Η Ελλάδα μπορεί να γίνει «μεσαία δύναμη» στην Ευρωζώνη. Αυτό βεβαίως δεν θα γίνει αν δεν κάνουμε όσα απαιτεί ένας τόσο υψηλός στόχος. Με την σοβαρότητα που χρειάζεται. Με την μεταρρυθμιστική πνοή που απαιτείται. Και, τελικά, με την επιμονή που χαρακτηρίζει όσους μεταξύ όλων υμών των ψηφοφόρων αντιλαμβάνονται πως όσες χώρες δεν προοδεύουν, βυθίζονται.
Πώς όμως γίνεσαι «μεσαία δύναμη»; Πρέπει να μπεις σε δρόμο με δύο λωρίδες: στη μία λωρίδα γίνεσαι καλύτερος σε όσα ήδη κάνεις καλά, στην άλλη λωρίδα προσαρμόζεις θεσμούς, επιχειρήσεις και εργασία στα πρότυπα όσων είναι καλύτεροι από εσένα.
Δεν μπορεί να θες να πας μπροστά χωρίς ιδέες και πιστεύω που αντιστοιχούν και στηρίζουν την προσπάθεια. Δεν μπορείς να διορθώσεις τα κακώς κείμενα με συνταγές μιζέριας και κρατισμού. Γι αυτό υπενθυμίζω και επιμένω, όταν βρίσκω την ευκαιρία, πόσο αποδοτικότερη και καλύτερη πολιτική πλατφόρμα είναι η φιλελεύθερη άποψη απέναντι στον κρατικίστικο λαϊκισμό.
Ο κύριος λόγος είναι ότι οι φιλελεύθεροι μαζεύουμε τις καλύτερες ιδέες και πρακτικές, απ’ όπου κι αν προέρχονται, αποκλείοντας όσες, ακόμη κι αν έχουν κάποιο «χάρισμα», προϋποθέτουν περιορισμούς στις ατομικές ελευθερίες. Τόσο απλά. Με αποτέλεσμα να διαφέρουμε, οι φιλελεύθεροι, έναντι εκείνων που πιστεύουν πως πρέπει να βάλεις στο χέρι το κράτος και τα πλοκάμια του για να «πουλήσεις» σοσιαλιστικά όνειρα.
Ακριβώς δηλαδή σε αυτό που οι πολιτικοί αντίπαλοί μας νομίζουν ότι υπερτερούν: στην πίστη μας ότι η ατομική πρωτοβουλία, σε περιβάλλον ανοικτών ευκαιριών, με ένα γερό και λιτό κράτος είναι ο καλύτερος συνδυασμός προόδου. Το αντίθετο, που πιστεύει η δήθεν αριστερά, που δεν έχει πραγματική σχέση με της σοσιαλδημοκρατική παράδοση, είναι ένα ελαχίστως αποκρυπτόμενο λενινιστικό μοντέλο κατάκτησης των «αρμών της εξουσίας». Σε απλά κρητικά, «την άλλη φορά θα είναι αλλιώς».
Επαναλαμβάνουν, κουραστικά, οι αντίπαλοί μας του ΣΥΡΙΖΑ, ότι είμαστε νεοφιλελεύθεροι, άρα «κακοί». Ξεχνούν ότι η κεντρική ιδεολογία της Νέας Δημοκρατίας είναι ο λαϊκός φιλελευθερισμός, στην ίδια δηλαδή γραμμή που ακολουθεί από την μεταπολίτευση και μέχρι σήμερα, αταλάντευτα. Αυτός είναι ο λόγος που είμαστε τοποθετημένοι στο κέντρο του πολιτικού τόξου, με λογική και ρεαλισμό.
Ο ρεαλισμός φαίνεται και στο πρόγραμμα που συζητήσαμε όλες αυτές τις μέρες της προεκλογικής συζήτησης. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν υπόσχεται τίποτε που να μην μπορεί να το κάνει. Δεν υπόσχεται τίποτε που θα μπορούσε να εκθέσει σε κινδύνους την χώρα, άρα όλους εμάς. Υπόσχεται όμως κάτι δύσκολο: να κάνει όσα χρειάζονται ώστε η ίδια η χώρα, οι άνθρωποί της, η οικονομία να συνεχίσει την άνοδο των τελευταίων πολλών μηνών και να τα καταφέρει. Όχι καθοδηγούμενη, αλλά παροτρυνόμενη.
Πόσοι πίστευαν ότι το 2021 θα «σβήναμε» τη ζημιά που προκάλεσε η πανδημία; Κι όμως το κάναμε: από -9% πήγαμε στο +8% και σε αυτό προσθέσαμε ένα +6%, αποτέλεσμα καλύτερο από κάθε πρόβλεψη που είχε γίνει από τους διεθνείς οργανισμούς. Αλλά και φέτος, που οι πολλοί προβλέπουν κάτι γύρω στο 2,5%, πιστεύω πως, εφόσον ο τουρισμός πάει όσο καλά πήγε πέρυσι, θα κάνουμε κάτι καλύτερο και από 3%.
Το δείχνουν τα στοιχεία της αγοράς εργασίας στην οποία παρατηρείται «στενότητα» σε αρκετές ειδικότητες με το μεροκάματο να έχει κερδίσει πραγματικούς πόντους, τους οποίους μάλιστα δεν τους πιάνουν οι «στατιστικές». Φαίνεται από την βελτίωση των αποτελεσμάτων που δηλώνουν οι επιχειρήσεις, παροτρυνόμενες από τον χαμηλότερο συντελεστή φορολόγησης των διανεμόμενων κερδών, που θέλει να καταργήσει η μείζων αντιπολίτευση.
Διανύσαμε τις τελευταίες αυτές εβδομάδες με την αντιπολίτευση να επιχειρεί, σε κάθε ευκαιρία, να φέρει στην επιφάνεια τη μιζέρια, να χρησιμοποιεί στρεβλωμένα «στοιχεία», να αποφεύγει τη συζήτηση επί της ουσίας, να αποκρύπτει -όταν δεν του ξεφεύγει του Καρούγκαλου ή της Φωτίου- την κρυφή ατζέντα φόρων και ταξικών συγκρούσεων που ονειρεύεται. Θέλω να πιστεύω ότι οι προσπάθειες αυτές θα πάνε από ‘κει που ήρθαν. Οι πάρα πολλοί θέλουν να συνεχίσουμε την προσπάθεια και, κυρίως, να κάνουμε τα πάντα για να μη χαθούν οι ευκαιρίες που έχουμε μπροστά. Έχουν καταλάβει πως οι ευκαιρίες που χάνεις, δεν σε περιμένουν και σπανίως επιστρέφουν.
*Ο Μπάμπης Παπαδημητρίου είναι δημοσιογράφος, υποψήφιος βουλευτής ΝΔ στο Νότιο Τομέα Β3 Αθηνών