H πρώτη συζήτηση στη Βουλή σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών αναμενόταν με ενδιαφέρον. Είχαν προηγηθεί διάφορα ρεπορτάζ που προμήνυαν σύγκρουση μεγατόνων, αλλά και προσαρμογές στον λόγο του Α. Τσίπρα και την αντιπολιτευτική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ. Τελικά, αποδείχτηκε μια απογοητευτική και ανούσια συζήτηση με στοιχεία ακόμα μεγαλύτερης επικράτησης του λαϊκισμού στον πολιτικό λόγο της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ο πρωθυπουργός έπρεπε να εξηγήσει τις αιτίες της μεγάλης καταστροφής από τις πρωτοφανείς πυρκαγιές έχοντας τουλάχιστον ως όπλο την μη ύπαρξη κανενός νεκρού, κανενός καμένου λόγω της τακτικής των εκκενώσεων, το μη συνηθισμένο για Έλληνα πολιτικό συγγνώμη που είχε διατυπώσει στο διάγγελμα, το αδιαμφισβήτητο στοιχείο ότι στη διετία 2019-2021 είχαν ενισχυθεί τα εναέρια μέσα. Είχε σκάσει βέβαια μια βόμβα στα χέρια του, η όλη επιχείρηση δεν απέτρεψε την καταστροφή σε δασικό πλούτο, κατοικίες, επιχειρήσεις. Εμφάνισε όμως ένα συγκροτημένο λόγο με εξηγήσεις, με παρουσίαση των μέτρων υπέρ των πληγέντων και μέτρων για το μέλλον στην φάση της Κλιματικής κρίσης στην οποία έχουμε εισέλθει. Συμφωνεί κάποιος ή διαφωνεί μαζί του, θεωρεί ικανοποιητικές ή όχι τις εξηγήσεις του και τα μέτρα που εξήγγειλε, η παρέμβασή του είχε αρχή, μέση και τέλος.
Στο σημείο αυτό φάνηκε η πλήρης αδυναμία του πολιτικού λόγου του Α. Τσίπρα, αλλά και όλων των άλλων δυνάμεων της αντιπολίτευσης. Δεν αντέταξε μια συνολική, καλά στηριγμένη κριτική. Δεν πρότεινε κάτι για το μέλλον. Δεν άδραξε την ευκαιρία να ζητήσει μια συγγνώμη όχι μόνο για τους 102 καμένους μέσα σε ένα βράδυ στο Μάτι, αλλά και γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ ως μια δύναμη που κυβέρνησε και όχι για λίγο, ανήκει πια στα τρία κόμματα που κυβέρνησαν τον τόπο και έχουν ευθύνες για την αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού γενικότερα και ιδιαίτερα στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας.
Γι' αυτό και προσέφυγε σε ένα μη συγκροτημένο λόγο που παραπέμπει στην εποχή πριν τις πλατείες των «αγανακτισμένων». Ένα λόγο υβριστικό, λαϊκίστικο, διχαστικό, που έμοιαζε να ψάχνει για πολιτικά οφέλη στα θολά νερά. Έτσι η ομιλία ήταν γεμάτη χαρακτηρισμούς και προσωπικές επιθέσεις. «Δεν έχετε ενσυναίσθηση», «εσείς είστε η καταστροφή», «χαρακτηρίζεστε από ελαφρότητα», «περιστοιχίζεστε από πολιτικά ζόμπι», «θα σας στείλει ο λαός με το 112 μήνυμα για να εκκενώσετε την εξουσία» ήταν κάποιες μόνο πολύ χαρακτηριστικές εκφράσεις που συνέθεσαν μια ομιλία μηδενικής πολιτικής σοβαρότητας και δυνατότητας να αναδειχθεί μια εναλλακτική λύση. Μα αλήθεια, ήταν ομιλία ηγέτη της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε μια τέτοια κρίσιμη πολιτική συγκυρία; Μάλλον ήταν άλλο ένα όπλο που προσφέρθηκε για άλλη μια φορά απλόχερα στον πρωθυπουργό από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Κάθε μέρα αυτή η αδυναμία γίνεται όλο και πιο φανερή και όχι μόνο αυτό. Φαίνεται ότι η τακτική είσπραξης πολιτικών ωφελημάτων από την λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ ως απορροφητήρα δυσαρεσκειών από διάφορα θέματα όποια και αν είναι αυτά, είτε αφορούν τις πυρκαγιές, είτε αφορούν τα παιδιά που μπορεί να μην περάσουν στα ΑΕΙ, είτε όσους αντιδρούν ακόμα και με τον εμβολιασμό ή τα μέτρα προστασίας της υγείας φλερτάροντας ακόμα και με τους αντιεμβολιαστές.
Αυτό φάνηκε και μια ημέρα πριν από την κριτική του ΣΥΡΙΖΑ στα μέτρα για την πανδημία. Θα περίμενε κανείς μια κριτική ότι τα μέτρα ήρθαν καθυστερημένα ή ότι είναι ανεπαρκή και χρειάζονται κι άλλα, είτε ότι χρειάζεται να διευρυνθεί η λίστα με τις επαγγελματικές ομάδες για τις οποίες είναι υποχρεωτικός ο εμβολιασμός. Αντ' αυτού η κεντρική του κριτική εστιάστηκε για άλλη μια φορά ότι «τα μέτρα διχάζουν τον λαό»!
Ποιους διχάζει άραγε η υποχρεωτικότητα εμβολιασμού στους εργαζόμενους στις δομές υγείας και ηλικιωμένων; Ποιους διχάζει η χρησιμοποίηση της μάσκας; Ποιους διχάζει η δυνατότητα εισόδου σε καταστήματα εστίασης με το βεβαιωτικό του εμβολιασμού; Ας το πούμε καθαρά. Όσοι παρακολουθούμε τι γράφεται από αντιεμβολιαστές στα social media γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το επιχείρημα ότι χτυπιέται η δημοκρατία και ότι τα όποια μέτρα της κυβέρνησης -που αντίστοιχα παίρνουν κυβερνήσεις σε σειρά από χώρες- διχάζουν είναι από τα αγαπημένα τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή που θέλει να εμφανίζεται ως εμβολιαστική δύναμη, ασκεί κριτική ως αντιεμβολιαστική δύναμη. Ο στόχος είναι προφανής. Εισπράττω όσο και απ' όπου μπορώ. Μόνο που όταν πατάς σε δύο βάρκες, ενίοτε πέφτεις στη θάλασσα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να μην καταλαβαίνει ότι αυτή τακτική έχει αμφίβολα πολιτικά οφέλη, ενώ αντίθετα φαίνεται πιο εύκολο να δημιουργηθεί υπόβαθρο που να ευνοεί άλλες δυνάμεις κυρίως από την ακροδεξιά αλλά και την ακροαριστερά. Μπορεί κιόλας ο Α. Τσίπρας να μην μπορεί να εκφράσει πια κάτι διαφορετικό, προς τα εκεί να τον σπρώχνει ο εθισμός στον λαϊκισμό, στη δημαγωγία.
Ωστόσο, σε δύο μέρες και για δύο από τα πιο κορυφαία θέματα που απασχολούν την κοινωνία αυτή η τακτική ανέδειξε αδυναμία, αμηχανία και μάλλον πριμοδότησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ακολουθώντας την ίδια τακτική δεν θα πρέπει να περιμένει και κάτι καλύτερο για τις επιδόσεις του, ακόμα και σε φάσεις που η κυβέρνηση μπορεί να υφίσταται μικρές ή μεγάλες φθορές.
Με τα σκεπτικά και τις πρακτικές της προηγούμενης δεκαετίας, δεν δημιουργείται πλειοψηφικό ρεύμα, ούτε ανατρέπονται οι καταγεγραμμένοι συσχετισμοί. Ας το σκεφτούν.... Ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο, φτάνεις στο ίδιο σημείο. Για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτό σημαίνει να είναι σταθερά δεύτερο κόμμα σε ένα σύστημα κυριαρχίας ενός κόμματος, της ΝΔ Ας το ξανασκεφτούν...
* Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι υπεύθυνος ερευνών της Opinion Poll