούν, και οι φόροι οι οποίοι θα πρέπει να μειωθούν είναι οι έμμεσοι φόροι», ήταν ένα από τα χτυπήματα κατά της μεσαίας τάξης που το ΠΑΣΟΚ θέλησε να απαλείψει από την προεκλογική «Βαβέλ» στην οποία συναγωνίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η Χαριλάου Τρικούπη επιστράτευσε μια διάψευση ως φύλλο συκής αλλά το σωσίβιο της προσφέρθηκε από τη φωνή του ΣΥΡΙΖΑ. Η εκπρόσωπος Τύπου, Πόπη Τσαπανίδου να υποσκελίσει γρήγορα την γκάφα Παραστατίδη, όταν με δηλώσεις της αποκάλυψε ότι ως πηγή χρηματοδότησης του οικονομικού του προγράμματος, ο ΣΥΡΙΖΑ ποντάρει στη φορολόγηση των υπερκερδών των μεγάλων εταιρειών.
Στην ερώτηση ποιες επιχειρήσεις αφορά η έκτακτη αυτή φορολόγηση η κ. Τσαπανίδου κυνικά είχε απαντήσει: «Αυτές που έχουν υπερέσοδα, τι θέλετε να γίνω ΑΑΔΕ;». Τη σύγχυση φρόντισε να επιτείνει ακόμη ένα στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, ο Χρήστος Γιαννούλης ο οποίος έδειξε ότι στόχαστρο είναι οι εταιρείες σούπερ μάρκετ και logistics.
Σε απόλυτη ευθυγράμμιση ακολούθησε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ, Δημήτρης Μάντζος, που επίσης έβαλε στο κάδρο της κεντροαριστερής φοροεπιδρομής τις ίδιες επιχειρήσεις. Και από τα δυο στρατόπεδα επικαλούνται το σοσιαλιστικό παράδειγμα της Ισπανίας, δίχως όμως να στέκονται ούτε στην αλήθεια των αριθμών από την οποία αναδεικνύεται ότι η μείωση του ΦΠΑ στην Ιβηρική δεν πέρασε στο διαθέσιμο εισόδημα, μείωσε τα έσοδα ενώ πυροδότησε και πολιτικές εξελίξεις.
Σε αυτό το φόντο της ανακολουθίας κυριαρχεί η προσπάθεια Τσίπρα να παραποιήσει την πραγματικότητα κατηγορώντας τη Νέα Δημοκρατία ότι εξαπάτησε τη μεσαία τάξη και τον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι μεγέθυνε τα φορολογικά βάρη. Κατηγορία που εξαπολύεται από τον πρωθυπουργό που η κυβέρνηση του επέβαλε 29 νέους φόρους, φορτώνοντας στους πολίτες επιπλέον 7 δισεκατομμύρια.
Αύξησε τον ΦΠΑ από το 23% στο 24% και προχώρησε σε μαζική μετάταξη προϊόντων και υπηρεσιών ευρείας κατανάλωσης από το μειωμένο συντελεστή 13% στο 24%, αύξησε την έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης και έριξε το αφορολόγητο σε μισθωτούς και συνταξιούχους, αύξησε τους συντελεστές της φορολογικής κλίμακας για όλους τους φορολογούμενους, για το εισόδημα από ενοίκια, καθώς και την προκαταβολή φόρου για όλους τους επαγγελματίες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις από το 55% στο 100%.
Αύξησε τον φορολογικό συντελεστή των επιχειρηματικών κερδών από το 26% στο 29%, αλλά και τον συντελεστή φορολόγησης των μερισμάτων από το 10% στο 15%, επέβαλε φόρο 5% στη σταθερή τηλεφωνία και το ίντερνετ, όπως και τέλος διανυκτέρευσης για όλα τα τουριστικά καταλύματα.
Ο κ. Τσίπρας τολμά να αντιπαραβάλλει το παλμαρέ του με τα πεπραγμένα Μητσοτάκη στην οικονομική διακυβέρνηση του τόπου. Ως ένδειξη απόλυτης λαϊκισμού να κοντράρει με την υποκρισία των υποσχέσεων των 83 δισεκατομμυρίων με το κοστολογημένο πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας αλλά πρωτίστως με τη μείωση 50 φόρων, την ελάφρυνση των βαρών από τις ασφαλιστικές εισφορές την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών και τη στήριξη των επιχειρήσεων με μέτρα συνολικού ύψους 57 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση των έκτακτων κρίσεων.
Ο Αλέξης Τσίπρας και ο Νίκος Ανδρουλάκης σε πλήρη ταύτιση προσπαθούν να αποδομήσουν πρωτοβουλίες όπως η επιδότηση του ενεργειακού κόστους, η αύξηση του κατώτατου μισθού και των συντάξεων. Αμφότεροι επενδύουν στην καμπάνια του μαύρου για να παραπλανήσουν τη μεσαία τάξη που αντιλαμβάνεται όμως την επιστροφή της σταθερότητας και την αναγκαιότητα για τη διατήρηση της.