Ο Αλέξης Τσίπρας έχει στηρίξει το αφήγημα των εκλογών με την απλή αναλογική σε μια προοδευτική διακυβέρνηση που θα δημιουργηθεί αφού, όπως υποστηρίζει, ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πρώτο κόμμα (ακόμη και με μια ψήφο είχε πει το καλοκαίρι). Ο Γιάνης Βαρουφάκης έκλεισε την πόρτα όμως με άρθρο του – γράμμα, ελέω Μέρκελ, ενώ το ΚΙΝΑΛ αναζητεί αρχηγό με τους ψηφοφόρους του να του δείχνουν την κατεύθυνση, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, της απομάκρυνσης από μια ενδεχόμενη συνεργασία με τη σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση.
Τα περιθώρια του Αλέξη Τσίπρα στενεύουν. Και το αφήγημα που ευαγγελίζεται για να διατηρεί σε εγρήγορση στο πλαίσιο μιας εσαεί προεκλογικής διαδικασίας, τον κομματικό του μηχανισμό καθίσταται ολοένα και πιο απροσδιόριστο. Δείχνει να εξαρτάται δε από ενα ΚΙΝΑΛ όπου οι υποψήφιοι αρχηγοί, με εξαίρεση τον Ανδρέα Λοβέρδο, αφήνουν ένα περιθώριο για μετά τις εκλογές επικαλούμενοι την λαϊκή βούληση που θα αποτυπωθεί τότε χωρίς όμως να δείχνουν διάθεση να ακολουθήσουν τα κελεύσματα της ηγεσίας της Κουμουνδούρου.
Η τοποθέτηση του Γιάνη Βαρουφάκη στο άρθρο του – γράμμα προς τον Αλέξη, στο News247 ήταν κάθετη, όσο μπορεί φυσικά να είναι δεδομένου ότι όλα εξαρτώνται από το κατά πόσο το ΜέΡΑ 25 θα βρίσκεται στη Βουλή την επομένη των εκλογών.
«Αγαπητέ Αλέξη» ξεκινά το... γράμμα του πάλαι ποτέ στενού συνεργάτη του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ και αφού ασχολείται με τα όσα ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης έγραψε σε άρθρο για την Άγκελα Μέρκελ, (καταγράφοντας και τα όσα υποστηρίζει πως έγιναν την επίμαχη περίοδο του 2015) καταλήγει και πάλι με την ίδια προσφώνηση σημειώνοντας:
«Αγαπητέ Αλέξη, Αυτό το γράμμα μου σε σένα δεν αφορά ούτε το παρελθόν ούτε την Ιστορία. Αναφέρεται στο μέλλον αυτής της χώρας. Εξηγεί γιατί αποκλείεται η οποιαδήποτε προοδευτική συμμαχία με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Σκιαγραφεί την παλλαϊκή συστράτευση που θα γεννήσει, αργά ή γρήγορα, η μονιμοποιημένη κρίση. Και θυμίζει ότι η αυθεντική παλλαϊκή συστράτευση που έχει ανάγκη ο τόπος δεν θα αφήσει ξανά χώρο για ανεύθυνη υπακοή στις διάφορες Μέρκελ που το σύστημα πάντα θα γεννά ώστε να αναπαράγεται το ίδιο εις βάρος της συντριπτικής πλειοψηφίας Ελλήνων και Ευρωπαίων»
Η… πόρτα του Γιάνη Βαρουφάκη κλείνει τον έναν δρόμο του Αλέξη Τσίπρα. Και του προκαλεί και ένα μεγάλο πρόβλημα αφού παραμένει στα… αριστερά του ενεργό ένα κόμμα που τραβάει ψήφους. Και διατηρεί μάλιστα ένα ποσοστό έχοντας απήχηση σε ένα κοινό που αποτελούσε στο παρελθόν δεξαμενή ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ (τουλάχιστον την περίοδο του μνημονίου – αντιμνημονίου). Σε συνδυασμό δε και με άλλες ομάδες που διεκδικούν ψήφο σε κάθε εκλογική διαδικασία αλλά και την ύπαρξη του κόμματος της Ζωής Κωνσταντοπούλου οι απώλειες από τ' αριστερά καθίστανται μόνιμες.
Για αυτό και η προσπάθεια να πάει στο μεσαίο χώρο μέσα από την κεντροαριστερά. Η στροφή στα αριστερά που έταξε στην προγραμματική συνδιάσκεψη του Ιουλίου δείχνει να εμφανίζει άλλωστε κενά και προβλήματα… σύμπραξης με τους αμφισβητίες που μάλιστα τυγχάνουν και πρώην σύντροφοι και συνεργάτες.
Από τα δύο σημερινά κόμματα που θα μπορούσε να απευθυνθεί για να διατηρήσει το αφήγημα της προοδευτικής κυβέρνησης το ένα δηλώνει κάθετα όχι προς το παρόν.
Το άλλο είναι το ΚΙΝΑΛ που βρίσκεται σε διαδικασία εκλογών. Εκεί τα πράγματα είναι κάπως συγκεχυμένα στην περίπτωση εκλογής της Φώφης Γεννηματά άλλα και του Νίκου Ανδρουλάκη, ξεκάθαρα όμως στην περίπτωση εκλογής του Ανδρέα Λοβέρδου.
Η Φώφη Γεννηματά δεν απάντησε στο έντονο φλερτ του Αλέξη Τσίπρα από το βήμα της ΔΕΘ στη Θεσσαλονίκη. Και δεν κλείνει οριστικά ένα ενδεχόμενο μετεκλογικής συνεργασίας αν και εμφανίζεται κάθετη, τουλάχιστον στις συνεντεύξεις της ως προς την αυτόνομη πορεία του ΚΙΝΑΛ. Το έπραξε και στην τελευταία της συνέντευξη στα «Νέα» εντούτοις η γραμμή του κόμματος όπως αυτή χαράσσεται από την ίδια κινείται στα όρια της αντιπολιτευτικής τακτικής του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα. Ενδεικτική και η τελευταία τοποθέτηση αναφορικά με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΔΕΗ.
Ο Νίκος Αδρουλάκης επίσης υποψήφιος αρχηγός εμφανίζεται να δηλώνει σε συνέντευξή του στο iefimerida: «Το ποια θα είναι η επόμενη κυβέρνηση, θα το κρίνουν οι συσχετισμοί που θα διαμορφωθούν από τη λαϊκή ετυμηγορία. Συνεπώς, κεντρικός στόχος μας θα πρέπει να είναι να ενισχυθούμε εκλογικά και πολιτικά, ώστε να μπορούμε να εφαρμόσουμε το πρόγραμμά μας. Η συγκυρία είναι θετική, καθώς η ΝΔ φθείρεται και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι απαξιωμένος στη συνείδηση πολλών πολιτών από το κυβερνητικό του»
Περί συσχετισμών πάντως ομιλεί και ο Τσίπρας από τη ΔΕΘ και μετά. Τον Ιούλιο όμως στην Προγραμματική Συνδιάσκεψη καλούσε τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα κατά τον ίδιο προοδευτικά, να λάβουν άμεσα θέση επί των προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ αφήνοντας να εννοηθεί πως μια προγραμματική συνεργασία και σύγκλιση θα πρέπει να γίνει πριν τις εθνικές εκλογές. Η τακτική αυτή όμως έχει αλλάξει δεδομένης της δυσκολίας που θα είχε το εγχείρημα αυτό για τους υποψήφιους αρχηγούς του ΚΙΝΑΛ.
Πολύ δε περισσότερο όταν οι ψηφοφόροι του στις δημοσκοπήσεις δείχνουν αν επικροτούν τις πολιτικές του Κυριάκου Μητσοτάκη σε ιδιαίτερα υψηλό ποσοστά 26 μήνες μετά τις εκλογές του Ιουλίου του 2019
Ένας εκ των υποψηφίων αρχηγών που έχει πιο σαφή θέση είναι ο Χάρης Καστανίδης ο οποίος μιλά για εθνική συνεννόηση και δεν κρύβει μια τάση προς τον ΣΥΡΙΖΑ όπου βρίσκονται άλλωστε και αρκετά στελέχη του παλαιού ΠΑΣΟΚ.
Σαφής όμως είναι και η στάση του Ανδρέα Λοβέρδου. Ο υποψήφιος αρχηγός του ΚΙΝΑΛ που δηλώνει πως θα επαναφέρει στο προσκήνιο το ΠΑΣΟΚ έχει ξεκαθαρίσει και με την τελευταία του τηλεοπτική συνέντευξη ότι δεν τίθεται θέμα συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ
«Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι προοδευτικό κόμμα» έχει επισημάνει προσθέτοντας πως «Μιλάμε με τον ΣΥΡΙΖΑ, στην βουλή κάποιες φορές διαμορφώνουμε μαζί αντιπολιτευτική πολιτική, αλλά δεν είναι προοδευτικό κόμμα. Τα προοδευτικά, σοσιαλδημοκρατικά, τα κόμματα του κέντρου ή της αριστεράς, προβάλλουν ως πρώτη ανάγκη την δημοκρατία. Ο ΣΥΡΙΖΑ την δημοκρατία στις σχέσεις με τη δικαιοσύνη, τις ανεξάρτητες αρχές, με τους αντιπάλους, τα θεωρεί δευτερεύοντα, τριτεύοντα, τεταρτεύοντα. Από ότι μας έδειξε όταν κυβερνούσε και από ότι λέει ο αρχηγός του τώρα, ότι θεσμός εξουσίας έχει παραχθεί στον δυτικό κόσμο, τα θεωρεί αρμούς εξουσίας, που πρέπει κάθε κυβέρνηση να υφαρπάζει. Προοδευτική κυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ εγώ δεν βλέπω. Προοδευτική κυβέρνηση ως σύνθημα με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν στέκει».
Αυτός ενδεχομένως είναι και ο λόγος που ο Αλέξης Τσίπρας έχει τοποθετηθεί ανοιχτά, παρεμβαίνοντας μάλιστα στις εσωκομματικές διεργασίες ενός άλλου κόμματος, κατά του Ανδρέα Λοβέρδου. Μια κίνησή του που αξίζει να σημειωθεί δεν έτυχε της ανάλογης αντίδρασης από το ΚΙΝΑΛ και την ηγεσία του.
Σε κάθε περίπτωση το κρίσιμο ζήτημα όπως το χαρακτήρισε ο Αλέξης Τσίπρας απαντώντας σε ερώτηση στη ΔΕΘ, δηλαδή αν «η χώρα να αποκτήσει προοδευτική κυβέρνηση που θα δώσει προοπτική στον τόπο εφαρμόζοντας ριζικά διαφορετική πολιτική προς όφελος της κοινωνίας που θα απαντήσει στο ζήτημα της διεύρυνσης των ανισοτήτων, στο αίσθημα της ανασφάλειας» δεν είναι αναπάντητο αφού η απλή αναλογική που έφερε στο προσκήνιο ως νόμο ο ίδιος δείχνει μόνο τον δρόμο μιας ακυβερνησίας. Εξ ου και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε το δίλημμα της αυτοδύναμης κυβέρνησης ή της οπισθοδρόμησης της χώρας με λογικές παλαιοτέρων ετών.
Ο Αλέξης Τσίπρας δηλώνει πως ο ΣΥΡΙΖΑ «έχει θέσει και τον στόχο και το πρόταγμα των επόμενων εκλογών» που είναι αν «Θα έχουμε προοδευτική κυβέρνηση σε αυτή την κατεύθυνση, μια κυβέρνηση από την επομένη των εκλογών που είναι με απλή αναλογική ή θα υπάρξουν εκλογικοί εκβιασμοί, δεύτερες εκλογές και περιπέτειες»,
Και έχει καλέσει τα κόμματα να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Προς το παρόν μένει να ευελπιστεί σε μια ευνοϊκή για τον ίδιο μετατόπιση του ΚΙΝΑΛ μετά τις εσωκομματικές εκλογές και αφού φυσικά εκλεγεί αρχηγός κάποιος που δείχνει να ευνοεί μια τέτοια, βάσει της λαϊκής ετυμηγορίας πάντα ως δικαιολογία, εξέλιξη.
Απαραίτητη βέβαια προϋπόθεση να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ νικητής στις εθνικές εκλογές όποτε και αυτές γίνουν. Προς το παρόν οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μια τέτοια εξέλιξη είναι μακρινή. Όσο και η υλοποίηση του αφηγήματος περί προοδευτικής κυβέρνησης με τα κόμματα της βουλής που θα συνταχθούν πίσω από τον ΣΥΡΙΖΑ. Έναν ΣΥΡΙΖΑ που δεν πείθει, που ναι μεν διατηρεί τα ποσοστά που του δίνουν οι δημοσκοπήσεις επί 26 μήνες αλλά αδυνατεί να εισπράξει ακόμη και από τη φυσιολογική φθορά της κυβέρνησης. Πόσο δε μάλλον από τις κρίσεις που αυτή η κυβέρνηση έχει κληθεί και καλείται συνεχώς να αντιμετωπίσει.