Θυμήθηκαν αρκετοί αυτές τις ημέρες τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Ναι οι δυο «αιώνιοι αντίπαλοι» είχαν κάτι κοινό. Θεσμική αντιμετώπιση των Μέσων Ενημέρωσης και προσωπική μεγαθυμία απέναντί τους.
Τον Μητσοτάκη δυο εφημερίδες προσκείμενες στην αυριανική τάση του ΠΑΣΟΚ τον παρουσίασαν ως συνεργάτη των Γερμανών επί γερμανικής κατοχής. Ύψιστη κατηγορία προδοσίας αρχηγού αξιωματικής αντιπολίτευσης και υποψήφιου Πρωθυπουργού. Ο Μητσοτάκης το αντιμετώπισε πολιτικά. Εξέφρασε την απαξία του αλλά δεν κατέφυγε στη δικαιοσύνη.
Η επίθεση στον Αντρέα ήταν διαχρονικότερη. Δεν ήταν που τον ονόμασαν κρυφό αρχηγό της «17 Ν». Τον εμφάνισαν χωρίς στοιχεία και δωρολήπτη. Ουδέποτε καταδέχτηκε να προσφύγει στη δικαιοσύνη. Αντιθέτως ήταν μεγάθυμος με τους δημοσιογράφους, παρόλο που είχε αδιαμεσολάβητη σχέση με τον λαό, και δεν χρειαζόταν να τους κάνει τεμενάδες.
Πρόσφατα θυμίσαμε ότι ακόμη και τη δημοσιογράφο που υπέγραφε εναντίον του χυδαία άρθρα με κορωνίδα το περιβόητο «Ο γέρος και το τσόκαρο» (για τη Μιμή) την δέχτηκε στο σπίτι του και της φέρθηκε με αβρότητα, επειδή έτσι επέβαλλε ο σεβασμός (ή έστω η ανοχή) προς τον Τύπο, η γνωστή φυσική ευγένεια και η νοοτροπία του «πολίτη του κόσμου» που τον χαρακτήριζαν, και τα οποία του αναγνώριζαν οι αντίπαλοί του, άσχετα με τα υπόλοιπα στραβά που του καταλόγιζαν.
Καμία σχέση δηλαδή με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλέξη Τσίπρα ο οποίος προσπαθεί να τον μιμηθεί, υιοθετώντας κινήσεις του στο μπαλκόνι, το ηχόχρωμα της φωνής, χαρακτηριστικές ατάκες του, ενώ φιλοδοξεί να κληρονομήσει και τους ψηφοφόρους του.
Ο κ. Τσίπρας έκανε μια εξοντωτική αγωγή σε δυο δημοσιογράφους για όσα έγραψαν για την υπόθεση της βίλας στο Σούνιο, απαιτώντας… από ένα εκατομμύριο ευρώ, επειδή έθιξαν την τιμή και τη υπόληψή του! Και ου μόνον, αλλά και δέκα χιλιάδες ευρώ για κάθε φορά που θα κρίνει ότι γίνεται δυσφημιστική αναφορά στο όνομά του – όταν αυτός τη θεωρεί δυσφημιστική! (η κυβέρνησή του είχε δηλώσει - Καλογήρου - ότι θα καταργούσε τον νόμο, αλλά… και σε αυτό δεν πρόκανε).
Σαφώς - επειδή θα προβληθούν αντιρρήσεις - οι δημοσιογράφοι, δεν μπορούν να είναι ανεξέλεγκτοι, να κατασκευάζουν fake ειδήσεις, και να ζητούν να έχουν το ακαταδίωκτο με τη δικαιολογία ότι έπεσαν θύμα παραπληροφόρησης.
Όμως αρκεί για την προστασία τους μια μήνυση επί συκοφαντική δυσφήμιση. Ο χαρακτηρισθείς ως τυποκτόνος νόμος, άδικος και δρακόντειος, θεσπίστηκε ως νομικό καταφύγιο του απλού ανίσχυρου πολίτη, του οποίου η αξιοπρέπεια, η τιμή, η επαγγελματική και οικογενειακή ζωή του, μπορούν να κονιορτοποιηθούν από τους θεράποντες του κιτρινισμού. Κάκιστος νόμος αλλά δεν φανταζόταν ο νομοθέτης ότι θα τον χρησιμοποιούσαν αρχηγοί κομμάτων και δη πρώην Πρωθυπουργοί.
Ακόμη χειρότερο από το ιλιγγιώδες για δημοσιογράφους ποσό του ενός εκατομμυρίου (ούτε οι τηλεστάρ δεν θα μπορούσαν να το αντέξουν, όχι απλοί δημοσιογράφοι, έστω και επώνυμοι), είναι η απαίτηση των 10.000 ευρώ για κάθε φορά που θα αναφέρεται το όνομα του κ. Τσίπρα, όταν ο ίδιος νομίζει ότι θίγεται η υπόληψή του. Είναι εμβληματικό της πρόθεσης φίμωσης, αφού κάθε ενοχλητική κριτική θα μπορούσε κατά την κρίση του Τσίπρα να θεωρηθεί ότι θίγει την τιμή και την υπόληψή του.
Αναρωτιόμαστε ως παράδειγμα: Αν ο γράφων χαρακτηρίσει ύποπτο το γεγονός ότι ο τέως Πρωθυπουργός συναντήθηκε νύκτωρ και κρυφίως στο Παρίσι με εκπροσώπους των Rothschild και του ομίλου L’ Oreal το 2017, χωρίς ακόμη να έχει υπάρξει πειστική απάντηση για το λόγο των συναντήσεων, κινδυνεύει να κατηγορηθεί ότι αφήνει υπόνοιες για την ηθική του κ. Τσίπρα; Σε μια δική του διασταλτική ερμηνεία, γιατί όχι;
Για το σύνολο του ΣΥΡΙΖΑ, στελέχη, μέλη και εντεταλμένα troll του, όσοι δημοσιογράφοι δεν ήταν οικειοθελώς στοιχισμένοι πίσω του, ήταν μίσθαρνα όργανα των εργοδοτών τους. Ήταν η πρώτη κυβέρνηση μεταπολιτευτικά που εξαπέλυσε τέτοια χυδαία επίθεση. Όχι στα αφεντικά (εκδότες και καναλάρχες - αυτούς τους είχε ανάγκη), αλλά στο δημοσιογραφικό επάγγελμα προκειμένου να το απαξιώσει και να εκμηδενίσει ηθικά την κριτική του.
Η παρούσα κυβέρνηση δηλώνει μεταρρυθμιστική. Ο Μητσοτάκης είχε ταχθεί κατά του τυποκτόνου νόμου τον Σεπτέμβριο του 2018. Αμ έπος αμ έργον. Ας τον καταργήσει.
ΥΓ: Με τον ίδιο νόμο είχαν συλληφθεί ο Θανάσης Μαυρίδης και στελέχη του «Φιλελεύθερου», μετά από μήνυση του Καμμένου. Αλλά αυτός… δεν «πιάνεται». Παρέλκει της κριτικής…