Κεντρική συνιστώσα των πολιτικών της νέας Κυβέρνησης στην Ελλάδα αποτελεί η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Αυτό τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην ομιλία του στη ομιλία του στη γενική συνέλευση του ΟΗΕ, όπου ανέπτυξε την πρόταση για την προστασία του περιβάλλοντος και της πολιτισμικής κληρονομιάς, δεσμευόμενος ουσιαστικά για τη σύνδεση του οικονομικού μέλλοντος της χώρας με την «πράσινη» ανάπτυξη. Παράλληλα ανακοίνωσε την πρόθεσή του να συγκαλέσει το 2020 μια σύνοδο υψηλού επιπέδου στην Αθήνα.
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός ενεφανίσθη αποφασισμένος να συνδέσει την στρατηγική του για την ανάπτυξη της χώρας και την αλλαγή σελίδα με την «πράσινη ανάπτυξη» και την λήψη μέτρων για την προστασία από την κλιματική αλλαγή που πλήττει συνολικά τον πλανήτη.
Με άμεσες ενέργειες όπως η στήριξη των ΑΠΕ, η δημιουργίας ενός συστήματος εργοστασίων ανακύκλωσης της χώρας, ακόμη και η κινητροδότηση για την αγορά αυτοκινήτων που εκπέμπουν μηδενικούς ρύπους σε συνδυασμό με το σταδιακό κλείσιμο των ρυπογόνων λιγνιτικών μονάδων, αλλά και με τη στήριξη των πρωτοβουλιών για την προστασία του περιβάλλοντος, διαμορφώνεται ένα σχέδιο που θα υιοθετηθεί πριν το τέλος έτους. Ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο στον αντίποδα υποσχέσεων και αναφορών που έμειναν χωρίς αντίκρυσμα.
«Η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει να υιοθετήσει μία νέα, φιλόδοξη Εθνική Στρατηγική για την Ενέργεια και το Κλίμα πριν το τέλος του έτους» ανέφερε ο Πρωθυπουργός προσθέτοντας ότι στο πλαίσιο αυτό σχεδιάζεται το κλείσιμο όλων των λιγνιτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το 2028, ενω προανήγγειλε την απαγόρευση των πλαστικών μιας χρήσης «σε ολόκληρη τη χώρα από το 2021».
Στο σημείο αυτό ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι «η κυβέρνησή μου υποστηρίζει σθεναρά το στρατηγικό μακροπρόθεσμο όραμα για μια οικονομία της ΕΕ που δεν θα επιβαρύνει το κλίμα έως το 2050», υπογραμμίζοντας μάλιστα ότι «για εμάς δεν είναι απλώς μία υποχρέωση, αλλά μία ευκαιρία».
Στο πλαίσιο αυτό ανακοίνωσε ότι η χώρα ήδη παράγει το 20% της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας λέγοντας πως «σκοπεύουμε να φτάσουμε στο 35% έως το 2030».
«Το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας συνδέεται με την ικανότητά της να προστατεύσει το μοναδικό φυσικό της περιβάλλον» τόνισε χαρακτηριστικά για να διευκρινίσει ότι «η κλιματική αλλαγή θα λειτουργήσει επίσης ως τροχοπέδη στην οικονομική μας ανάπτυξη και στην ευημερία του ελληνικού λαού, καθώς θα επηρεάσει αρνητικά οικονομικούς τομείς όπως η γεωργία και ο τουρισμός».
«Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας» συνέχισε «απειλεί τις ακτές και τα νησιά μας. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα όπως οι καταιγίδες, οι πλημμύρες και τα κύματα καύσωνα έχουν καταστροφικές επιπτώσεις στην ελληνική κοινωνία και στην οικονομία μας».
Για το λόγο αυτό όπως είπε «έχουμε κάνει την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής κεντρική συνιστώσα των κυβερνητικών μας πολιτικών».
H προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε ο Πρωθυπουργός στην προστασία της πολιτισμικής κληρονομιάς. Άλλωστε η πρόταση της ελληνικής πλευράς για την κλιματική αλλαγή και τα μνημεία είναι αυτή που οδήγησε τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ να την επιλέξει μαζί με άλλες οκτώ και να προσκαλέσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως ομιλητή στη γενική συνέλευση για την κλιματική αλλαγή.
«Η αλλαγή του κλίματος δεν επηρεάζει μόνο το παρόν και το μέλλον μας. Επηρεάζει επίσης το παρελθόν μας, την ιστορία μας» ανέφερε, σημειώνοντας πως «τα ακραία καιρικά φαινόμενα και ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος των δυσμενών κλιματικών συνθηκών έχουν τη δυνατότητα να βλάψουν σημαντικά τις τοποθεσίες πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς».
Και όχι μόνο, τόνισε, αφού η κλιματική αλλαγή είναι ικανή να διαταράξει και τους παραδοσιακούς τρόπους ζωής. «Όταν τα ελαιόδεντρα», είπε, «καταστρέφονται από βακτήρια και την μύγα ελιάς δεν είναι μόνο οικονομική καταστροφή. Επηρεάζει τη ζωή των τοπικών κοινοτήτων σε τέτοιο βαθμό ώστε να αποτελεί απειλή για τη μοναδική άυλη πολιτιστική κληρονομιά μας».
Σύμφωνα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, «η Ελλάδα ανησυχεί βαθύτατα για τις πιθανές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην πολιτιστική και φυσική μας κληρονομιά]Πέρυσι τον Ιούνιο συγκαλέσαμε στην Αθήνα ένα διεθνές συνέδριο με τίτλο «Επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής στην Πολιτιστική Κληρονομιά: Αντιμετωπίζοντας την Πρόκληση», με στόχο την ευαισθητοποίηση και την ενθάρρυνση παγκόσμιας δράσης για το ζήτημα».
Πρόληψη και παρακολούθηση
«Η προσπάθεια μας πρέπει να επικεντρωθεί στην πρόληψη και την παρακολούθηση. Εκτός από τις μεγάλες καταστροφές, οι αλλαγές είναι συχνά λεπτές, σταδιακές και δεν εντοπίζονται στα αρχικά στάδια. Η ευαισθητοποίηση όχι μόνο σε παγκόσμιο αλλά και σε τοπικό επίπεδο είναι καθοριστική για την επίτευξη των στόχων μας».
Ανακοινώνοντας την πρωτοβουλία της Ελλάδας να συγκαλέσει σύνοδο υψηλού επιπέδου το 2020 στην Αθήνα, «με στόχο την υιοθέτηση δήλωσης για την προστασία της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής» σημείωσε:
«Το 2020 σηματοδοτεί 2.500 χρόνια από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Η αθηναϊκή νίκη άνοιξε το δρόμο για τον χρυσό αιώνα της κλασικής ελληνικής Αθήνας. Υπό την σκιά της Ακρόπολης, ας υποσχεθούμε ότι ένα μνημείο που έχει επιβιώσει για 25 αιώνες θα συνεχίσει να αποτελεί φάρο ομορφιάς και φυσικής ισορροπίας που θα εκτιμηθεί από τις γενιές που έρχονται».
Η τραγωδία στο Μάτι
Ο πρωθυπουργός άρχισε την ομιλία του με αναφορά στην τραγωδία στο Μάτι. «Νωρίς το απόγευμα της 23ης Ιουλίου πέρυσι μία μικρή πυρκαγιά ξέσπασε σε λόφο έξω από την Αθήνα» ανέφερε για να προσθέσει:
«Οι πυροσβεστικές υπηρεσίες αντιμετωπίζουν χιλιάδες τέτοιες φωτιές κάθε χρόνο. Αυτή όμως ήταν διαφορετική. Οδηγημένη από ισχυρότατους ανέμους, εξαπλώθηκε γρήγορα και έφθασε στην προαστιακή κωμόπολη του Ματιού. Μόλις μπήκε στην πευκόφυτη οικιστική περιοχή κατέστη αδύνατο να περιοριστεί».
«Οι άνθρωποι έτρεχαν για να σώσουν τη ζωή τους πριν δοθεί οιαδήποτε εντολή εκκένωσης» συνέχισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «102 δεν τα κατάφεραν. Πέθαναν σε μια πύρινη κόλαση. Όλα έγιναν σε λιγότερο από τέσσερις ώρες. Η καταστροφή του Μάτι συγκλόνισε βαθύτατα την ελληνική κοινωνία».
Και κατέληξε λέγοντας πως «τα ακραία καιρικά φαινόμενα είναι η άμεση συνέπεια της κλιματικής αλλαγής. Δεν είναι πρόβλημα που μπορούμε να μεταθέσουμε για λίγες δεκαετίες. Πρέπει να αντιμετωπιστεί εδώ και τώρα, καθώς οι επιπτώσεις της επηρεάζουν τις ζωές εκείνων που, μέχρι πρότινος, δεν ενδιαφέρονταν πολύ για το θέμα».