«Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει» γράφει ο ποιητής. Πιάνει όμως ο οξειδωμένος και οξειδωτικός λόγος. Το πρωτογράψαμε με αφορμή τα αρχαία στο μετρό Θεσσαλονίκης. Η Αριστερά - αυτό το είδος της Αριστεράς που αντιπροσωπεύει ο ΣΥΡΙΖΑ – είχε από πάντα ιδεολογική αποστροφή προς κάθε εκθειαστική αναφορά και εκθεσιακή παρουσίαση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Τα χαρακτήριζε ως συντηρητική προγονοπληξία και εθνικιστική αρχαιολατρία. Ταίριαζαν στην εθνικιστική δεξιά.
Άλλωστε η κλασσική παιδεία των αρχαίων ημών (όσο ήταν ημών) προγόνων, εμπεριείχε διαχρονικές αξίες, προτάγματα που δεν αντιπροσώπευαν τον καινούργιο κόσμο που ήθελε να κτίσει η Αριστερά. Πολύ περισσότερο που γι’ αυτούς - ως πρόσφατα - ο αρχαιοελληνικός κόσμος ήταν ένας κόσμος «αποικιοκρατικός» και «δουλοκτητικός» (που όντως έτσι ήταν, αλλά κρίνεις τις αρχαίες κοινωνίες στα δεδομένα των εποχών τους, των τότε αξιών, και όχι υπό σημερινό πρίσμα).
Και ξάφνου η Αριστερά (ο ΣΥΡΙΖΑ βασικά) κατελήφθη από αρχαιολατρικό οίστρο. Το κόμμα που προς στιγμήν παρέδωσε αρχαιολογικούς χώρους στο Υπερταμείο και υπαναχώρησε κατόπιν αντιδράσεων, ένιωσε ιερή αγανάκτηση επειδή θα μετακινούνταν (πρόσκαιρα) τα αρχαία στον σταθμό Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη και θα επανατοποθετούντο ως είχαν, μετά το πέρας των εργασιών. Οι αρχαιολόγοι του ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι καθόλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας μνημεία μετακινούνται εάν υπήρχε χρεία (π.χ.ο ναός του Αρεως κατασκευής περί το 440 π.χ., στο Άμπου Σιμπέλ στην Αίγυπτο, ή πριν πέντε χρόνια ολόκληρος ναός 2000 τόνων στην Σαγκάη!). Και όμως, η πρόσκαιρη μετακίνηση για τα έργα του μετρό, πλασαρίστηκε από την αντιπολιτευτική αγωνία του ΣΥΡΙΖΑ ως ταπείνωση των μνημείων.
Ήταν τόση… η γνώση του Τσίπρα επί του θέματος, που συνέθεσε έναν σουρεαλιστικό διάλογο με την υπουργό Πολιτισμού Μενδώνη στην έκτακτη συνάντηση τους στην Ακρόπολη. Τότε που πήγε να επιθεωρήσει τον διάδρομο (!) αφού προηγουμένως είχε κάνει επιθεώρηση… η Ραλλία!
Για τα «Γλυπτά στον σταθμό Βενιζέλου» έλεγε ο Τσίπρας στη Μενδώνη. «Ποια γλυπτά, δεν υπάρχουν γλυπτά κε Πρόεδρε στην Βενιζέλου» εξηγούσε η υπουργός. Τον ενημέρωσε δε, ότι η ίδια διαδικασία της μετακίνησης έγινε και επί των ημερών του (2017 και 2018) στον σταθμό της Αγίας Σοφίας «που είναι η συνέχεια της «Μέσης οδού» του σταθμού Βενιζέλου». «Ποια Αγία Σοφία» ρωτούσε ο Τσίπρας. «Δεν έχω πάει, δεν έχω δει…» (φυσικά. Τότε δεν είχε σημασία αν μετακινήθηκαν αρχαία. Ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση και δεν είχε ενσκήψει το ξαφνικό τσουνάμι της αρχαιολατρίας).
Η επίσκεψη στην Ακρόπολη είχε γίνει για το «τσιμέντωμα» που ήταν ακριβώς πάνω στον παλιό διάδρομο ο οποίος είχε φθαρεί και επί του οποίου δεν μπορούσαν να κυλίσουν τα καροτσάκια των ΑΜΕΑ. Αλλά ήταν τόση η ευαισθησία του αριστερού αρχηγού, που δεν τον ένοιαζε ότι τα ΑΜΕΑ θα απολάμβαναν επιτέλους την Ακρόπολη. Αρκέστηκε να καταγγείλει το τσιμέντωμα, που φέρνει καταστροφή «όπως του Μοροζίνι», και το οποίο όπως είπε, είναι «μνημείο του μέτρου και της αρμονίας αλλά και παγκόσμιο σύμβολο της Δημοκρατίας» (σχετικά με το τελευταίο, δεν ξέρουμε αν γνωρίζει την ιστορία και τις οικονομικές πηγές χρηματοδότησης του μνημείου).
Παράλληλα έδωσε σήμα σε ένα πολύχρωμο πλήθος «αρχαιο-αγανακτισμένων». Το έβλεπες στα κοινωνικά δίκτυα. Άνθρωποι που ενδέχεται να μην είχαν ανέβη ούτε με σχολική εκδρομή στην Ακρόπολη - ή έκτοτε ποτέ - άφριζαν από ιερή οργή γιατί «η χούντα Κούλη» με ιδιοκτησιακή αντίληψη, τσιμέντωσε την Ακρόπολη. Από κοντά και «ευαίσθητοι» διανοούμενοι της Αριστεράς, που σε άλλους τομείς μπορεί να έχουν γνώση, αλλά όντας άσχετοι με τις αναστηλώσεις αρχαίων μνημείων, κατάπιαν αμάσητη τη λέξη «τσιμέντωμα» (αφού το έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ ανυπερθέτως έτσι θα ήταν). Άρχισαν να ουρλιάζουν καταδικαστικά, μεταβαίνοντας με ταχύτητα φωτός, από τον Σλάβοϊ Ζίζεκ στο αρχαιοελληνικό κλέος και τον Περικλή!
Και τώρα που ανέκυψε θέμα των «μαρμάρων του Παρθενώνα», άρχισε η πολιτική διελκυστίνδα περί της κυριότητας. Όχι, αν θα επιστραφούν, αλλά υπό ποία κυριότητα. Και αυτό παρότι η Μενδώνη δήλωσε πως η ελληνική κυβέρνηση δεν συζητά θέμα βρετανικής κυριότητας (σ.σ. για τους τυπολάτρες «αστυνόμους» της γλώσσας που άνθισαν ξαφνικά και επιτιμούν όποιον αναφέρει τη φράση «μάρμαρα» του Παρθενώνα, αφού είναι «γλυπτά» γνωστοποιούμε ότι η διεθνής εκστρατεία ήταν «return the Marbles». Μάλλον, τότε ουδόλως τους απασχολούσε το θέμα, και γι’ αυτό δεν το είχαν πάρει πρέφα, ώστε να συνετίσουν τους βέβηλους που μιλούσαν για «μάρμαρα»).
Και ενώ δεν γνωρίζουμε αν θα έρθουν τα μάρμαρα, και επιπροσθέτως υπό ποια νομική μορφή, βρήκαν μιαν ακόμη πτυχή αντιπολίτευσης. Τα τρολ τους καταγγέλλουν προκαταβολικά τους αντιπάλους τους ως προδότες. Αν αυτό θεωρούν ότι τους φέρνει ψήφους, σε εμάς δεν πέφτει λόγος.