Μπορεί όλα τα φώτα της δημοσιότητας να έχουν πέσει πάνω στη διαχείριση της ελληνοτουρκικής κρίσης και την αντιμετώπιση της πανδημίας, η αλήθεια όμως είναι ότι στο μυαλό του Κυριάκου Μητσοτάκη υπάρχει μία “καθαρή” επιλογή:
Η επιτάχυνση του μεταρρυθμιστικού της έργου, ένα στοίχημα από το οποίο ο πρωθυπουργός και περιμένει πολλά αλλά και γνωρίζει ότι θα αποτελέσει σκληρό πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης.
Σύμφωνα με ορισμένους συνεργάτες του μάλιστα ο βαθμός επιτυχίας του συγκεκριμένου κυβερνητικού πεδίου θα κρίνει πολλά, την ώρα της κάλπης όποτε αυτή έρθει.
Στο πρωθυπουργικό γραφείο εκτιμούν ότι παρά τις έκτακτες συνθήκες που βιώνει η χώρα τους τελευταίους μήνες, ο ρυθμός υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων δεν έχει επιβραδυνθεί με στόχο την ισχυρή ανάκαμψη από το 2021 και την αύξηση των θέσεων εργασίας. Σημαντικό τμήμα του μεταρρυθμιστικού προγράμματος, σύμφωνα με την ίδια πηγή, τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης της ΝΔ αφορά στη διαχείριση μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων, που είχαν κι έχουν τη δυνατότητα να αναπτυχθούν συμβάλλοντας σημαντικά στην ενίσχυση της παραγωγικής δυνατότητας της ελληνικής οικονομίας, όμως πολλές από αυτές βρίσκονταν σε οικτρή οικονομική κατάσταση λόγω χρόνιων αγκυλώσεων.
Η κυβέρνηση παράλληλα με το ξεμπλοκάρισμα εμβληματικών projects και την προσέλκυση μεγάλης κλίμακας επενδύσεων, όπως το Ελληνικό και η Microsoft, έσπευσε από την πρώτη στιγμή να απενεργοποιήσει τις «ωρολογιακές βόμβες» που είχε αφήσει η εποχή ΣΥΡΙΖΑ για την οικονομία και τους εργαζόμενους. Πρόκειται για επιχειρήσεις με προβλήματα που επί χρόνια έμπαιναν «κάτω από το χαλί», ενώ ορισμένες από αυτές πολλοί επί των ημερών του ΣΥΡΙΖΑ τις θεωρούσαν «κουφάρια», ή οριστικά ξεγραμμένες.
Η στρατηγική της παραγωγικής ανασυγκρότησης και το κλίμα εμπιστοσύνης που έχει δημιουργήσει η κυβέρνηση στις διεθνείς αγορές έχει ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, την πιο εύκολη προσέλκυση επενδυτών. Όταν παγκόσμιας κλίμακας επιχειρήσεις επιλέγουν τη χώρα μας για επενδύσεις, αυτό δίνει ένα πολύ θετικό σήμα και στους υπόλοιπους. Το γεγονός αυτό αντανακλάται στην εμπιστοσύνη των αγορών.
Η Ελλάδα δεν είναι πια το «προβληματικό παιδί» της Ευρώπης, δανείζεται με χαμηλά επιτόκια από τις αγορές (η απόδοση των δεκαετών ομολόγων υποχωρεί και σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο) και σύμφωνα με τις μετρήσεις του Οκτωβρίου, παρά το δύσκολο παρόν ελέω πανδημίας, οι Έλληνες πολίτες πιστεύουν ότι θα έρθουν καλύτερες ημέρες.
Όπως επισημαίνεται από κυβερνητικό στέλεχος που ασχολείται με τον ευαίσθητο τομέα των μεταρρυθμίσεων τους τελευταίους δώδεκα μήνες μεταξύ άλλων απενεργοποιήθηκε η «ωρολογιακή βόμβα» της ΔΕΗ και δρομολογήθηκε η εξυγίανσή της, ολοκληρώθηκε η ιδιωτικοποίηση των Ναυπηγείων Νεωρίου Σύρου, ενώ μέσα στους επόμενους μήνες ολοκληρώνεται η εξυγίανση και αποκρατικοποίηση φορέων που συσσώρευαν – επί δεκαετίες – τεράστια χρέη στο Ελληνικό Δημόσιο, όπως είναι η ΕΛΒΟ, τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και η ΛΑΡΚΟ. Παράλληλα με ένα πολυεπίπεδο πλέγμα μέτρων και δράσεων για την αμυντική βιομηχανία στηρίζεται και η ΕΑΒ, που αποτελεί μια πολλά υποσχόμενη αεροναυπηγική εταιρεία η οποία όμως, διαχρονικά αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα δομικού χαρακτήρα.
Ενδιαφέρον για παράδειγμα παρουσιάζει το παράδειγμα της ΔΕΗ και τα όσα έχουν γίνει για την σημαντική αυτή εταιρία.
Τον Αύγουστο του 2014 η ΔΕΗ είχε κεφαλαιοποίηση περίπου 2 δισ. ευρώ, ενώ πριν από τις Ευρωεκλογές η χρηματιστηριακή αξία της επιχείρησης υποχώρησε στο 1/7 περίπου του ποσού αυτού. Κύρια αιτία για την κακή κατάσταση της η έλλειψη σχεδίου από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Η προηγούμενη κυβέρνηση δεν υιοθέτησε το σχέδιο της «μικρής» ΔΕΗ που υπήρχε πριν, κατέληξε σε μία «κουτσή» Δ.Ε.Η. και έσερνε τη χώρα σε μια προοπτική «χωρίς ΔΕΗ.».
Στην έκθεση για τα αποτελέσματα του 2018 ο ορκωτός ελεγκτής επεσήμαινε ότι υπάρχει «ουσιώδης αβεβαιότητα η οποία ενδεχομένως θα εγείρει σημαντική αμφιβολία σχετικά με τη δυνατότητα της Εταιρείας και του Ομίλου να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους».
Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει αμέσως μετά την πολιτική αλλαγή της 7ης Ιουλίου 2019. Έναν χρόνο μετά, το γεγονός ότι η ΔΕΗ κατέγραψε κέρδη προ φόρων 55 εκατ. ευρώ το α΄ εξάμηνο του 2020 ενώ την αντίστοιχη χρονική περίοδο του 2019 είχε ζημίες 318 εκατ. ευρώ είναι μια απτή απόδειξη όχι μόνο της προόδου της ΔΕΗ, αλλά και της συντονισμένης προσπάθειας που καταβλήθηκε γι΄ αυτό τους τελευταίους 12 μήνες.
Για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι σαφές ότι πρωταρχικός του στόχος είναι να αφήσει ένα ξεκάθαρο μεταρρυθμιστικό αποτύπωμα. Δεν επιθυμεί να λειτουργήσει ως διαχειριστής που απλώς παρέμεινε στην εξουσία για μία κυβερνητική θητεία. Το αν θα τα καταφέρει θα φανεί στο προσεχές μέλλον μια και τέτοιου είδους κινήσεις κρύβουν πολλούς πολιτικούς κινδύνους. Γνωρίζει άλλωστε και ο ίδιος ότι σε τέτοιου είδους θέματα εκείνο που μετράει είναι η τόλμη και η ορθολογιστική προσέγγιση.