Τα στερεότυπα ανθούν και στη σχολιογραφία. Ο νέος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ πασάρεται ερήμην του ίδιου του Ανδρουλάκη, ως αντι- Τσίπρας, και σχολιογράφοι προσκείμενοι στον ΣΥΡΙΖΑ θορυβημένοι, προσπαθούν να αποδείξουν ότι δεν είναι ισάξιος του Τσίπρα.
Αδικος κόπος και των δύο πλευρών. Στη μεταπολιτευτική μας ιστορία μόνο σε μια περίπτωση αρχηγός επελέγη ως «αντί» και το πείραμα δεν είχε επιτυχία. Αναφερόμαστε στην περίπτωση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ο οποίος δεν ήταν οργανικό στοιχείο της ΝΔ, αλλά στην απόγνωσή τους οι ΝΔτες μετά από αλλαγές αρχηγών και αντίστοιχες επώδυνες ήττες, τον επέλεξαν ως Αντι-Αντρέα, ευελπιστώντας στο πρόσωπο του να σπάσει η εκλογική γκίνια.
Παρότι ο Μητσοτάκης ήταν αναμφισβήτητα πολιτικός με οντότητα, η γκίνια δεν έσπασε, και χρειάστηκε να αναστατωθεί η χώρα το «βρώμικο 89», για να έρθει μετά βασάνων στην εξουσία (τα έχεις μάθει αυτά Αλέξη, που παρότι συγκυβέρνησες με τον Καμμένο, οι οπαδοί σου χωρίς αυτογνωσία ακόμη ξεσαλώνουν στα κοινωνικά δίκτυα για τη συγκυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με τον Σαμαρά;).
Εκείνο που είχε συμβεί και το κατάλαβε αργά η ΝΔ, είναι ότι το πρόβλημά της δεν ήταν οι αρχηγοί. Ήταν η κοινωνία και η αναντιστοιχία της με αυτή. Όπως είχε πει σε μια συνέντευξή του, νομίζω ο Βουλγαράκης, η κοινωνία άλλαζε και εμείς δεν το είχαμε καταλάβει. Μέναμε προσκολλημένοι στα παλιά. Έτσι αντί να αλλάξουμε εμείς, να εκσυγχρονιστούμε και να συγχρονιστούμε με την κοινωνία, αλλάζαμε αρχηγούς.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με την περίπτωση Ανδρουλάκη που δεν εφάπτεται με την αντίστοιχη Τσίπρα. Ο Τσίπρας από την είσοδό του στη δημόσια ζωή, το 2006 ως υποψήφιος για τον δήμο Αθηναίων το 2006, συγκέντρωσε εντυπωσιασμένους τους προβολείς. Ήταν το νέο, φρέσκο, συμπαθές πρόσωπο, σε μια δημόσια ζωή που ήταν διαχρονικά κατειλημμένη από τη γεροντοκρατία.
Έκτοτε παρήλθαν χρόνοι πολλοί. Η Ελλάδα μπήκε στο δυναστικό συρίγγιο των μνημονίων και ο Τσίπρας μετερχόμενος θηριώδη λαϊκισμό, ανήλθε στην εξουσία. Άμα την καταλείψει της αποδείχτηκε - κατάφερε να αποδείξει - πως ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός.
Όμως ακόμη και ο τότε λαμπερός Τσίπρας, για να ανέλθει στην εξουσία, χρειάστηκε η αλλαγή της κοινωνικής ψυχολογίας. Στις πρώτες εκλογές του 2009 το κόμμα του ήρθε πέμπτο, πίσω από τον ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη, και με ποσοστό μικρότερο από τις προηγούμενες εκλογές (4,60% έναντι 5,04%).
Αμα δεν είσαι από τους ηγέτες που γεννιούνται κάθε εκατό χρόνια (προς μεγάλη θλίψη της Θεανούς Φωτίου), δεν μπορείς να επισπεύσεις τις καταστάσεις, αν αυτές δεν σου δοθούν στο πιάτο. Και στον Τσίπρα δόθηκε το μνημόνιο. Σύμφωνοι, κάποιος άλλος στη θέση του δεν θα είχε αδράξει την ευκαιρία και δεν θα είχε τις ανάλογες κατακτήσεις. Αλλά και ο ίδιος δεν θα είχε γίνει Πρωθυπουργός αν δεν είχε υπάρξει το μνημόνιο.
Οι συνθήκες έφεραν και τον Ανδρουλάκη. Ο ίδιος κατά κοινή εντύπωση δεν είναι λαμπερό πρόσωπο όπως ήταν ο Τσίπρας στις αρχές του. Ο λόγος του δεν εμπνέει, δεν συγκινεί, δε συναρπάζει. Το μόνο κοινό που έχει με τον Τσίπρα, πέραν της ηλικίας, είναι πως και οι δυο είναι δημιουργήματα των κομματικών μηχανισμών (άντε και… τα αγγλικά τους!)
Ο λόγος του όμως έχει κάποια γείωση με την πραγματικότητα. Ένας λόγος σταθερός, ορθολογικός, ήρεμος, με σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό και πατριωτικό προσανατολισμό, εν αντιθέσει με την επιθετικότητα του Τσίπρα. Λόγω ευρωβουλής έχει περισσότερη τεχνοκρατική γνώση των προβλημάτων, και δεν υπόσχεται (ως τώρα τουλάχιστον) τα απραγματοποίητα.
Παράλληλα είναι και σκληρό καρύδι. Κάτι κατάλαβε ο τότε Γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρλέτης, που σηκώθηκε και έφυγε από τηλεοπτικό πάνελ, σε συνομιλία με τον Ανδρουλάκη.
Προς το παρόν δίνει έμφαση στην ανασυγκρότηση του κόμματος, προσανατολιζόμενος σε οργανωτική δουλειά βάθους. Το αν θα το κατορθώσει, αποτελεί στοίχημα , καθώς έχει αλλάξει στην εποχή μας και ο τρόπος κομματικής στράτευσης.
Ο κόσμος, ειδικά οι νέοι, δεν συμμετέχουν σε μίζερες συνελεύσεις οργανώσεων κομματικής βάσης, όπου «φωστήρες καθοδηγητές» θα τους πιπιλίζουν ξύλινα κομματικά στερεότυπα. Άλλωστε, υπάρχει προηγούμενο: Η αποτυχία της οργανωτικής ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Κοντολογίς, θεωρούμε ότι ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ δεν επέλεξε τον Ανδρουλάκη ως αντι-Τσίπρα. Επέλεξε πρωτίστως την αλλαγή, την ανανέωση και δι’ αυτής τη συνέχεια του χώρου. Και αυτό εκφράστηκε στο πρόσωπο του νέου αρχηγού.
Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη λάθρα (φραστική και μόνο) εισπήδησή τους στη λεγόμενη «Δημοκρατική Παράταξη», δεν έπεισαν αυτό τον κόσμο ότι αποτελούν οργανικό της στοιχείο. Αλλιώς δεν θα είχε υπάρξει ο Ανδρουλάκης.