Του Γιώργου Φιντικάκη
Την υπομονή των αγορών με ακριβά εκλογικά δώρα, έχει αρχίσει να δοκιμάζει η κυβέρνηση, μια εβδομάδα μετά την έξοδο από τα μνημόνια, παρά τα συνεχή μηνύματα που λαμβάνει, όχι μόνο από τους δανειστές αλλά και από τους επενδυτές, να βάλει φρένο στην παροχολογία.
Χρηματιστήριο, αγορά ομολόγων, Γερμανοί, ξένοι σχολιαστές, στέλνουν συστηματικά τα δικά τους μηνύματα στον κ. Τσίπρα, ο οποίος παρ'' όλα αυτά δείχνει έτοιμος να γιορτάσει την έξοδο με μπαράζ εξαγγελιών στη ΔΕΘ για φοροελαφρύνσεις, κοινωνικές παροχές, αναστολή μείωσης των συντάξεων και αύξηση του κατώτατου μισθού.
Αν αληθεύουν οι πληροφορίες, ο Πρωθυπουργός δέχεται εισηγήσεις να εξαγγείλει στις 8 Σεπτεμβρίου, έως και τρία διαφορετικά «πακέτα - μαμούθ». Το πρώτο είναι το έκτακτο μέρισμα από το υπερπλεόνασμα του 2018, αφορά από μείωση φορολογικών συντελεστών και ασφαλιστικών εισφορών έως χαμηλότερο ΕΝΦΙΑ, και θα είναι μεταξύ 700-900 εκατ. ευρώ.
Το δεύτερο, αφορά μόνιμες παροχές από 1η-1η-2019 που θα χρηματοδοτηθούν από το υπερπλεόνασμα του 2019, ύψους 800 εκατ. ευρώ. Το τρίτο πακέτο, που καίει και περισσότερο απ'' όλα την κυβέρνηση, αφού στο όνομα του, είναι διατεθειμένη να κάνει συμβιβασμούς σε όλα τα υπόλοιπα, αφορά την κατάργηση στις περικοπές των συντάξεων, θέμα το οποίο όμως δεν αναμένεται να ξεκαθαρίσει πριν το Νοέμβριο, οπότε και το δημοσιονομικό περιθώριο θα είναι σαφέστερο, με την κατάθεση του οριστικού σχεδίου του προϋπολογισμού.
Στις συντάξεις επομένως, δεν αποκλείεται η αναφορά Τσίπρα στη ΔΕΘΑ να είναι γενικόλογη, χωρίς να δεσμευθεί σε κάτι, γεγονός πάντως που θα ανοίξει τη συζήτηση, αφού δύο μόλις ημέρες μετά, (Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου), η κυβέρνηση έχει ραντεβού στην Αθήνα με τη πρώτη μεταμνημονιακή αποστολή.
Την ίδια ακριβώς ημέρα, η κυβέρνηση θα έχει ραντεβού και με τις αγορές, οι οποίες περιμένουν να ακούσουν τι θα πει ο κ. Τσίπρας στη ΔΕΘ, προκειμένου να τον τεστάρουν. Αν το κέντρο βάρος της ομιλίας του είναι όπως αναμένεται οι παροχές και η διανομή ενός ακόμη μερίσματος, οι αγορές θα τον τιμωρήσουν, όπως ακριβώς έκαναν και την ημέρα που βγήκε η Ελλάδα από τα μνημόνια, ακόμη και αν εκείνος διανθίσει την ομιλία του με σχέδια για ανάπτυξη, στήριξη του ιδιωτικού τομέα και προσέλκυση ελληνικών ή ξένων επενδύσεων.
Στις 21 Αυγούστου, τελευταία ημέρα του 3ου προγράμματος, και κόντρα στο θετικό κλίμα των διεθνών αγορών, το ελληνικό χρηματιστήριο υποχωρούσε προς τις 700 μονάδες, και έκλεισε με απώλειες 1,04% και κλείνοντας στα χαμηλότερα επίπεδα από τα τέλη Απριλίου του 2017.
Oι αγορές φοβούνται τον Τσίπρα της προεκλογικής περιόδου, και το δείχνουν με κάθε ευκαιρία. Τo επιτόκιο του 10ετούς αντί να έχει το 2 μπροστά έχει το 4 και η θρυλούμενη εδώ και μήνες έξοδος στις αγορές αναβάλλεται από μήνα σε μήνα. Τα capital controls παραμένουν σε ισχύ, το χρηματιστήριο βολοδέρνει στις 724 μονάδες (κλείσιμο Παρασκευής) και οι τραπεζικές μετοχές βρίσκονται κάτω από τις τιμές της τελευταίας ανακεφαλαιοποίησης.
Οι δανειστές από την πλευρά τους ξέρουν ότι οι αγορές είναι ο μέγιστος κριτής της Ελλάδας.
Αποφεύγουν πια να εμφανίζονται ως οι «κακοί», και τα μηνύματα που στέλνουν στον κ. Τσίπρα είναι «στρογγυλεμένα», αφού γνωρίζουν ότι τη «δουλειά» θα την κάνουν πλέον οι αγορές. Ακόμη και η σαφέστατη δήλωση του Γερμανού υπ. Οικονομικών Όλαφ Σολτς στα «ΝΕΑ», να μην παραβιαστούν όσα συμφωνήθηκαν για τις συντάξεις, υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να είναι πολύ πιο αιχμηρή.
Όσο για τις αγορές, θα «μιλήσουν» μετά τις εξαγγελίες Τσίπρα στη ΔΕΘ, και αφού διαβάσουν την έκθεση της 1ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης από τους δανειστές, μετά την επίσκεψή τους στις 10 Σεπτεμβρίου.