Η μεγάλη νίκη της Νέας Δημοκρατίας και στις τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις του περασμένου έτους, έθεσε στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ το πρόβλημα τής ανεύρεσης νέου πολιτικού λόγου, νέας πολιτικής πρότασης. Είναι ολοφάνερο πως πέρα από την ανεπάρκεια της ηγεσίας τού ΣΥΡΙΖΑ να χαράξει νέα πορεία, πέρα από τα ασφυκτικά πλαίσια που θέτει η ίδια η φυσιογνωμία του, υπάρχει ένα σημαντικό πρόβλημα και στην σχέση του με ένα κομμάτι της κοινωνίας που τον ακολουθούσε.
Η επιδημία του κορονοϊού απελευθέρωσε τις δυνάμεις του ανορθολογισμού και της συνωμοσιολογίας που ζουν και υπάρχουν μέσα στην ελληνική κοινωνία. Αυτές οι δυνάμεις μορφοποιήθηκαν πολιτικά πάνω στην βάση του αντιμνημονίου και εκφράστηκαν μέσω του ΣΥΡΙΖΑ, των ΑΝΕΛ και της Χρυσής Αυγής.
Όταν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ σχημάτισαν κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 2015 έφεραν όλο αυτό το συνονθύλευμα στην εξουσία. Την πορεία της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ το πρώτο εξάμηνο του 2015 δεν μπορούμε να την ερμηνεύσουμε χωρίς να συνυπολογίσουμε την σχέσης της και τις δεσμεύσεις της απέναντι σε αυτό το ρεύμα του ανορθολογισμού και της συνωμοσιολογίας.
Με απλά λόγια ήταν μια σχέση αμφίδρομη. Περιόριζε σημαντικά το εύρος των ελιγμών και των τακτικών κινήσεων που μπορούσε να κάνει τότε η κυβέρνηση του Α.Τσίπρα, καθώς η πολιτική δέσμευση ήταν νωπή.
Αλλωστε η δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν στον αντισυστημικό λόγο του και στην κινηματική πρακτική του.
Μετά την θεαματική στροφή του καλοκαιριού του 2015 όλος αυτός ο κόσμος έμεινε ιδεολογικά και πολιτικά ασκεπής. Μπορεί να μην εγκατέλειψε μαζικά τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως παρέμεινε προσκολλημένος σε αυτόν ελλείψει εναλλακτικής λύσεως.
Η επιδημία, ανέδειξε και πάλι αυτό το φαινόμενο. Οι συνωμοσιολόγοι υπήρχαν, απλώς βρισκόταν σε καταστολή όλα αυτά τα χρόνια. Δεν υπήρχαν φαινόμενα που θα τους διέγειραν μαζικά.
Ο κορονοϊός λειτούργησε δραστικά σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι εγχώριοι ανορθολογιστές και οι συνωμοσιολόγοι, πήραν ενισχύσεις από τους ομοϊδεάτες τους στο εξωτερικό. Και μάλιστα από ανθρώπους με πανεπιστημιακούς τίτλους και επιστημονικοφανή λόγο.
Σύμφωνα με την ερμηνεία τους, την επιδημία την σχεδίασαν και της προσέδωσαν διαστάσεις που δεν έχει, ο Γκέιτς, ο Σόρος, ή κάποια μη κατονομαζόμενα διεθνή κέντρα, βιομηχανίες φαρμάκων ή οι «συνήθεις ύποπτοι» όλων των δεινών της ανθρωπότητας, οι Εβραίοι.
Μάλιστα στην ανοησία τους επάνω, συνέκριναν τον κορονοϊό με την γρίπη, αντιπαραβάλλοντας αριθμούς νεκρών. Είναι προφανές πως με ανθρώπους οι οποίοι δεν βλέπουν τις οφθαλμοφανείς διαφορές, δεν μπορεί να γίνει διάλογος. Λειτουργούν σε έναν άλλον κόσμο.
Η συστημική στάση που τήρησε η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην επιδημία, πριόνισε κι άλλο τις σχέσεις αυτού του κόμματος με τους συνωμοσιολόγους. Τους «ψεκασμένους».
Έτσι έχει δημιουργηθεί ένα πρόβλημα πολιτικής εκπροσώπησης όλων αυτών των ανθρώπων. Δεν υπάρχει, μέχρι στιγμής, φορέας ή προσωπικότητα που μπορεί να τους εκφράσει. Οι υπάρχοντες πολιτικοί αυτού του χώρου θεωρούνται ανεπαρκείς και γραφικοί ακόμα και από το εν δυνάμει κοινό τους.
Όμως το κοινό υπάρχει και είναι πολυπληθές. Και όταν υπάρχει κοινό, βρίσκονται αργά ή γρήγορα και οι πολιτικοί του εκπρόσωποι και οι χορηγοί.
Σε αυτήν την περίπτωση, που μετά βεβαιότητος θα πραγματωθεί, αυτός που θα αποδυναμωθεί πολιτικά θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς όπως προανέφερα, κατόρθωσε να προσφέρει στέγη σε αυτό το «περίεργο», αντισυστημικό ακροατήριο.
Με άλλα λόγια ο ΣΥΡΙΖΑ από την μια μεριά αδυνατεί να κινηθεί ανανεωμένος εντός του συστήματος και από την άλλη κινδυνεύει να χάσει μια μεγάλη μάζα των αντισυστημικών ψηφοφόρων του. Αυτήν την αντίφαση μπορούσε να την διαχειρίζεται όσο ασκούσε εξουσία.
Σήμερα, με καταλύτη την επιδημία, βλέπει ένα κομμάτι εδάφους να φεύγει κάτω από τα πόδια του. Το καθοριστικό κτύπημα θα έρθει όταν αυτός ο χυλός αντισυστημικών, ανορθολογιστών και συνωμοσιολόγων, βρει ευπρόσωπη πολιτική στέγη.