Μετά τη μετάλλαξη Δέλτα, η Έψιλον: Πιο επικίνδυνη, πιο ανθεκτική στα εμβόλια

Μετά τη μετάλλαξη Δέλτα, η Έψιλον: Πιο επικίνδυνη, πιο ανθεκτική στα εμβόλια

Βρισκόμαστε ακόμα στον κλοιό της μετάλλαξης Δέλτα που μέχρι τα τέλη Αυγούστου αναμένεται να έχει γίνει κυρίαρχη και στην πατρίδα μας και ήδη μία νέα απειλή που ακούει στο όνομα μετάλλαξη Έψιλον προκαλεί διεθνή προβληματισμό και καθιστά ακόμα πιο αναγκαίο τον γρήγορο εμβολιασμό όσο περισσότερων ανθρώπων γίνεται ώστε να υψώσουμε τείχος προστασίας απέναντι στα στελέχη που έρχονται και σε αυτά που μπορεί να εμφανιστούν.

Η μετάλλαξη Έψιλον πρώτο-αναγνωρίστηκε στην California των ΗΠΑ και όπως εξηγεί η αναπληρώτρια καθηγήτρια επιδημιολογίας και προληπτικής ιατρικής Θεοδώρα Ψαλτοπούλου  είναι από εκείνες τις μεταλλάξεις που προβληματίζουν καθώς φαίνεται να σχετίζεται με αυξημένη μεταδοτικότητα αλλά και πιο σοβαρή νόσηση.

Επίσης, ευρήματα δείχνουν πως η μετάλλαξη Έψιλον σχετίζεται με μειωμένη παραγωγή εξουδετερωτικών αντισωμάτων  πράγμα που σημαίνει ότι τα εμβόλια «δουλεύουν» λιγότερο καλά σε αυτό το στέλεχος. 

Η μειωμένη παραγωγή εξουδετερωτικών αντισωμάτων δεν είναι κάτι που εμφανίζεται για πρώτη φορά με τη μετάλλαξη Έψιλον, πρόκειται για είναι ένα σύνηθες φαινόμενο στις μεταλλάξεις και ήδη έχει διαπιστωθεί ότι με την υπάρχουσα μετάλλαξη Δέλτα παρατηρείται έως και τρεις φορές μικρότερη  παραγωγή εξουδετερωτικών αντισωμάτων. Ωστόσο, στην περίπτωση του στελέχους Έψιλον φαίνεται να προκαλείται ακόμα μεγαλύτερη μείωση όπως εξηγεί ο καθηγητής οργανικής χημείας- φαρμακοχημείας ΕΚΠΑ Γιώργος Κόκοτος.

Ο καθηγητής φαρμακοχημείας προσθέτει ότι στον μηχανισμό παραγωγής των εξουδετερωτικών αντισωμάτων τον κεντρικό ρόλο παίζουν οι πρωτεΐνες της ακίδας που χρησιμοποιεί ο κορονοϊός για να εισβάλει στα κύτταρα του ξενιστή, δηλαδή του ανθρώπινου οργανισμού.

Στα νέα αυτά στελέχη οι αλλαγές που έχουν συμβεί στις πρωτεΐνες της ακίδας την καθιστούν μη αναγνωρίσιμη, με αποτέλεσμα να μην επάγεται ο μηχανισμός της παραγωγής εξουδετερωτικών αντισωμάτων  που είναι ο κύριος τρόπος με τον οποίο τα εμβόλια μας προσφέρουν προστασία.

Φυσικά ένα εμβόλιο δεν δρα μονομερώς  στον οργανισμό, έτσι λοιπόν -ευτυχώς- υπάρχουνε και άλλοι μηχανισμοί που εμπλέκονται στην παρεχόμενη προστασία και ένας απ’ αυτούς τους μηχανισμούς, που αφορά τη διέγερση των Τ λεμφοκυττάρων σχετίζεται με τα κύτταρα μνήμης -τη λεγόμενη κυτταρική ανοσία- η οποία εξακολουθεί να δουλεύει.

Γι’ αυτό και είναι πολύ δύσκολο τα εμβόλια να καταστούν μη αποτελεσματικά, ωστόσο όσο παραμένει ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη ανεμβολίαστο και ο κορονοϊός με τα νέα πολύ μεταδοτικά στελέχη μπορεί να μεταδίδεται με μεγάλη ταχύτητα και να πολλαπλασιάζεται σε μεγάλους πληθυσμούς με συνέπεια να δημιουργούνται πολλές μεταλλάξεις, αυξάνεται ή πιθανότητα να βρεθούμε μπροστά σε μεταλλάξεις που ενδεχομένως θα είναι ανθεκτικές στα υπάρχοντα εμβόλια.

Αν και εφόσον δημιουργηθούν στελέχη τα οποία θα είναι σε σημαντικό βαθμό ανθεκτικά απέναντι στα υπάρχοντα εμβόλια αυτό μεταφράζεται στο ότι η φαρμακοβιομηχανία θα χρειαστεί να φτιάξει νέα εμβόλια, κάτι το οποίο ευτυχώς με την τεχνολογία mRNA δεν είναι δύσκολο, εφόσον υπάρχει η τεχνογνωσία

Θα χρειαστούν όμως αρκετοί μήνες για να τρέξει η έρευνα κι ανάπτυξη και μετά θα χρειαστεί και η αδειοδότηση των νέων εμβολίων από τις ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές.

Ένα ζήτημα το οποίο επίσης προβληματίζει τους επιστήμονες είναι πως εκτός του ότι διακυβεύεται η αποτελεσματικότητα των εμβολίων τίθεται σε αμφισβήτηση και η αποτελεσματικότητα των πολλά υποσχόμενων φαρμάκων  για τον κορονοϊό, των μονοκλωνικών αντισωμάτων.

Τα μονοκλωνικά αντισώματα λέγονται και «παθητικός εμβολιασμός» ακριβώς γιατί σε ανθρώπους που για παράδειγμα είναι ανοσοκατασταλμένοι και δεν μπορεί ο οργανισμός τους να παράγει αντισώματα,  τους τα δίνουμε «έτοιμα».

Ο κίνδυνος  να βγούνε αυτά τα πολύτιμα φάρμακα άχρηστα μέσα από τις μεταλλάξεις είναι ένα πολύ σημαντικό πλήγμα όχι απλώς επειδή τα μονοκλωνικά αντισώματα αποτελούν εξαιρετική θεραπεία στη λοίμωξη Covid  αλλά και γιατί είναι πολύτιμα σαν υποκατάστατο του εμβολίου στους ηλικιωμένους και τους ανοσοκατασταλμένους ανθρώπους που δεν ανταποκρίνεται επαρκώς ο οργανισμός τους με τον εμβολιασμό και δεν δημιουργεί τους απαιτούμενους τίτλους αντισωμάτων.