Δύο δημοσκοπήσεις χθες επιβεβαιώνουν την διαρκή πρωτοκαθεδρία της ΝΔ, παρόλο που η περίοδος εξακολουθεί να είναι εύθραυστη καθώς στο φόντο υπάρχει ακόμη η συναισθηματική φόρτιση από το θρηνητικό γεγονός των Τεμπών.
Στη δημοσκόπηση της MRB για λογαριασμό του newsbomb.gr, και στην πρόθεση ψήφου, η Νέα Δημοκρατία συγκεντρώνει 28% και ο ΣΥΡΙΖΑ στο 24,7% (διαφορά 3,3%). Ακολουθεί το ΠΑΣΟΚ με 8%. Με αναγωγή επί των εγκύρων η ΝΔ (30,8%) προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ (27,2%) , με 3,6 μονάδες.
Μεγαλύτερη διαφορά 4,7% δίνει η Metron Analysis για το MEGA, με τη ΝΔ να λαμβάνει 26,2%, τον ΣΥΡΙΖΑ 20,5% και το ΠΑΣΟΚ 9,2%. Και στην εκτίμηση ψήφου η διαφορά μεταξύ ΝΔ (32,5%) και ΣΥΡΙΖΑ (26,7% ) φτάνει το 5,8%.
Το ΠΑΣΟΚ (11,7%) ανεβαίνει κοντά στο επιθυμητό 12% που επιθυμεί ο Ανδρουλάκης για να προβάλει «πυγμή» και να κάνει «λαμπόγυαλο» το πολιτικό σκηνικό με τον δικό του Πρωθυπουργό.
Οι αριθμοί βέβαια πέραν από κουραστικοί, είναι και ρευστοί στην παρούσα συγκυρία. Είναι όμως και ενδεικτικοί ότι δεν βγαίνουν «τα κουκιά» καμιάς συνεργασίας - εκτός βεβαίως του «μεγάλου Συνασπισμού» που σαφώς δεν θα γίνει. Οπότε πάμε πλησίστιοι για εκλογές τον Ιούλιο. Ως τότε υπάρχει καιρός -ο καιρός πάντα απαλύνει- ώστε να αποφορτιστεί περαιτέρω η συγκινησιακή ατμόσφαιρα που προκάλεσε το σοκ. Εξ αυτού η ΝΔ έχει βάσιμες ελπίδες για περαιτέρω άνοδο.
Άλλωστε συνηγορούν οι αριθμοί. Κατά την ίδια έρευνα το 26% των αναποφάσιστων προέρχονται από το κυβερνών κόμμα και μόνο το 6% από τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν πήγαν στον ΣΥΡΙΖΑ ή το ΠΑΣΟΚ. Λογικό είναι ότι ενώπιον της καθοριστικής κάλπης, αυτής του Ιουλίου, θα σαρωθούν εν πολλοίς οι επιφυλάξεις. Σε άλλους θα υπερισχύσει ο κομματικός πατριωτισμός και αναγκαστικά θα σαρώσει τις επιφυλάξεις τους. Και σε άλλους με βαριά καρδιά η απουσία εναλλακτικής θα τους οδηγήσει στη ΝΔ( γιατί αν έβλεπαν εναλλακτική θα είχαν ήδη συμπτυχθεί σε κόμματα της αντιπολίτευσης).
Στα ανωτέρω συνηγορούν η επί εξαετία δημοσκοπική υπεροχή της ΝΔ και η πρωθυπουργική καταλληλότητα του Μητσοτάκη έναντι του Τσίπρα, την οποία δεν ανέτρεψε το θανατικό των Τεμπών. Αντιθέτως, αυτή παραμένει χαώδης, με τον Μητσοτάκη να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του 36% και τον Τσίπρα να περιορίζεται στο πενιχρό 17%.
Παρεμπιπτόντως, θα πρέπει να ενσκήψει προβληματισμός στην πλευρά του Νίκου Ανδρουλάκη. Η δημοσκόπηση διεξήχθη μεσούσης της επικοινωνιακής θύελλας που ξεσήκωσε με το «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας», και η έμμεση και «κομψή» θα λέγαμε, υπόδειξη του δικού του προσώπου για τη θέση.
Και παρόλο που σύμπασα η πολιτική δημοσιογραφία όλων των Μέσων ασχολήθηκαν διεξοδικά αναλύοντας τις προθέσεις του, ο ίδιος στην καταλληλότητα πρωθυπουργίας περιορίζεται στο μηδαμινό 6%. Συναγωνίζεται σχεδόν τον ανεχέγγυο Βαρουφάκη που βρίσκεται στο 4%.
Αυτό μάλλον καταδεικνύει και την απόσταση του λαού από την πρότασή του, γεγονός που ίσως προσμετρήσει αρνητικά στην επιλογή ψήφου προτίμησης. Αν είχε τύχει λαϊκής επιδοκιμασίας η ένσταση για τους δύο επίδοξους Πρωθυπουργούς, Μητσοτάκη και Τσίπρα, η εικόνα καταλληλόλητας θα ήταν μάλλον πιο ενθαρρυντική.
Εν τω μεταξύ άρχισε η ηθικολογία, που πάντα προέρχεται από την... ευαίσθητη πλευρά των ανθρωπιστών δημοσιολογούντων. Όσο π.χ. η πύρινη καταγγελτική ατμόσφαιρα αφορούσε τα ονόματα της Νικολάου, του Παπαθανάση, της Σπυράκη (που ίσως και να πήγε τσάμπα), ήταν απαίτηση κάθαρσης της δημόσιας ζωής. Όταν αναφέρθηκε το όνομα του Γιάννη Ραγκούση, άρχισαν οι οιμωγές για το επίπεδο της δημόσιας ζωής που ξεπέφτει στην αχρεία σκανδαλολογία.
Δεν υπονοούμε τίποτα για τον πρώην πασόκο και νυν συριζαίο υπουργό. Αναμένουμε να προσφύγει στη Δικαιοσύνη (όχι μόνο στα εύκολα, στην αστεία επιτροπή «Πόθεν Εσχες» της Βουλής, που ποτέ δεν έχει διερευνήσει το «Πόθεν» και αρκείται στο «Εσχες» ), και η Δικαιοσύνη να αποφανθεί.
Αναφερόμαστε στους κήνσορες της δημόσιας σφαίρας, σε αυτή τη νοοτροπία που κυριαρχεί επί δεκαετίες - την θυμόμαστε από το «βρώμικο 89». Όταν αφορά καταγγελία για τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, αναζωογονούνται πύρινες γραφίδες και ιεροεξεταστικές τηλεοπτικές καταγγελίες. Όταν αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ αρχίζει βελούδινη στενοχώρια για το επίπεδο της πολιτικής ζωής που καταπίπτει στην σκανδαλολογία. Δεν είναι εντεταλμένοι του ΣΥΡΙΖΑ όλοι αυτοί. Είναι νοοτροπία δεκαετιών που αναπτύχθηκε κατά τη μεταπολίτευση.
Παράλληλα υπάρχει και η «ευγενής» άποψη ότι κατά την προεκλογική περίοδο, συζητάται το παρελθόν και όχι τα προγράμματα των κομμάτων για το μέλλον της χώρας. Μα τα προγράμματα δεν είναι τίποτα άλλο από έπεα πτερόεντα. Το κάθε κόμμα, κάθε αρχηγός τάζει προεκλογικά, αφού κανείς δεν έχασε τάζοντας.
Τα προγράμματα όμως πρέπει να έχουν αντιστοίχιση με την εγκυρότητα του παρελθόντος. Κρισάρα είναι η φερεγγυότητα των κομμάτων κατά την κυβερνητική τους πορεία. Και οι τρεις πρώτοι έχουν κυβερνήσει, οπότε και οι τρεις κρίνονται και από το παρελθόν τους. Το παρελθόν τους προδικάζει την εγκυρότητα του μέλλοντός τους .