Τον Ιούνιο του 2015 ο Αλέξης Τσίπρας από τη θέση του πρωθυπουργού της τότε κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ καταργούσε το νόμο του 2012 που προέβλεπε τη συγκρότηση των συμβουλίων διοίκησης των ΑΕΙ μέσω ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, τον οποίο το κόμμα του χαρακτήριζε ως «τεχνοφασισμό».
Σήμερα και αφού έχει καταψηφίσει οποιαδήποτε σχετική μεταρρύθμιση τα τελευταία 2,5 χρόνια ανακαλύπτει, με τα στελέχη του, τη μαγεία της τεχνολογίας και δηλώνει έτοιμος να πραγματοποιήσει ένα... ψηφιακό συνέδριο, που θα περιλαμβάνει και ηλεκτρονική... ψηφοφορία.
Όταν το 2012 υπερψηφιζόταν ο νόμος για τη συγκρότηση των συμβουλίων διοίκησης των ΑΕΙ μέσω ηλεκτρονικών ψηφοφοριών, ο ΣΥΡΙΖΑ υιοθετούσε τα περί τεχνοφασισμού υποστηρίζοντας πως οι διαδικασίες θα ήταν διαβλητές και παράνομες. Μιλώντας για μνημονιακού τύπου τεχνοφασισμό, υποστήριζε τότε πως «μπορεί να επεκταθεί σε κάθε δημοκρατική εκλογή εκπροσώπων για τη διοίκηση της χώρας» θέτοντας και θέμα «συνταγματικής εκτροπής».
Αναλαμβάνοντας την εξουσία έσπευσε να τον καταργήσει με το βλέμμα στους φοιτητές που αντιδρούσαν, αφού μέσω αυτής της διαδικασίας έχαναν και τη δυνατότητα να ελέγχουν τα συμβούλια των ΑΕΙ. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας από το βήμα της Βουλής ως πρωθυπουργός το 2015, «Αυτό που άλλαξε με την ηλεκτρονική ψηφοφορία και ο λόγος που την καταργούμε είναι ο εξής:
Με την ηλεκτρονική ψηφοφορία η πραγματική εφορευτική επιτροπή δεν είναι αυτοί που συλλέγουν τα e-mails και αθροίζουν τις ψήφους, είναι ένας server, τον οποίο κανείς μη μυημένος δεν μπορεί να ελέγξει. Επομένως, το αδιάβλητο δεν διασφαλίζεται. Όμως, το ακόμη χειρότερο, κρισιμότερο και ουσιαστικότερο είναι ότι δεν διασφαλίζεται η μυστικότητα. Τα ηλεκτρονικά ίχνη και η προσωπική επιλογή του καθενός είναι εκεί, στη διάθεση του κάθε ενδιαφερόμενου».
Με αυτή τη λογική κινήθηκε από εκείνη την περίοδο και μετά. Και ως κυβέρνηση και ως αξιωματικής αντιπολίτευση, παραγνωρίζοντας τα επιτεύγματα της τεχνολογίας, αρνούμενος να αποδεχθεί τις δυνατότητές της, κυριώς δέ, χαϊδεύοντας τα αυτιά φοιτητών, συνδικαλιστών και λοιπών «συλλογικοτήτων» που στο όνομα της λεγόμενης... κινηματικής δράσης του χαρακτηρίζουν ως «τεχνοφασισμό» οποιαδήποτε εξέλιξη που δρα καταλυτικά απέναντι στις μειοψηφίες που εκμεταλλεύονται με κάθε τρόπο κενά του νομικού πλαισίου και όχι μόνο.
Παρεμπιπτόντως, πέρα του «τεχνοφασισμού», ο πάλαι ποτέ στενός συνεργάτης του Αλέξη Τσίπρα, ο Γιάνης Βαρουφάκης, πρόεδρος κόμματος που έχει μπει στη Βουλή έχει βάλει στη συζήτηση αυτή και τον όρο «τεχνοφεδουαρχία».
Λειτουργώντας ξεκάθαρα τεχνοφοβικά, αντιδρώντας στις εξελίξεις, αρνούμενος να συναινέσει σε μεταρρυθμίσεις άμεσα συνδεδεμένες με την τεχνολογία, όπου σημειωτέον ένας ολόκληρος κλάδος της πληροφορικής και των υπολογιστικών επιστημών δημιουργεί νέα δεδομένα με ισχυρές δικλείδες ασφαλείας, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο επικεφαλής του τα τελευταία 2,5 χρόνια καταψήφισαν, έθεσαν θέμα συνταγματικότητας ή δήλωσαν παρών σε σειρά ρυθμίσεων.
Από την περίπτωση της τηλεργασίας, που τώρα ζητά να εφαρμοστεί λόγω κρουσμάτων, μέχρι την καταψήφιση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για τις εκλογές στα συνδικαλιστικά σωματεία και τα συνδικάτα αλλά και το παρών στις αλλαγές για την εκλογή συμβουλίων στους εκπαιδευτικούς, η αξιωματική αντιπολίτευση έχει επιλέξει το δρόμο της επιστροφής σε ένα παρελθόν που εκπροσωπεί πρωτίστως πελατειακές σχέσεις. Και στο δρόμο αυτό έχει ντύσει με ιδεολογικό μανδύα τις τοποθετήσεις του ακόμη και σε επίπεδο παρουσίας στις συζητήσεις στη Βουλή.
Υιοθετώντας ορολογίες περί τεχνοφασισμού, μετατρέποντας την τεχνοφοβία σε ιδεολογία γύρισε την πλάτη στις δημοκρατικές διαδικασίες που η τεχνολογία δύναται να υποστηρίξει κλείνοντας τα μάτια στην... τεχνοδημοκρατία, την οποία οφείλει ένα προοδευτικό κόμμα να προωθεί.
Τα δύο χρόνια της πανδημίας, οι ρυθμοί που επικράτησαν και ο ψηφιακός μετασχηματισμός που επήλθε και που δύναται να εξελιχθεί περαιτέρω για τον ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσαν εστία πολιτικής και μικροκομματικής εκμετάλλευσης, αν και πλειοψηφικά μόνο αντίθετοι δεν εμφανίζονται οι πολίτες σε τέτοιες λογικές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ καταψήφισε τη διάταξη για ηλεκτρονική ψηφοφορία στα σωματεία και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, για τα αθλητικά σωματεία και τις Ενώσεις, δήλωσε παρών στα περί ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για εκλογή εκπαιδευτικών στα συμβούλια και καταψήφισε τις διατάξεις περί τηλεργασίας. Και κάθε άλλη τεχνολογική μεταρρύθμιση μέσα στα 2,5 χρόνια της δράσης της ως αξιωματική αντιπολίτευση.
Μόνο που η ζωή τα φέρνει αλλιώς και οι ορολογίες που εύκολα μετατρέπονται σε συνθήματα γυρνούν και μπούμερανγκ, αφού πλέον ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίζεται διατεθειμένος, όπως έγινε γνωστό, να προχωρήσει σε ψηφιακό συνέδριο, αν η πανδημία και οι εξελίξεις της δεν επιτρέψουν τη συγκέντρωση των 5.000 συνέδρων σε ενιαίο χώρο.
Η επίκληση της τεχνολογίας από την Κουμουνδούρου δείχνει πως τα στελέχη του ανακαλύπτουν τον κόσμο αυτό και σε επίπεδο λειτουργικό, ξεχνώντας τα περί αντισυνταγματικότητας που έθετε σε κάθε σχετική παρέμβαση από τη σημερινή ή από παλαιότερες κυβερνήσεις. Ο τεχνοφασισμός, η ορολογία που καθιερώθηκε από τεχνοφοβικές λογικές, κυρίως ως προς το ενδεχόμενο απώλειας της κινηματικής λογικής και δράσης μετατρέπεται τώρα σε «αξιοποίηση τω τεράστιων δυνατοτήτων που προσφέρει η τεχνολογία».
Μόνο που στην περίπτωση αυτή ηλεκτρονικά θα γίνουν και οι ψηφοφορίες για τα όργανα για τη διακήρυξη και την αποδοχή της και για οτιδήποτε άλλο προβλέπεται σε ένα κεντρικό συνέδριο και ως εκ τούτου είναι απορίας άξιο πως θα αντιδράσουν και οι συνιστώσες που έθεταν θέμα τεχνοφασισμού.
Βέβαια, στις περιπτώσεις που ένα ψηφιακό συνέδριο δύναται να καλύψει έστω και εν μέρει τα εσωκομματικά προβλήματα και να συνεργήσει στο να αποφευχθούν τα ξεκαθαρίσματα λογαριασμών που πολύ «υπόσχονται», ακόμη και στενοί συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα, (βλ. Παύλος Πολάκης) τότε η τεχνολογία μάλλον καθίσταται ελκυστική και η μαγεία της καλύπτει τους όποιους προβληματισμούς.