Του Γιάννη Σιδέρη
Η Συμφωνία των Πρεσπών αποβαίνει η δαμόκλειος σπάθη της κυβερνητικής σταθερότητας και ίσως η γενεσιουργός ενός νέου πολιτικού τοπίου από την επόμενη εβδομάδα.
Η είδηση που ανέδειξε κατά την χθεσινή συνέντευξη στο OPEN ο πρωθυπουργός ήταν πως αν ο κ. Καμμένος άρει την στήριξη στην κυβέρνηση, θα απευθυνθεί στη Βουλή ζητώντας ψήφο εμπιστοσύνης. Διευκρίνισε δε ότι εάν δεν πάρει την πλειοψηφία των 151 ψήφων, θα πάει σε εκλογές (εδώ θα μας επιτραπεί να ευλογήσουμε τα γένια μας, υπενθυμίζοντας ότι χθες γράφαμε: Ο πρωθυπουργός κατανόησε ότι δεν αρκεί το γράμμα του Συντάγματος (ψήφος ανοχής), για να στέκεται στον θώκο της μια κυβέρνηση επί μακρόν διάστημα. Θα ήταν συνταγματικώς νομότυπη αλλά θα είχε ελλιπή πολιτική νομιμοποίηση. Ως εκ τούτου προσανατολίζετε να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, η οποία δεν θα αρκεστεί στην πλειοψηφία επί των παρόντων, αλλά στην πλειοψηφία της Βουλής, δηλαδή 151. Αν δεν τους πιάσει είναι ανοιχτή η προσφυγή σε εκλογές).
Η συνέντευξη δεν επεφύλαξε εκπλήξεις πέραν του γεγονότος ότι για πρώτη φορά παραδέχτηκε ότι υπάρχουν ευθύνες της διακυβέρνησης Καραμανλή στη χρεοκοπία της χώρας. Τόσο πολύ αργά, και τόσο άτονα, καθώς ήταν εμφανές το άγχος του να εξισώσει τις ευθύνες Καραμανλή με τους χειρισμούς Παπανδρέου.
Εστιάζουμε στο ανωτέρω γιατί η καθυστερημένη παραδοχή παρήγαγε ψευδές πολιτικό αποτέλεσμα. Αν αυτή είχε γίνει εγκαίρως δεν θα είχε αρνηθεί η κυβέρνηση να ξεκινήσει η εξεταστική επιτροπή για την Οικονομία από το 2000. Αντιθέτως πρότεινε την εκκίνηση από το 2009, προκειμένου να αποκρύψει προηγούμενες ευθύνες και να τις επιρρίψει μονομερώς. Δεν ήταν και η πιο ηθική πολιτική συμπεριφορά του κ. Τσίπρα (από τις τόσες…).
Κατά τα άλλα όσα είπε ο Πρωθυπουργός ήταν λίγο πολύ γνωστά, ακόμη και η χιουμοριστική νότα ότι η εγκλωβισμένη εκτός αγορών και σερνάμενη οικονομία, είναι το μεγάλο ατού της κυβέρνησης!
Στο επίμαχο θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών που επέφερε και το ρήγμα στους έως τώρα συμπαγείς συγκυβερνήτες, ο κ. Τσίπρας ξαναβρήκε τον γνωστό του εαυτό. Αποτάσσεται ευθυνών του, επιτίθεται και λειτουργεί εκβιαστικά. Δημιούργησε και παγίωσε ένα πρόβλημα που το παρουσίασε ως λύση, και επιτίθεται σε αυτούς που βλέπουν ότι είναι πρόβλημα και όχι λύση!
Καταλόγισε π.χ. μικροπολιτική στάση στον κ. Μητσοτάκη λέγοντας ότι η ζημία για τη χώρα μας θα είναι μεγάλη, θα ξεφτιλιστούμε διεθνώς αν δεν την υπογράψουμε. Δηλαδή δέσμευσε για εκατονταετίες τη χώρα σε κρίσιμο εθνικό θέμα, το οποίο - τολμά κιόλας να - αποκαλεί «σημαντική παρακαταθήκη». Στην συνέχεια εγκαλεί αυτούς που δεν το αποδέχονται, δεν το χειροκροτούν και δεν το συνυπογράφουν.
Πολύ περισσότερο που δεν τους έκανε απ'' αρχής συμμέτοχους της προσπάθειας. Επί του προκειμένου δεν ήταν πειστικός - πως θα μπορούσε - όταν ερωτήθηκε γιατί δεν συγκάλεσε το συμβούλιο αρχηγών. Θα έβγαινε κανένα νόημα; ήταν η προσβλητική απάντησή του. Δεν θα περίμενε συμφωνία από τον Λεβέντη είπε αλλά από τον Μητσοτάκη – τον οποίο Μητσοτάκη, όπως και την Φώφη και το Κουτσούμπα δεν ενημέρωσε (δεν αναφέρουμε τον Σταύρο γιατί ούτως ή άλλως ήταν δεδομένος. Θα ψήφιζε μια συμφωνία που θα έφερνε η κυβέρνηση).
Θυμόμαστε βέβαια όλοι, ειδικά για τον Μητσοτάκη, καθώς γι αυτόν έγινε η αναφορά, ότι περίμενε εκ μέρους του συγκατάθεση σε θέμα που όχι μόνο δεν τον είχε ενημερώσει, αλλά και το οποίο το ευτέλισε, χρησιμοποιώντας το ως εργαλείο διάσπασης της ΝΔ. Θυμόμαστε δηλαδή ότι με τις πρώτες επαφές των εκπροσώπων των δύο χωρών, χωρίς να ανακοινώσει τις δικές της θέσεις η κυβέρνηση, ως είχε υποχρέωση, ζητούσε από την αξιωματική αντιπολίτευση φορτικά και προκλητικά να ανακοινώσει τις δικές της (με την ανομολόγητη προσμονή ότι ο φιλελεύθερος Μητσοτάκης θα έλεγε ναι, και εξ αυτού θα του έλεγαν γεια οι παραδοσιακοί δεξιοί του κόμματος).
Το πολιτικό πρόβλημα πάντως της κυβέρνησης παραμένει, έστω και λειασμένο. Για να καταφύγει στη λύση της ψήφου εμπιστοσύνης ο κ. Τσίπρας προφανώς θα έχει βρει τους 151. Με την ψήφο τους θα έχει τη δεδηλωμένη, θα έχει μια νέα πλειοψηφία, και θα επιλύσει προσώρας το πρόβλημα πολιτικής νομιμοποίησης. Όμως θα είναι μια ανομοιογενής, ή τουλάχιστον μη συμπαγής ιδεολογικά και πολιτικά Κ.Ο. Θα απαρτίζεται από αδέσποτους βουλευτές διαφορετικών κομμάτων, ΑΝΕΛ, Ποτάμι, Ένωση Κεντρώων, και κάποιους ανεξάρτητους.
Σε κάθε περίπτωση με τόση πολυχρωμία είναι δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο, να φτάσει ως τον Οκτώβριο. Εφόσον βέβαια το… μεγάλο του ατού, η οικονομία, δεν κάνει εμφανή τα πελώρια προβλήματά της στην τσέπη του λαού.