Του Γιάννη Σιδέρη
Δεκαέξι μήνες τώρα η κυβέρνηση πορεύεται με το φαίνεσθαι, δημιουργεί επικοινωνιακά γεγονότα, τα οποία εύρισκαν ευρέως πειστική απήχηση στην κοινή γνώμη, που ως καλόπιστη στο καινούργιο, έδινε πίστωση χρόνου.
Συν τω χρόνω η πίστωση ανοχής στερεύει, η δυσανεξία γίνεται εμφανέστερη, και δεν αποτυπώνεται μόνο στις δημοσκοπήσεις αλλά και τις αντιδράσεις του κόσμου στα social media.
Παρόλα αυτά ο επικοινωνιακός εντυπωσιασμός συνεχίζεται απτόητος. Όπως χθες ας πούμε, στην συνεδρίαση της Βουλής για την συγκρότηση Εξεταστικής Επιτροπής που θα ερευνήσει τα δάνεια των Μέσων Ενημέρωσης και των κομμάτων (ενώ αποκαλύφθηκε ότι την ίδια πρακτική ακολουθούσε και ο ΣΥΡΙΖΑ)
Σκόπιμος ο συνδυασμός δύο διαφορετικών υποθέσεων, προκειμένου να λειτουργήσει συνειρμικά εμπλέκοντας τα αμαρτωλά ΜΜΕ και τα πρώην δύο μεγάλα κόμματα, εις σάρκαν μίαν.
Ωστόσο πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις, έστω και να συνδέονταν με υπόγειες διαδρομές μεταξύ τους. Τα ΜΜΕ είναι εμπορικές επιχειρήσεις και ο έλεγχος των δανείων τους υπάγεται στην αρμοδιότητα της Τράπεζας της Ελλάδας και του εισαγγελέα, ώστε να ερευνήσουν με ποια εχέγγυα εδόθησαν. Προς τι η εξεταστική επιτροπή; Και γιατί μόνο σε επιχειρήσεις ΜΜΕ και όχι σε άλλους επιχειρηματικούς κλάδους;
Απλούστατα γιατί τα μεγάλα ΜΜΕ, με δική τους φυσικά ευθύνη, είναι απαξιωμένα στην συνείδηση του πολίτη, και η κυβέρνηση προσδοκά να κερδίσει επικοινωνιακή υπεραξία από τις εντυπώσεις που θα δημιουργούνται. Μια τέτοια διαδικασία θα απολαύει συνεχούς δημοσιότητας έως την περαίωσή της, θα παρέχεται συνεχής πληροφόρηση και δημοσιοποίηση των δρώμενων, με την Εξεταστική Επιτροπή να καλεί μεγαλόσχημους, και να διατηρεί το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.
Τα δάνεια των κομμάτων σπαταλήθηκαν, δεν ενθυλακώθηκαν
Αν όμως στα δάνεια των ΜΜΕ υπάρχει το έννομο συμφέρον της Πολιτείας να ερευνήσει - έστω και δια του σκόπιμου εντυπωσιασμού της Εξεταστικής - στα δάνεια που έλαβαν τα κόμματα είναι κραυγαλέα η πολιτική σκοπιμότητα.
Η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, έχοντας σκίσει το δάνειο εμπιστοσύνης που έλαβε από τους ψηφοφόρους της, επιχειρεί τον αποπροσανατολισμό μέσω της ηθικής καταδίκης των αντιπάλων της. Και αυτό στην κρίσιμη στιγμή που ετοιμάζεται να κάνει τον δεύτερο μεγάλο συμβιβασμό, μετά την υπογραφή του αριστερού μνημονίου, την πραγμάτωσή του, υπογράφοντας μέτρα 5,4 δις - εάν δεν βγουν περισσότερα.
Ήταν γνωστό τοις πάσι, ότι τα κόμματα απολάμβαναν από τον κρατικό προϋπολογισμό, ποσά δυσανάλογα μεγάλα για τα δεδομένα της χώρας. Ήταν επίσης γνωστή η εκφυλιστική πρακτική - εκφυλιστική γιατί όλοι το γνώριζαν και το θεωρούσαν φυσικό - να δανείζονται με εγγύηση τα μελλοντικά τους έσοδα από το κράτος.
Φυσικά και τότε, κάποιοι δημοσιογράφοι και δημοσιογραφούντες (αρθρογράφοι, πολιτικοί επιστήμονες), το καυτηρίαζαν διττά: Αφενός όταν ένα κόμμα δεν μπορεί να διαχειριστεί τα του οίκου του με τα πλούσια ελέη του κρατικού κορβανά και χρειάζεται επί πλέον δανειοδότηση, πως θα μπορέσει να διαχειριστεί τα οικονομικά της χώρας; (απλώς όπως έδειξε η συνέχεια δεν μπόρεσαν. Με την ίδια ξενοιασιά διαχειρίζονταν τα κομματικά και τα δημόσια οικονομικά!). Αφετέρου πως είναι σίγουροι για το μελλοντικό τους εκλογικό μέγεθος ώστε να βάζουν ως εγγύηση τα μελλοντικά τους έσοδα; Η περίπτωση του ΠΑΣΟΚ απέδειξε εμπράκτως το ορθόν του ερωτήματος.4
Τα χρήματα που έπαιρναν τα κόμματα δεν ενθυλακώθηκαν. Όσοι ζουν παρά τη Ιερουσαλήμ, δεν έχουν ακούσει ούτε μία περίπτωση πλουτισμού από τα κομματικά λεφτά. Ο πλουτισμός γινόταν δια της κατακτήσεως της εξουσίας, με τις διαμεσολαβήσεις που αυτή δημιουργούσε. Τα κομματικά χρήματα απλώς σπαταλήθηκαν σε θηριώδεις εκλογικές εκστρατείες, σε τόνους αφισών, σε πολλαπλά τηλεοπτικά σποτ, σε μεταφερόμενους ψηφοφόρους της ημεδαπής και αλλοδαπής, σε απασχόληση υπεράριθμων κομματικών υπαλλήλων, κλπ.
Όμως αυτά, κατά την εποχή των παχιών - δανεικών - αγελάδων, ήταν ενταγμένα στην τρέχουσα ηθική κάθε κομματικού μικρόκοσμου, και όλων σχεδόν των κομματικών μικρόκοσμων. Ήρθε η κρίση και αναγκάστηκαν να αναθεωρήσουν πρακτικές.
Όμως από το να καταδικάζεις μια εποχή πολιτικού εκφυλισμού, μέχρι να προσπαθείς να την ποινικοποιήσεις, υπάρχει και ηθική απόσταση, και πρακτική αδυναμία να το κάνεις.
Το είπε απλά ο Βασίλης Λεβέντης (ο οποίος ενίοτε στη Βουλή είναι η έκφραση της κοινής λογικής, απλώς τον κυνηγά το φωνακλάδικο παρελθόν του). Διερωτήθηκε «που να στείλουμε εισαγγελέα; Έχουν αλλάξει και οι διαχειριστές και οι αρχηγοί των κομμάτων»! Υπενθύμισε δε, στον έναν εκ των αρχαγγέλων της κάθαρσης, τον Πάνο Καμμένο, ότι ανήκε στη Ν.Δ. τον καιρό που το κόμμα χρεωνόταν, αλλά τότε δεν μιλούσε».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποκάλυψε ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ, παρότι κόμμα 3%, άρα άδηλο το μέλλον του όσον αφορά πιθανότητα μελλοντικής επιχορήγησης, είχε ζητήσει τραπεζικό δάνειο το 2010 με εγγύηση τη μελλοντική επιχορήγηση –αυτό δηλαδή για το οποίο ζητεί Εξεταστική για τους άλλους!
Τέλος ο Σταύρος Θεοδωράκης, υπενθύμισε ότι η κυβέρνηση έχει πλήρη και λεπτομερή φάκελο για τα δάνεια των ΜΜΕ, και εξέφρασε την υποψία ότι τον κρατάει κρυφό ώστε να τον ανοίγει επιλεκτικά, προκειμένου να «χειριστεί δεόντως» τον όποιο ν αντίπαλό της. Παράλληλα υπενθύμισε ότι το 2011 ο ΣΥΡΙΖΑ, κόμμα του 4% τότε, χρωστούσε 8 εκ ευρώ (έκανε ο, τι και τα μεγάλα κόμματα, αλλά σε μικροκλίματα λόγω μεγέθους), ενώ το 2014 πήρε δάνειο από την Εθνική 1,5 εκ. «την εποχή που ο δανεισμός είχε κλείσει για επιχειρήσεις και ιδιώτες».
Εν τέλει, εάν η κυβέρνηση διέθετε εργατοώρες προκειμένου να εργαστεί, να σχεδιάσει, να κυβερνήσει, και όχι να αναλώνεται σε επικοινωνιακές πομφόλυγες, θα ήταν πολύ καλύτερα για τη χώρα, σε μια συγκυρία που ίσως ζήσει γεγονότα τα οποία θα μνημονεύει η ιστορία της στο μέλλον...