Μέσα στην δεκαετή ισχνότητα της οικονομικής μας ζωής η οποία συρρικνώνεται περεταίρω από την απρόσμενη και σφοδρή επέλαση της πανδημίας, η χώρα μας όπως και οι περισσότερες ευρωπαϊκές, έστρεφε οφθαλμόν ελπίδας στο Ταμείο Ανάκαμψης ύψους 750 δις που αποφασίστηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον περασμένο Ιούλιο.
Αυτό μαζί με το ΕΣΠΑ 2021-27 και τις εισροές από το γεωργικό ταμείο, δημιουργούν ένα τεράστιο κεφάλαιο που ο Έλληνας Πρωθυπουργός το είχε προσδιορίσει άνω των 70 δις.
Η εκταμίευση προς το παρόν έχει σκαλώσει στο ανάχωμα που ορθώνουν Ουγγαρία και Πολωνία, οι οποίες κρατούν όμηρο την ΕΕ, τόσο για το ταμείο Ανάκαμψης, όσο και για τον κοινοτικό Προϋπολογισμό συνολικού ύψους 1.8 τρις ευρώ, αφού για την εκταμίευση των χρημάτων απαιτείται ομοφωνία.
Οι πρωθυπουργοί Βίκτορ Όρμπαν και Ματέους Μοραβιέτσκι δεν δίδουν την συναίνεσή τους καθώς η παροχή των χρημάτων συνδυάζεται με την τήρηση εκ μέρους τους των αρχών του κράτους δικαίου. Σε αυτούς προστέθηκε και ο Πρωθυπουργός της Σλοβενίας Γιάνες Γιάνσα. Με επιστολή του προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, υποστηρίζει ότι «Μόνο ένας ανεξάρτητος δικαστικός θεσμός μπορεί να αποφανθεί τι είναι κράτος δικαίου, όχι μία πολιτική πλειοψηφία» ( ως θέση αρχής δεν είναι εξ ορισμού απορριπτέα).
Από την άλλη η ΕΕ στοχεύει να χρησιμοποιήσει τον μηχανισμό αυτό για να επιβάλει τις αρχές δικαίου στις δύο χώρες.
Χαρακτηριστική ήταν προχθές η ομοβροντία δηλώσεων: Όπως του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΕΛΚ Μάνφρεντ Βέμπερ: «Τώρα έχουμε επί τέλους έναν μηχανισμό ελέγχου για το κράτος δικαίου με επιβολή κυρώσεων και δεν θα τον εγκαταλείψουμε πλέον» δήλωσε
Ή του επικεφαλής της Κ.Ο. του γερμανικού SPD Ρόλφ Μίτσενιχ: «Η ΕΕ θα πρέπει να καταστήσει σαφές ότι δεν εκβιάζεται, οφείλουμε στην κοινωνία και την Πολωνία να επιμείνουμε να τηρούν και οι δυο αυτές χώρες τις αρχές του κράτους δικαίου».
Παράλληλα ο υπουργός Εξωτερικών της Αυστρίας Αλεξάντερ Σάλενμπεργκ, χαρακτήρισε το βέτο Βαρσοβίας και Βουδαπέστης, ως ακατανόητο. Ιδίως αυτή την στιγμή στην σκιά της πανδημίας δεν είναι ώρα για μπλοκαρίσματα και για την έκφραση εθνικών ευαισθησιών». Και αυτός όμως επανέλαβε ότι «Το κράτος δικαίου δεν είναι διαπραγματεύσιμο».
Η δραματική κατάσταση των οικονομιών δημιουργεί επείγουσα αναγκαιότητα και ελπίδα ότι στο τέλος θα υπερκεραστούν οι σκόπελοι. Όπως είπε ο Ολλανδός Πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε, εκ των βασικών υποστηρικτών του μηχανισμού, το ταμεία Ανάκαμψης και το δημοσιονομικό πλαίσιο θα μπορούσε να προχωρήσει με 25 μέλη, αλλά κάτι τέτοιο θα καθιστούσε «μη κυβερνήσιμη» την ΕΕ.
Και εδώ έγκειται το πρόβλημα. Δεν είναι μόνο που η ΕΕ θα υποστεί ρωγμή στην ενότητά της. Είναι το ότι η ίδια επέλεξε να χρησιμοποιήσει ως ευκαιρία πολιτικού πειθαναγκασμού τα χρήματα μιας έκτακτης κατάστασης «ιδίως αυτή την στιγμή στην σκιά της πανδημίας», που αποσκοπούν να επουλώσουν τις πληγές από τον κορονοϊό.
Τα καθεστώτα Ουγγαρίας και Πολωνίας είναι αντιδημοκρατικά. Ουσιαστικά παραλλαγή σε στυλ διοίκησης των «μητρικών» καθεστώτων από τα οποία αναδύθηκαν, και απέχουν από τον κοινό μέσο όρο εφηρμοσμένου δικαίου των ευρωπαϊκών κρατών.
Ωστόσο είναι μη παραγωγική η στάση της ΕΕ να χρησιμοποιήσει τα συγκεκριμένα χρήματα προκειμένου να επιβάλει πολιτικές και θεσμικές διευθετήσεις σε κράτη μέλη της. Άλλωστε η εξαγωγή δημοκρατίας και η επιβολή της από τα πάνω, συνήθως δεν είναι αποτελεσματική.
Η αλλαγή των προβληματικών συστημάτων διακυβέρνησης, πέραν των διεθνικών οργάνων, είναι και υπόθεση των λαών τους. Τα ατομικά δικαιώματα επίσης είναι και υπόθεση των λαών τους να τα προασπίσουν. Το δείχνουν οι μεγαλειώδεις διαδηλώσεις των γυναικών στην Πολωνία για το δικαίωμα την άμβλωση.
Σαφώς υπάρχει θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ που απαγορεύει την καταπάτηση των αρχών της δημοκρατίας και όσοι το παραβιάζουν είναι αντιμέτωποι με συνέπειες. Εξαιτίας δε των δύο του πρώην ανατολικού μπλοκ, ενίσχυσε αυτό το πλαίσιο και με την πρόνοια του κράτους δικαίου.
Ας ελπίσουμε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 10-11 Δεκεμβρίου θα βρεθεί τρόπος να παρακαμφθούν οι δύο πρώην αν ανατολικοί (ο τρίτος είναι «παρακολούθημά» τους). Βέβαια θα βγει πιο πληγωμένη η ΕΕ στην ενότητά της, αλλά ούτως ή άλλως πληγωμένη θα βγει και αν δεν υπάρξει απόφαση. Και σε αυτή την περίπτωση ακόμη πιο πληγωμένες θα βγουν οι χώρες των οποίων οι οικονομίες χτυπήθηκαν από τον κορονοϊό.
Τον Δεκέμβριο στην ΕΕ Θα δοκιμασθούν θεσμικές αξίες, πολιτικές προκαταλήψεις και πρακτικές αναγκαιότητες.