Ο τερματισμός της απεργίας πείνας του Κουφοντίνα είναι μια, κατ΄αρχήν, νίκη της νομιμότητας. Τηρήθηκαν απολύτως οι νόμοι της Ελληνικής πολιτείας τους οποίους αναγκάσθηκε τελικά να σεβαστεί ο απεργός πείνας, λύνοντας την απεργία του, μετά την συμβουλή των οικείων του.
Συγχρόνως, δεν μπορώ να μην εξάρω την σταθερή θέση της κυβέρνησης να μην ενδώσει στον εκβιασμό του δολοφόνου και στην πίεση που της ασκήθηκε σχεδόν απ΄ όλες τις πλευρές του πολιτικού φάσματος.
Να υπενθυμίσω στον αναγνώστη πως στην περίπτωση της απεργίας πείνας του Κουφοντίνα ξεδιπλώθηκε σε όλο το μεγαλείο του ο λεγόμενος «ισαποστακισμός».
Ποιος δεν θυμάται την σταθερή πρόταση-- υπόδειξη προς την κυβέρνηση να μην υποκύψει στον εκβιασμό, αλλά συγχρόνως να μην αφήσει τον Κουφοντίνα να πεθάνει; Όταν τους έλεγες «και πώς θα γίνει αυτό;» ακολουθούσε η σιωπή. Η τάση κάποιων να αποφεύγουν να παίρνουν ξεκάθαρη θέση απέναντι σε ένα ζωτικής σημασίας γεγονός, προτείνοντας λύσεις ιδεατές, εμφανίσθηκε και στην περίπτωση της απεργίας πείνας του Κουφοντίνα.
Η κυβέρνηση, από την πλευρά της οφείλει να βγάλει ένα συμπέρασμα. Πώς όταν τηρεί μια σταθερή πολιτική χωρίς αμφιταλαντεύσεις και υπαναχωρήσεις, στο τέλος αυτή η πολιτική δικαιώνεται. Και αυτό έχει σημασία, γιατί πολύ σύντομα θα δεχθεί πίεση και για άλλα θέματα, όπως η παρουσία της ΕΛ.ΑΣ. στους πανεπιστημιακούς χώρους.
Στην πολιτική, η υποχώρηση έχει νόημα μόνον ως τακτικός ελιγμός και όχι ως εγκατάλειψη μιας πολιτικής. Στην πρώτη περίπτωση επανέρχεσαι όταν έχεις διαμορφώσει ευνοϊκότερους συσχετισμούς δυνάμεων, στην δεύτερη περίπτωση ηττάσαι.
Στην πρόσφατη ιστορία, δύο πολιτικοί άφησαν το στίγμα τους γιατί δεν απέστησαν κατ΄ ελάχιστον από τις αρχές τους, από τις πολιτικές τους. Αναφέρομαι στον Ρ. Ρήγκαν και στην Μ. Θάτσερ, που γι΄ αυτόν τον λόγο αποτελούν το κόκκινο πανί για τις αριστερές ψυχούλες.
Η κυβέρνηση απέδειξε στην διαχείριση των κρίσεων που «έκατσαν στην βάρδια της» πως μπορεί να παίρνει αποφάσεις. Δύσκολες και πολιτικά κοστοβόρες. Γιατί η δεύτερη καραντίνα αναμφίβολα ενοχλεί, κουράζει, στοιχίζει.
Στην υπόθεση Κουφοντίνα κινδύνεψε να βρεθεί μπροστά σε ένα κύμα διαμαρτυριών που δεν γνώριζε ούτε την έκταση του ούτε την κατάληξη του. Δεν γνώριζε αν η πρώτη πορεία των 5.000 φίλων του απεργού πείνας, την δεύτερη φορά θα συγκέντρωνε 20.000 ή αν θα εκφυλιζόταν, όπως και έγινε. Δεν γνώριζε πώς θα λειτουργούσε η πολιτική κάλυψη που έδωσε στις διαμαρτυρίες το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Τελικά, η αταλάντευτη στάση της και τον ΣΥΡΙΖΑ εξέθεσε και τους φίλους του Κουφοντίνα τους έφερε αντιμέτωπους με την οργή των πολιτών που έβλεπαν πορείες, εν μέσω πανδημίας. Άλλωστε το 70% ενέκρινε τους χειρισμούς της κυβέρνησης στην απεργία πείνας του Κουφοντίνα.
Οι καθημερινές πορείες των αριστερών ομάδων, όπως και οι δημόσιες εκδηλώσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν συγκίνησαν τους πολίτες. Κινητοποιήθηκαν οι γνωστοί και μη εξαιρετέοι αριστεροί. Όσοι φοβούνται νέες πλατείες, ας ηρεμήσουν. Δεν υπάρχει κοινό. Η δε κυβέρνηση οφείλει να πορευτεί στην συνέχεια με υπόδειγμα την στάση της στην απεργία πείνας του Κουφοντίνα.