Του Σάκη Μουμτζή
Είναι γεγονός πως οι κυβερνήσεις στις εκλογές κρίνονται για τα όσα έκαναν ή δεν έκαναν κατά την διάρκεια της θητείας τους. Είναι φυσιολογικό σε αυτόν τον τομέα να υστερούν απέναντι στα κόμματα της αντιπολιτεύσεως, που απλόχερα μπορούν να μοιράζουν υποσχέσεις.
Στις εκλογές της 7ης Ιουλίου έχουμε μιαν αντιστροφή των ρόλων. Ο Α.Τσίπρας υπόσχεται και ο Κ.Μητσοτάκης είναι ο συνετός και ο συγκρατημένος.
Αυτό το παράδοξο έχει την ερμηνεία του.
Ο πρωθυπουργός έχει να επιδείξει σχεδόν μόνον αρνητικά πεπραγμένα. Όσο και να ψάξει κάποιος να βρει μια δέσμη θετικών μέτρων, πολύ δύσκολα θα την βρει.
Και πάνω απ΄όλα τον βαραίνει η εξόντωση της μεσαίας τάξης, μέσω της υπερφορολόγησης της, που ήταν, κατά κυνική ομολογία, μια συνειδητή πολιτική επιλογή.
Συνεπώς, ο Α.Τσίπρας το μόνο προεκλογικό αφήγημα που διαθέτει είναι αυτό της υποσχεσιολογίας. Δηλαδή, προσπαθεί να πείσει αυτούς που καταστράφηκαν από τις πολιτικές του πως στην επόμενη κυβερνητική του θητεία, θα επανορθώσει τα όσα έκανε σε βάρος τους.
Ένα επιχείρημα της απελπισίας καθώς, εκτός όλων των άλλων, ο Τσίπρας είναι πλέον παντελώς αναξιόπιστος. Άλλωστε ο κατεστραμμένος βιώνει την καταστροφή του και θέλει να τιμωρήσει αυτούς που ευθύνονται γι΄αυτήν.
Μάλιστα, εξοργίζεται όταν ακούει αυτόν που τον κατέστρεψε να λέει πως θα είναι ο μελλοντικός σωτήρας του.
Από την άλλη την μεριά ο Κ.Μητσοτάκης διδάχτηκε από το πάθημα του Τσίπρα, όταν από το 2012 υποσχόταν τα πάντα στους πάντες.
Είναι κοινός τόπος πως η αρχική αποδόμηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είχε ως βάση την αδυναμία της να πραγματοποιήσει τα όσα είχε υποσχεθεί.
Έτσι ο Κ.Μητσοτάκης—και λόγω του χαρακτήρα του και της κουλτούρας του—δεν υπόσχεται. Δεν τάζει τίποτα, σε κανένα, παρά μόνον αυτά που μπορεί σε βάθος χρόνου—όπως τονίζει—να υλοποιήσει.
Έτσι, ο προεκλογικός του λόγος μπορεί να μην είναι θελκτικός, αλλά επειδή είναι ειλικρινής δεν θα του δημιουργήσει προβλήματα στην συνέχεια, όταν θα είναι πρωθυπουργός.
Ο Κ.Μητσοτάκης, σε αντίθεση με τον Α.Τσίπρα, δεν θα έχει να διαχειρισθεί τις απατηλές υποσχέσεις του, αλλά την ειλικρίνεια του.
Κανένας δεν θα του πει γιατί δεν τήρησε τα υπεσχημένα, γιατί απλούστατα δεν υπήρξαν υπεσχημένα.
Συνεπώς, ο προεκλογικός λόγος των δύο μονομάχων έχει εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά. Ο Α.Τσίπρας επιβεβαιώνει με αυτά που λέει την αναξιοπιστία του και ο Κ.Μητσοτάκης με τα όσα δεν υπόσχεται, την υπευθυνότητα του.
Στις τρεις εβδομάδες που έμειναν θα ακούσουμε παχυλές υποσχέσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ και καταστροφολογικές προβλέψεις για την «νεοφιλελεύθερη και ακροδεξιά» Νέα Δημοκρατία.
Όμως το σύνθημα «φύγετε» που κυριαρχεί στις συνειδήσεις των πολιτών, ξεπερνά κατά πολύ υποσχέσεις και κινδυνολογία.
Ο Α.Τσίπρας θα κριθεί για την υπερφορολόγηση, για το υπερταμείο, για την συμφωνία των Πρεσπών, για την καταστροφή στο Μάτι, για την ανήθικη άσκηση της εξουσίας, για το κότερο και για τους ΑΝΕΛ, που αγκάλιασε στοργικά από τον Ιανουάριο του 2015 ως τις ημέρες μας.
Αυτά που λέει τα ακούνε μόνον όσοι θέλουν να τα ακούσουν. Αλλά αυτό δεν του αρκεί.