Το αδιέξοδο είναι δεδομένο το βράδυ των εκλογών, παρότι ΝΔ και ΠΑΣΟΚ φαίνεται σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, να υπερβαίνουν τον αριθμό των 151 βουλευτών. Αλλά η χώρα θα επιβαρυνθεί με ενάμισι μήνα αστάθειας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για την οικονομία, αφού καθίσταται αδύνατος ο σχηματισμός κυβέρνησης.
Ο υπεύθυνος της δυστοκίας, τρίτος κατά σειρά, θα πληρώσει με αφαίμαξη αφού θα έχει συμβάλει ώστε οι δεύτερες εκλογές να λάβουν δημοψηφισματικό χαρακτήρα. Αυτή τη φορά όντως θα λάβει σάρκα το παλιό διαζευκτικό του Τσίπρα «ή εμείς ή αυτοί».
Είναι μη κατανοητή η αυτοχειριαστική στάση Ανδρουλάκη, αφού οι δεύτερες εκλογές θα τον αποδυναμώσουν. Τμήμα των ψηφοφόρων του θα στραφεί στη ΝΔ, προκειμένου να μην έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ, και άλλο για τον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί του το επιβάλει η αντιδεξιά του νοοτροπία. Όσο μικρά και να είναι αυτά, για το εκλογικό μέγεθος του ΠΑΣΟΚ είναι σημαντικά. Παρά τις προσδοκίες του Προέδρου ότι «θα σταματήσει η λεηλασία του ΠΑΣΟΚ».
Ο Ανδρουλάκης στη «Real News» κατηγόρησε τα δύο κόμματα πως τον διαστρεβλώνουν σκόπιμα επειδή δεν θέλουν να συγκυβερνήσουν, αλλά να πλήξουν το ΠΑΣΟΚ. Κατά τον ίδιο «ούτε ο κ. Μητσοτάκης ούτε ο κ. Τσίπρας ενδιαφέρονται για το πρόγραμμά μας και για μια προγραμματική συμφωνία που θα δημιουργήσει τις συνθήκες για τις αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα ώστε να σταματήσουμε να είμαστε μια χώρα χαμηλών προσδοκιών. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η κατάκτηση της εξουσίας για την εξουσία».
Και ο ίδιος τους βοηθά, και θα λέγαμε… μας δουλεύει. Πότε έθεσε ως πρώτιστη αναγκαιότητα την «προγραμματική συμφωνία» μεταξύ των δύο δυνητικών εταίρων; Το μόνο που είπε εμφατικά από την αρχή της θητείας του (όταν τα δημοσκοπικά ποσοστά είχαν φουσκοδενδριά), και στο οποίο επιμένει εμμονικά, είναι το «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας». Την προγραμματική συμφωνία την εμπνεύστηκε αργότερα, όταν ήρθε η άπνοια των ποσοστών.
Η ταπεινότητά μας έγραφε τότε ότι το ΠΑΣΟΚ έχει την κυβερνητική πείρα και το ηθικό έρεισμα (πλέον ναι, το έχει!) να παρουσιάσει ως σημείο διαπραγμάτευσης και συμφωνίας μια δέσμη θέσεων, σε κάποιες εκ των οποίων θα ήταν ανυποχώρητο, για λόγους πολιτικής και ιδεολογικής συνέπειας. Και είχαμε πει ότι θα μπορούσε να παίξει τον ρόλο του θεσμικού και ηθικού αντίβαρου. Όχι γιατί η ΝΔ δεν τα εγγυάται εξ ορισμού, αλλά γιατί η παντοδυναμία των αυτοδύναμων κυβερνήσεων φέρνει την αλαζονεία της εξουσίας, και αυτή με τη σειρά της την αίσθηση του άτρωτου, και του επιρρεπούς σε εξουσιαστικούς «πειρασμούς».
Πώς στέκει το επιχείρημά του ότι «με ένα ισχυρό διψήφιο ποσοστό θα αναζητήσουμε προγραμματικές συγκλίσεις και πρόσωπα κοινής αποδοχής»; Η ΝΔ έγινε κυβέρνηση χάριν του Μητσοτάκη, επειδή ένα τμήμα του κεντρώου χώρου τον είδε ως διαφυγή και αποφυγή της συνέχισης του ζόφου ΣΥΡΙΖΑ.
Το ίδιο και στον ΣΥΡΙΖΑ για να μην έρθει η Δεξιά. Άσχετα πόσες αντιθέσεις έχει κανείς με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και το αρχηγό του, είναι δεδομένο ότι ο Τσίπρας ενθουσίασε και ενέπνευσε τον κόσμο (ναι με την αήθη πολιτική του αλλά δεν συζητάμε αυτό τώρα). Πήρε ένα περιθωριακό κόμμα από το 4%, το πήγε στο 36,34% και το έκανε κυβέρνηση.
Και παρά την πλήρως αποτυχημένη διακυβέρνησή του, παρά τις κωλοτούμπες και την υποταγή του, όχι μόνο το διατηρεί στην αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά και ο ίδιος διατηρεί ακόμη στον κόσμο του, την εικόνα του ασυμβίβαστου! Θέλει προσόντα αυτό που κατορθώνει, και εισπράττει χειροκρότημα, ενθουσιασμό και πίστη, αντί για αποδοκιμασίες που θα έπρεπε, από όσους απογοήτευσε!
Αυτό δεν το κατανόησε ο Ανδρουλάκης και προβάλει την ανορθολογική απαίτηση για πρωθυπουργό κοινής αποδοχής. Δεν κατάλαβε ότι ο κόσμος δεν ψηφίζει μόνο ΝΔ. Το κρίσιμο μέγεθος ψηφίζει Μητσοτάκη. Και η πλειοψηφία των απέναντι δεν ψηφίζει ΣΥΡΙΖΑ. Ψηφίζει Τσίπρα. Με ποια πολιτική λογική το έστω «ισχυρό ποσοστό» που επιζητά ο Ανδρουλάκης (σιγά το ισχυρό δηλαδή 12% στο οποίο ελπίζει) θα επιβάλει σε κόμμα που θα έχει υπερκεράσει το 30% τη δική του θέληση; Και ποιος είναι ο σεβασμός του 30+% των ψηφοφόρων;
Αυτό είναι το ουσιαστικό, γιατί δέσμευσε το ΠΑΣΟΚ. Δεν μπορεί να υποχωρήσει γιατί θα εκτεθεί. Θα οδηγήσει τη χώρα σε δεύτερες εκλογές και θα το πληρώσει το ίδιο.
Τα υπόλοιπα, όπως αυτά του Μητσοτάκη ότι δεν θεωρεί το ΠΑΣΟΚ «δύναμη προοδευτικού εκσυγχρονισμού, ή όπως ο αφορισμός Ανδρουλάκη ότι «το ΠΑΣΟΚ είναι ο πραγματικός του αντίπαλος», είναι λόγια ανάερα, μια εβδομάδα πριν τις εκλογές. Δηλαδή άνευ ουσίας.