Του Απόστολου Χονδρόπουλου
Πόσο θα επηρεάσει τελικά το φιάσκο της 22ης Νοεμβρίου την εξέλιξη της εσωκομματικής διαδικασίας στη ΝΔ; Ο ορισμός της 20ης Δεκεμβρίου και η αποφυγή του δυσμενούς σεναρίου αναβολής των εκλογών για το νέο χρόνο, θα λειτουργήσει στην πράξη εκτονωτικά; Και εντέλει θα μπορέσει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να υπερβεί τις επιπτώσεις που είχε το πρωτοφανές φιάσκο τόσο στην εσωκομματική ψυχολογία, όσο και στην εικόνα του στην κοινωνία;
Για πολλούς το καλύτερο «φάρμακο» στην κρίση εσωστρέφειας που πυροδότησε η 22η Νοεμβρίου θα είναι η μαζική συμμετοχή των πολιτών στην εκλογική διαδικασία. Δεν μιλάμε φυσικά για «φάρμακο» δια πάσα "νόσο", οργανωτική και πολιτική, που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η νέα ηγεσία, αλλά για «φάρμακο» ενάντια στην απαξίωση που συνιστά την μεγαλύτερη άμεση απειλή μετά την αναβολή των εκλογών. Δεν είναι τυχαίο που ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει πως «η καλύτερη απάντηση στους αντιπάλους μας που έσπευσαν να μας λοιδορήσουν θα είναι η μαζική συμμετοχή στις 20 Δεκεμβρίου».
Με τη διαφορά βέβαια πως δεν ήταν μόνο οι πολιτικοί αντίπαλοι που το έκαναν, αλλά και ένα μεγάλο τμήμα της ίδιας της κοινωνίας, στην οποία απευθύνεται το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζητώντας την ενεργή παρουσία της στην κορυφαία εσωκομματική διαδικασία. Το πολιτικό πρόβλημα θα ήταν πολύ μικρότερο για τη ΝΔ εάν ο αντίκτυπος της 22ης Νοεμβρίου περιοριζόταν σε δηκτικά σχόλια πολιτικών αντιπάλων. Αλλά η πηγή της πραγματικής ανησυχίας για τον κίνδυνο απαξίωσης εντοπίζεται στο ότι με αντίστοιχο τρόπο αντέδρασε και μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Και αν οι υποψήφιοι δεν καταφέρουν ως τις 20 Δεκεμβρίου να ενεργοποιήσουν το ενδιαφέρον της και να την προσελκύσουν στις κάλπες, όλοι αντιλαμβάνονται πως η ΝΔ θα αντιμετωπίζει στις 21 Δεκεμβρίου πολιτικό πρόβλημα, όποιοι και αν είναι οι δύο διεκδικητές που θα συνεχίσουν την κούρσα ως τις 10 Ιανουαρίου.
Υπό τις συνθήκες αυτές εάν η συμμετοχή αποτελούσε πολύ μεγάλο στοίχημα πριν από τις κάλπες που δεν άνοιξαν στις 22 Νοεμβρίου, σήμερα αποτελεί ίσως και τον βασικότερο αποτρεπτικό παράγοντα εσωκομματικών εξελίξεων την επόμενη ημέρα. Εάν οι ψηφοφόροι γυρίσουν την πλάτη την μεθεπόμενη Κυριακή στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αυτό θα δυσκολέψει την προσπάθεια της όποιας νέας ηγεσίας να κλείσει τις πληγές που άνοιξε ο προεκλογικός αγώνας και να διασφαλίσει με τον τρόπο αυτό τη συνοχή της. Πολύ περισσότερο όταν η προσέλευση του κόσμου στα εκλογικά τμήματα εκείνες τις πρώτες ώρες που δεν λειτούργησε το σύστημα, δημιούργησε αίσθηση ότι στις εκλογές της 22ης Νοεμβρίου ήταν πολύ πιθανό να υπήρχε σημαντική συμμετοχή. Αυτό τουλάχιστον επικοινωνείται και από επιτελεία υποψηφίων. Μία διαφορετική εξέλιξη στις 20 Δεκεμβρίου θα συνδεθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό με την αρνητική εικόνα που παρήχθη στην κοινωνία λόγω αδυναμίας της ΝΔ να διεξάγει τις εσωκομματικές εκλογές, αλλά από τα εσωκομματικά μαχαιρώματα που για αρκετές ημέρες την έκαναν να βρίσκεται σε συνθήκες βαθιάς εσωκομματικής κρίσης.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης βαδίζει για δεύτερη φορά προς τις κάλπες με διαφοροποιημένα κάποια δεδομένα. Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης δεν είναι πλέον και μεταβατικός Πρόεδρος του κόμματος, οπότε έχει εξαλειφθεί μία βασική αιτία παραγωγής καχυποψίας μεταξύ των υποψηφίων. Ο Ανδρέας Παπαμιμίκος, δεν προεδρεύει πλέον στην ΚΕΦΕ, αλλά η σύγκρουσή του με τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη ουδόλως έχει κοπάσει. Και δεδομένων των επικρίσεων που έχει δεχθεί από όλους τους υποψηφίους , αποτελεί ερώτημα το πώς θα συνυπάρξουν ο νέος Πρόεδρος, όποιος και αν είναι, και ο γραμματέας της ΝΔ; Συνύπαρξη που τουλάχιστον μέχρι το Συνέδριο, στις αρχές του καλοκαιριού του 2016, μπορεί να καταστεί υποχρεωτική εάν ο κ. Παπαμιμίκος δεν αποφασίσει ο ίδιος να παραιτηθεί, καθώς δεν υπάρχει καταστατική πρόβλεψη για αμφισβήτηση του γραμματέα, παρά μόνο δυνατότητα ορισμού αναπληρωτών «για να τον συνδράμουν στο έργο του».
Οι διεκδικητές της ηγεσίας της ΝΔ πηγαίνουν στις κάλπες και με διακηρύξεις περί σαρωτικών αλλαγών σε πρόσωπα από την επομένη κιόλας της εκλογής τους και με ορίζοντα το Συνέδριο μέσα από το οποίο θα περάσουν και οι πολιτικές και οργανωτικές αλλαγές για τις οποίες καθένας εξ αυτών έχει δεσμευθεί. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι θα ζητήσει τις παραιτήσεις των πάντων για να ξαναχτίσει τη ΝΔ από την αρχή με σκληρή αξιοκρατία και αξιολόγηση, ενώ ο Απόστολος Τζιτζικώστας . προανήγγειλε ότι η πρώτη του κίνηση ως Πρόεδρος της ΝΔ θα είναι να "ζητήσει την παραίτηση όλων των ανθρώπων του κομματικού μηχανισμού της Συγγρού που δυστυχώς έχουν τεράστια ευθύνη που οδήγησαν την παράταξη σε αυτά τα χαμηλά ποσοστά"
Το ερώτημα βέβαια είναι αν το πρόβλημα της ΝΔ εντοπίζεται στα πρόσωπα και όχι στις πολιτικές, στις δομές και στο τρόπο λειτουργίας των οργάνων; Μεγάλες αλλαγές μπορούν να γίνουν μόνο στο Συνέδριο, αφού εκεί θα εκλεγεί η νέα Πολιτική Επιτροπή και στη συνέχεια ο νέος γραμματέας και τα όργανα που θα διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο στη χάραξη πολιτικής, ενώ στο Συνέδριο θα ψηφιστούν και οι καταστατικές διατάξεις που θα αλλάξουν τη δομή και λειτουργία της ΝΔ. Μόνο που το μείζον σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι ποιοι απαρτίζουν κάθε κομματικό όργανο, αλλά πως λειτουργεί αυτό; Για παράδειγμα η Πολιτική Επιτροπή πάει καιρός που δεν συγκαλείται τουλάχιστον μία φορά το τρίμηνο, η δε Εκτελεστική Γραμματεία έχει επί της ουσίας παραμεριστεί. Όσο για την ΚΟ μόλις τους τελευταίους μήνες άρχισε να συνεδριάζει σε τακτική βάση κυρίως λόγω του μεταβατικού σταδίου στο οποίο βρέθηκε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης μετά την αποχώρηση του Αντ. Σαμαρά από την ηγεσία.
Η αλήθεια είναι πάντως ότι το φιάσκο έχει θέσει τους πάντες στη ΝΔ προ των ευθυνών τους. Και οι συγκρούσεις μεταξύ υποψηφίων δεν έχουν την δριμύτητα του προηγούμενου διαστήματος και κυρίως των πρώτων ημερών μετά τις 22 Νοεμβρίου. Με εξαίρεση το μέτωπο Μεϊμαράκη- Τζιτζικώστα, που παραμένει ενεργό κυρίως από την πλευρά του πρώην μεταβατικού Προέδρου της ΝΔ, οι διεκδικητές της ηγεσίας έχουν αποφύγει τις προσωπικές αντιπαραθέσεις. Μέχρι στιγμής τουλάχιστον, καθώς ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει τι θα γίνει τις επόμενες δύο εβδομάδες που θα κορυφωθεί εκ νέου η προεκλογική κούρσα. Είναι και αυτό ένα στοίχημα για την επόμενη ημέρα που καλούνται να κερδίσουν και οι τέσσερις διεκδικητές της ηγεσίας.
Η τελική φάση της νέας προεκλογικής κούρσας διεξάγεται όμως και σε ένα διαφοροποιημένο δημοσκοπικό περιβάλλον, που ως είθισται σε αυτές τις περιπτώσεις, προβάλλεται από εκείνους που θεωρούν ότι τους ευνοεί και αμφισβητείται από τους άλλους. Πολύ περισσότερο όταν οι δημοσκοπήσεις που αφορούν στην συγκεκριμένη εκλογική αναμέτρηση ενέχουν εκ των πραγμάτων πολύ μεγαλύτερο ρίσκο δεδομένου ότι δεν υφίσταται συγκεκριμένο εκλογικό σώμα που να είναι βέβαιο ότι θα προσέλθει στις κάλπες. Με αφορμή πάντως τις τελευταίες δημοσκοπήσεις το περιβάλλον του Απ. Τζιτζικώστα κάνει λόγο για «παγίωση» της πρωτιάς του Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας. Ο εκπρόσωπος του Βαγγέλη Μεϊμαράκη, Θόδωρος Αμπατζόγλου μιλά για μετρήσεις «αναξιόπιστες, αντιεπιστημονικές, κατά παράβαση του κώδικα των δημοσκοπήσεων» και υποστηρίζει ότι «είναι προφανές ότι υπηρετούν συγκεκριμένες σκοπιμότητες». Όσο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη σημειώνει με νόημα ότι «οι μεγάλες εταιρείες έχουν αρνηθεί να κάνουν μέτρηση πρόθεσης ψήφου» και προσθέτει πως «η τελική μέτρηση θα γίνει στις 20/12».