Ο κύκλος που διαγράφει η πολιτική της «υπόγας» είναι αυτεπίστροφος και νομοτελειακά αποτελεί το τίμημα που διαχρονικά πληρώνεται από τους εκάστοτε θιασώτες της.
Εντός αυτού του φάσματος βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ, ηγεσία και στελέχη, που δεν αντιστάθηκαν στον πειρασμό να μετατρέψουν τον απύθμενο εσμό που παράγεται στα χρονολόγια των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, σε μέσα άσκησης πολιτικής και ειρήσθω εν παρόδω αναβιβάστηκε σε κυρίαρχο δόγμα για να συμπληρώσει τον πολακισμό. Ακόμη κι εάν κατά την κρίση της βελγικής δικαιοσύνης η υπόθεση του Αλέξη Γεωργούλη οδηγηθεί στην καταδίκη του ιλουστρασιόν ευρωβουλευτή, δεν μεταφράζεται σε ενοχοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτήν τη μετάφραση χάνεται το κόμμα και ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας, που επί μακρόν, έκαναν τον έρεβο από τον οποίο διακατέχονται, σημαία της αντιπολιτευτικής τους δράσης.
Δηλητηρίασαν την κοινωνία με τα εμετικά hashtag που ευθυγράμμισαν την ατομική παραβατικότητα με τη συλλογική ευθύνη ενός πολιτικού οργανισμού. Στοχοποίησαν ανοίκεια και συλλήβδην τον πρωθυπουργό, τα στελέχη και συνολικά τα μέλη ενός κόμματος στο όνομα ενός ανίερου κυνηγιού μαγισσών αλλά πλέον κινδυνεύουν να πέσουν οι ίδιοι στην «πυρά» που υποδαύλιζαν με κάθε τρόπο. Καίτοι δεν έχει παραγραφεί από το συλλογικό υποσυνείδητο η αήθης τακτική που εφαρμόστηκε κατά κόρον σε σειρά από υποθέσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ διακατέχεται από τον φόβο της ρεβάνς αλλά και την ανησυχία του αμαρτωλού παρελθόντος. Ταυτόχρονα όμως τα στελέχη του, δεν διαθέτουν την ηθική ικανότητα να αποδεχτούν την πραγματικότητα ότι εκείνοι που κατά συρροή επιχειρούσαν να στιγματίσουν δεν είναι ίδιοι με αυτούς.
Δεν ξεπλένονται αντιλήψεις και δεν απαλείφονται πρακτικές με συνθήματα σαν εκείνα που λανσάρει ο μετρ του είδους Αλέξης Τσίπρας. Σαν το περιβόητο «δεν είμαστε ίδιοι» ή την αμιγώς ενοχική διακήρυξη «δεν χωρούν ίσες αποστάσεις». Αλλά ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, κατά την προσφιλή τακτική του λησμόνησε, τις «ασπίδες» προστασίας που εξύφαινε προ δεκαετίας για λογαριασμό του ελκυστικού για εκείνον και το κόμμα του, καθεστώτος του Νικολάς Μαδούρο στη Βενεζουέλα. Η οδυνηρή αλήθεια για τον Αλέξη Τσίπρα, καταγεγραμμένη ως γεγονός της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας, είναι ότι το 2013 επέδιδε διαπιστευτήρια αφοσίωσης σε αυτό το καθεστώς, ομολογώντας τη συγκάλυψη μιας σοβαρής υπόθεσης με απανωτά κρούσματα σεξουαλικής παρενόχλησης, με πρωταγωνιστή τον επικεφαλής της διπλωματικής αντιπροσωπείας της Βενεζουέλας στην Αθήνα.
Ο κ. Τσίπρας στην επιστολή του εφιστούσε την προσοχή του συντρόφου Μαδούρο, σε «ένα ευαίσθητο θέμα» και ανέμενε μάλιστα τη συμβολή και την παρέμβαση του. Ανεβάζοντας κατακόρυφα τον βαθμό της αρνητικής έκθεσης του, με αφορμή την εμπλοκή του στο σκάνδαλο, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επέλεγε έναν κυνικό χαρακτηρισμό για να περιγράψει το σιωπητήριο που είχε επιβληθεί στους υπαλλήλους της πρεσβείας: «Μέχρι στιγμής το προσωπικό της πρεσβείας έχει επιδείξει πολιτική ωριμότητα και δεν θα λάβει μέτρα εντός της Ελλάδας, που θα δημοσιοποιούσαν το πρόβλημα, γεγονός που θα το εκμεταλλεύονταν στο έπακρο τα συστημικά μέσα ενημέρωσης για να βλάψουν την αριστερά τόσο στη Βενεζουέλα όσο και στην Ελλάδα».
Αυτή η δραστηριότητα μαζί με τους άθλιους υπαινιγμούς που αποτέλεσαν τον πυρήνας πολιτικών ομιλιών, φλογερών παρεμβάσεων ή υποστήριξαν τον κοινοβουλευτικό έλεγχο επιστρέφει πλέον ως μπούμερανγκ στον ΣΥΡΙΖΑ, που δεν χρειάζεται πλέον να αποδείξει τίποτα. Είναι εξίσου εύγλωττα και τα λόγια και τα έργα του.