Είναι δύσκολο να γράψει κανείς για το ΠΑΣΟΚ, καθώς οι γραμμές του προφίλ του δεν είναι τόσο ευκρινείς, όσο του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ. Τα δύο μεγάλα κόμματα σκιαγραφούνται με αδρές γραμμές. Η ΝΔ με ροπή στην τόνωση της επιχειρηματικότητας, θεωρεί ότι δι’ αυτής θα επέλθη η ανάπτυξη και θα διαχυθεί η ευημερία στο κοινωνικό σύνολο.
Πάντως, λόγω ανωτέρας βίας (πανδημίας και πολέμου), ανταποκρίθηκε και επέδειξε κοινωνικό πρόσωπο που υπερκερνούσε τις συντεταγμένες της λαϊκής δεξιάς, και ταυτιζόταν με αυτές αριστερών κομμάτων. Στη θέση της δεν θα έκαναν περισσότερα ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ.
Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλει το λαϊκίστικο στοιχείο του, την απόλυτη άρνηση σε κάθε πρωτοβουλία της κυβέρνησης (με εξαίρεση τα ναυπηγεία), την επιθετικότητα, τον πολεμικό λόγο, την καταγγελία, τη διαστρέβλωση, την αφασική στοχοποίηση. Δεν κάνουμε ηθολογική αξιολόγηση. Την έχουμε κάνει και θα ξανακάνουμε. Απλώς εικονογραφούμε.
Το ΠΑΣΟΚ είναι μια εικόνα χωρίς ευκρινές προφίλ. Και δεν φταίει το γεγονός ότι δεν έχει εγκριθεί το πρόγραμμά του που θα αποτελούσε σηματωρό και πολιτικό οπλοστάσιο των στελεχών. Άλλωστε ποιος, πέραν των επαγγελματικώς ενασχολούμενων με την πολιτική, διαβάζει αξιολογεί προγράμματα;
Ο Ανδρουλάκης, επηρεασμένος και από την ευρωπαϊκή του θητεία, δείχνει να θέλει να διαμορφώσει το ΠΑΣΟΚ ως ένα κόμμα σοσιαλδημοκρατικών αξιών (ήτοι ορθολογικού λόγου, πολιτικής συνέπειας, επιστημονικώς τεκμηριωμένων λύσεων, αξιοπρεπούς συμπεριφοράς, κοινωνικής ευαισθησίας, κ.α.). Μόνο που αυτά ευνοούνται σε ευδαίμονες καιρούς. Τότε που ο χρόνος κυλά μειλίχια, χωρίς τα οξυμμένα προβλήματα παγκόσμιας αναταραχής, ενεργειακής και τροφοδοτικής δυστοκίας.
Στις εποχές έντασης και ανασφάλειας ο κόσμος τείνει πιο ευαίσθητες κεραίες στους λόγους των αρχηγών. Και από τον Ανδρουλάκη ο λόγος που ακούστηκε ήταν συγκεχυμένος. Επένδυσε π.χ. τόσο πολύ στην υποκλοπή της ΕΥΠ, την στιγμή που αυτή, καλώς κακώς, έγινε με το γράμμα του νόμου. Η επεξήγηση ότι κινήθηκε απολύτως θεσμικά και η ικανοποίηση ότι δικαιώθηκε, κυοφορούνται στα υψηλά κλιμάκια των συνεργατών του, αλλά δεν συνάγεται από την κοινή γνώμη.
Ο κόσμος σχεδόν ενοχλήθηκε για την εμμονή, ενώ ο Τσίπρας βρήκε την ευκαιρία να οξύνει το κλίμα, να αναδείξει την σκανδαλολογία ως κυρίαρχο θέμα και να παίξει το ρόλο του μεγάλου αδελφού που παίρνει υπό την προστασία του το μικρό αδικημένο αδερφάκι. Οι μετέπειτα υποκλοπές που παρουσιάζονται σε δημοσιεύματα, ενισχύουν τον καταγγελτικό ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ αφήνοντας σε θαμπό φόντο το ΠΑΣΟΚ – όχι ότι προς το παρόν ο ΣΥΡΙΖΑ οικειοποιείται την υπεραξία της όποιας δυσαρέσκειας προς την κυβέρνηση. Αλλά εφόσον τα δημοσιεύματα συνεχιστούν με τη δικαιοσύνη σε χαλαρότητα ( μη απαιτώντας άμεση τεκμηρίωση), ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει λαμβάνειν.
Παράλληλα ο Ανδρουλάκης επιτίθεται σχεδόν μονομερώς προς την κυβέρνηση, αφήνοντας τον αλωτή του κόμματός του στο απυρόβλητο. Και ου μόνον, αλλά δέσμιος της θεωρίας των «προοδευτικών δυνάμεων» (ξεθυμασμένη απόδοση της θεωρίας του «λαϊκού μετώπου»), έκλεισε το μάτι προς τον ΣΥΡΙΖΑ για συγκυβέρνηση. Τον επέκρινε μάλιστα γιατί δεν δέχεται την συγκρότηση «κυβέρνησης ηττημένων».
Όπως είπε στον Σκάι «Ο κ. Τσίπρας ψηφίζει την απλή αναλογική και βγαίνει από τη ΔΕΘ και λέει δεν θα κάνω εγώ την κυβέρνηση των ηττημένων. Μα τί σημαίνει απλή αναλογική; Γιατί την έφερε; Πρώτοι στην Δανία είναι οι σοσιαλδημοκράτες. Πρωθυπουργός είναι από τη Δεξιά γιατί έκαναν μια άλλη κυβέρνηση. Εγώ είμαι έτοιμος να συζητήσω οτιδήποτε κάνει την Ελλάδα να γυρίσει σελίδα και να πάμε σε μια εποχή προγραμματικών κυβερνήσεων με πρόσωπα τα οποία θα αξιολογούνται από τον ελληνικό λαό».
Η απλή ερμηνεία της δήλωσης δείχνει ότι θα ήταν διατεθειμένος να συμμετάσχει σε κυβέρνηση ηττημένων. Υπό την προϋπόθεση προγραμματικών συμφωνιών βέβαια, αλλά αφενός εδώ δεν είναι Δανία και θα εκληφθεί ως παραβίαση της λαϊκής εντολής ( ασχέτως αν θεσμικά δεν είναι), αφετέρου θα έρθει σε σύγκρουση με το περίπου 75% της βάσης του κόμματός του που δεν θέλει να ακούει για ΣΥΡΙΖΑ, λόγω της περιόδου 2010 -15.
Τέλος, δεν κάνουν φλάμπουρο στο ΠΑΣΟΚ αυτό που είπε ο Ανδρουλάκης, ότι μια εταιρία που αγοράστηκε για 5.000 ευρώ, επί ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε δυο απευθείας αναθέσεις ύψους 1.400 εκ ευρώ (και μετά από τη ΝΔ 10 εκ ευρώ, αλλά η ΝΔ ούτως ή άλλως καταγγέλλεται από τον ΣΥΡΙΖΑ για τις απευθείας αναθέσεις). Γιατί δεν κάνει το ίδιο το ΠΑΣΟΚ – και - για τις πολλές απευθείας αναθέσεις που έγιναν επί ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ; Γιατί τον αφήνει να μονοπωλεί φαντασιακό ηθικό πλεονέκτημα;
Μ’ αυτά και άλλα που θα τα εντοπίζουμε εν καιρώ, το ΠΑΣΟΚ δεν κάνει διακριτό το στίγμα του, δεν σμιλεύει διακριτό προφίλ απέναντι στον αντίπαλό του. Και δεν κατανοεί ότι αντίπαλός του δεν είναι η ΝΔ. Αυτή είναι αντίπαλος του ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ για το ΠΑΣΟΚ είναι θεσμικός αντίπαλος. Άμεσος πολιτικός του αντίπαλος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.