Την 24η Φεβρουαρίου του 2022, ο δυτικός κόσμος θα εισερχόταν απότομα σε μια νέα εποχή. Στην εποχή της αποκάλυψης της αλήθειας ότι η ειρήνη δεν είναι δεδομένη. Ότι η ειρήνη δεν είναι δεδομένη ούτε στα εδάφη σύγχρονων, δημοκρατικών χωρών. Ότι δεν είναι δεδομένη στην Ευρώπη που εδώ και πολλές δεκαετίες άδραξε ευκαιρίες και υποσχέθηκε στους λαούς της ότι προχωρούμε μόνο με στόχο την ευημερία και με συνθήκη ειρήνης.
Η εποχή της αλήθειας ήρθε να σημάνει και κάτι πιο απτό. Ότι δε θα πρέπει να εμπιστεύεσαι τις κεκαλυμμένες, τάχα φιλειρηνικές διαθέσεις ηγετών που τίποτε άλλο δεν έχουν πράξει παρά την υπονόμευση της δημοκρατίας, των δικαιωμάτων και τη στερέωση της εξωτερικής τους πολιτικής – για χρόνια και με τρανή απόδειξη σήμερα– στον αναθεωρητισμό.
Η Ελλάδα κλήθηκε την 24η Φεβρουαρίου να λάβει μια πολιτική θέση. Η θέση που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση, δια του στόματος και της πολιτικής του Έλληνα πρωθυπουργού, επιβεβαίωσε την αντανακλαστική στάση της Ελλάδας, όπως αυτή εμφανιζόταν σε κάθε κρίσιμη ιστορική συγκυρία, κατά την οποία διαμορφωνόταν διεθνώς η ανάγκη για διακρατικούς συνασπισμούς. Επιβεβαίωσε την πρόσδεσή της με τη Δύση.
Με τον πλέον καθαρό και διαυγή τρόπο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε ευρωπαϊκό και ατλαντικό επίπεδο έλαβε τη θέση της συνδρομής και της στήριξης του ουκρανικού λαού που αντιστέκεται στη ρωσική εισβολή.
Θα παρατηρούσε κανείς ότι η συγκεκριμένη επιλογή έρχεται και αποτελεί το επιστέγασμα της συνολικής στροφής που λαμβάνει χώρα στην ελληνική εξωτερική πολιτική, εδώ και 30 μήνες. Πρόκειται για μια στροφή που στον πυρήνα της έχει την πρακτική εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου, ενισχύοντας την Ελλάδα.
Οι συμφωνίες οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών, η επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο στα 12 ναυτικά μίλια, οι συνεννοήσεις με την Αλβανία για τη Χάγη, ο εξοπλισμός, η ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής με τη Γαλλία και η επαναθέρμανση των σχέσεων με τις ΗΠΑ, αποτελούν κρίσιμα ορόσημα της νέας εξωτερικής πολιτικής. Της πολιτικής εκείνης που τοποθετεί τη χώρα στον πυρήνα της συνολικής δυτικής πολιτικής άμυνας.
Στο παρελθόν, όταν βεβαίως η πρακτική εφαρμογή της αναθεωρητικής ιδέας του ρώσου προέδρου άνηκε στη σφαίρα του «ίσως ανέφικτου», η ελληνική εξωτερική πολιτική, όπως και η ευρωπαϊκή πολιτική, έστρωναν έναν διπλωματικό, οικονομικό και ενεργειακό δρόμο συνεργασίας, μη λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις μηδενικές δημοκρατικές ευαισθησίες του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Εκείνη η εποχή επέτρεπε συνεργασίες, διπλωματικές επαφές, έντονη ενεργειακή εξάρτηση, αργοπορίες αναφορικά με τις ΑΠΕ, μικρή ετοιμότητα απέναντι σε έναν ενεργειακό πόλεμο.
Εκείνη την εποχή - που μόλις λίγες ημέρες απέχει από το σήμερα - είχε βρεθεί και το περιθώριο από κάποιους για πολιτικές κορώνες αμφισβήτησης του δυτικού αντιπροσωπευτικού πολιτικού συστήματος και για αντισυστημικές ρητορικές που υπονόμευαν σε πάρα πολλά δυτικά κράτη το οικονομικό status quo.
Που έφερναν λαϊκιστές – ακροαριστερούς και ακροδεξιούς - πολιτικούς στις ηγεσίες των χωρών. Που τελικά υπονόμευαν πολλά γύρω από τη σταθερότητα και την ειρήνη.
Ένα τέλος στον κίνδυνο, ο οποίος ενδεχομένως σε μεγάλο βαθμό να υφίστατο και για τη δική μας χώρα, ήρθε να θέσει η νέα εξωτερική πολιτική του Μητσοτάκη. Βεβαίως, είναι και η συγκυρία, η οποία στήριξε τέτοιου είδους άμεσες και απόλυτες επιλογές. Τα γεγονότα στον Έβρο το 2020 αποτέλεσαν ένα κρίσιμο γεωπολιτικό επεισόδιο, που έθετε σε κίνδυνο τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας. Η ξεκάθαρη αναθεωρητική ρητορική του Ερντογάν άφηνε και αφήνει λίγα περιθώρια εφησυχασμού.
Σε κάθε περίπτωση όμως, και με δεδομένες και σαφείς της συνθήκες, αυτό το οποίο διαπιστώνεται – και εδώ για την Ελλάδα - είναι το τέλος της αυταπάτης. Διαπιστώνεται η απονομιμοποίηση της εκμετάλλευσης της εξωτερικής πολιτικής για εσωτερικές υποθέσεις. Διαπιστώνεται η ξεκάθαρη τοποθέτηση απέναντι στην προπαγάνδα, στο ψέμα και στον πόλεμο που κήρυξε ο ρώσος πρόεδρος, θέλοντας να αναβιώσει μια ξεχασμένη στρατηγική ξαναγραψίματος της ιστορίας.
Η τρέχουσα εξωτερική πολιτική αναδεικνύει ένα σαφές και ιστορικό δίλημμα. Δίλημμα που μετά από χρόνια ξαναδημιουργήθηκε. Η Ελλάδα παίρνει την ιστορική της θέση και σε αυτή την κρίσιμη στιγμή. Θέση δίπλα στη Δύση, δίπλα στον πολιτισμό της Δύσης, στην πολιτική της Δύσης, στη δημοκρατία και στην ανεξαρτησία. Την ίδια στιγμή φανερώνονται όσοι συνειδητά διατηρούσαν και συνεχίζουν να διατηρούν την αντίθετη θέση.
*Βένη Μουζακιάρη, Διδάκτωρ του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών, του Πανεπιστημίου Μακεδονίας - Συγγραφέας του βιβλίου, «Η ΝΔ και ένας φιλελευθερισμός υπό προϋποθέσεις», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Παπαζήση.