Την εκτίμησή του ότι μετά τις εκλογές του ερχόμενου Ιουνίου στα Σκόπια θα δημιουργηθούν εκ νέου οι συνθήκες για την επίλυση της διαφοράς για το όνομα μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ, εξέφρασε σε συνέντευξή του στις «Ιστορίες» του Σκάι ο κ. Matthew Nimetz, ειδικός μεσολαβητής του ΟΗΕ για το θέμα.
Ο M. Nimetz εκτιμά ότι ζητήματα όπως η τρομοκρατία και το μεταναστευτικό «καθιστούν ακόμη πιο σημαντικό το να λυθεί αυτό το πρόβλημα», και επισήμανε πως αν το ζήτημα της ονομασίας είχε επιλυθεί, και οι δύο χώρες αποτελούσαν ήδη εταίρους στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, τότε και το προσφυγικό θα αντιμετωπιζόταν με αποτελεσματικότερο τρόπο.
Ο ίδιος τόνισε, επίσης, ότι αισθάνεται απογοητευμένος, καθώς για αρκετά σημαντική χρονική περίοδο «είχαμε ένα κενό», το οποίο δεν επέτρεψε να δοθεί επαρκής προσοχή στην προσπάθεια για επίλυση του θέματος. Απέδωσε, μάλιστα, το κενό «σε προβλήματα και στις δύο χώρες, που έχουν απορροφήσει τη σκέψη και την προσοχή των ηγεσιών». Ωστόσο, όπως είπε, το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει εκ νέου αρχίσει τις επαφές με τους εκπροσώπους των δύο χωρών «σε τακτική βάση, για τον σωστό τρόπο με τον οποίο πρέπει να γίνει η επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων».
Αναφερόμενος στις πολύ σκληρές, εκατέρωθεν, δηλώσεις που έχουν γίνει κατά καιρούς, ο M. Nimetz εξέφρασε την ελπίδα ότι θα ξεπεραστούν.
«Είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι έχουν υπάρξει κάποιες φορές τέτοιες σκληρές δηλώσεις, αλλά νομίζω ότι η πραγματική δοκιμασία θα λάβει χώρα όταν γίνουν σοβαρές διαπραγματεύσεις, και οι δύο πλευρές θα έχουν καθίσει στο τραπέζι και θα αντιμετωπίσουν η μία την άλλη, προσπαθώντας να επεξεργαστούν μια λύση». Μόνον έτσι, προσθέτει ο M. Nimetz, μπορεί να υπάρξει κάποια πρόοδος.
Ως προς την επιλογή αρκετών κρατών να μη χρησιμοποιούν τον όρο «ΠΓΔΜ», όπως αυτός είχε αποφασιστεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας, ο ειδικός μεσολαβητής του ΟΗΕ διευκρίνισε ότι η παλαιότερη αυτή απόφαση είναι δεσμευτική για τον ΟΗΕ και τους άλλους διεθνείς οργανισμούς, «ως προσωρινό μέτρο, εν αναμονή της λύσης». Οπότε, κατέληξε, «σε διμερή βάση οι άνθρωποι μπορεί να κάνουν ό,τι θέλουν, και το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν δέσμευσε τα έθνη να ακολουθήσουν ό,τι έχει οριστεί ως διεθνής κανόνας».