Συνωμοτεί σήμερα μια ετερόκλητη «φαιδρή συμμαχία», σύμφωνα με το αφελές και χοντροκομμένο αφήγημα της οποίας, η κυβέρνηση είναι μία νεοφιλελεύθερη χούντα, που παρακολουθεί την ιδιωτική ζωή των πολιτών. Αρκεί που το λέει ο δημοσιογράφος Βαξεβάνης.
Τι κι αν κλήθηκε να δώσει στοιχεία για αυτά που κατήγγειλε κι εκείνος, αντί για στοιχεία, προσκόμισε τον δικηγόρο Μαντζουράνη και ένα υπόμνημα-manual στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με οδηγίες για τον χειρισμό της υπόθεσης; Τι κι αν οι καταγγελλόμενες παρακολουθήσεις γίνονταν με τη χρήση κακόβουλου λογισμικού που δεν χρησιμοποιεί το ελληνικό κράτος; Τι κι αν όλοι γνωρίζουν, ότι το τοπίο της λειτουργίας και διακίνησης κακόβουλων λογισμικών είναι ατιθάσευτο και ότι η νομιμότητα, διεθνώς, τρέχει ασθμαίνουσα πίσω από την παραβατικότητα;
Τι κι αν ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, που ανέδειξε ως μείζον το ζήτημα της παρακολούθησης του τηλεφώνου του, ενώ κλήθηκε επανειλημμένα να πληροφορηθεί, με τη μόνη νόμιμη διαδικασία που προβλέπεται τους λόγους αρνήθηκε να το πράξει και να έχει έτσι την ευκαιρία "ξεμπροστιάσει" την κυβέρνηση;
Η φαιδρότητα όμως δεν είναι πάντοτε ακίνδυνη. Ιδίως, όταν κατορθώνει να περισπάσει την κυβέρνηση από το έργο της και να τη ρίξει στην περιδίνηση μιας άγριας και χωρίς κανόνες αντιπαράθεση. Η κυβέρνηση οφείλει να απαντά με επιχειρήματα και στοιχεία και να αποκαλύπτει την κενότητα και κακοβουλία των συκοφαντών της. Οφείλει όμως ταυτόχρονα και κυρίως να συνεχίσει τη δουλειά της σε κάθε τομέα διακυβέρνησης και να παρέμβει με γενναίες διορθωτικές κινήσεις, όπου χρειάζεται (και έχει αποδειχθεί ότι χρειάζεται) για την θωράκιση των θεσμών.
Μόνο με την διατήρηση της εμπιστοσύνης των δημοκρατικών πολιτών όλων των αποχρώσεων, που αναγνωρίζουν την πολύ σοβαρή προσπάθεια που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια για την προστασία των ζωτικών εθνικών μας συμφερόντων και την προκοπή της χώρας, είναι δυνατόν να μην ακυρωθούν οι προοπτικές του έθνους και η εδραίωσή του μεταξύ των εθνικά κυρίαρχων, θεσμικά θωρακισμένων και οικονομικά ισχυρών δυτικών δημοκρατιών.
Αυτό που θα βαρύνει επομένως στην κρίση του ελληνικού λαού ενόψει των επόμενων εκλογών είναι ο βαθμός διακινδύνευσης, το ρίσκο δηλαδή που συνεπάγεται μία άλογη επιλογή, μία επιλογή δηλαδή που θα οδηγήσει τη χώρα στα αχαρτογράφητα νερά της παρατεταμένης ακυβερνησίας ή της διακυβέρνησης από πολιτικές δυνάμεις, που δεν έχουν ξεκαθαρίσει τις προθέσεις τους για το πού τοποθετούν τη χώρα στους διεθνείς συσχετισμούς ισχύος και επιρροής.
Δεν είναι και λίγο να βρεθεί η χώρα στην γκρίζα ζώνη της ουδετερότητας, δηλαδή στη λάθος πλευρά της ιστορίας, σε μία περίοδο, που κρίνεται το μέλλον του ελεύθερου δημοκρατικού κόσμου. Και επειδή μία τέτοια διακινδύνευση είναι καταλυτική, η κυβέρνηση οφείλει και μπορεί, με την πολιτική της να την εκμηδενίσει.