Στο μομέντουμ που έχει αυτή τη στιγμή η ελληνική οικονομία αναφέρθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στο Bloomberg, τονίζοντας ότι θέλει να κάνει την Ελλάδα το «success story» της Ευρωζώνης. Παράλληλα, αναφέρθηκε στη συνάντησή του με τον Τούρκο πρόεδρο, Ταγίπ Ερντογάν, σημειώνοντας ότι συζήτησαν για το ζήτημα των προσφυγικών ροών. Τόνισε δε ότι η Τουρκία μπορεί να κάνει περισσότερα για την τήρηση της συμφωνίας ΕΕ - Τουρκίας.
Ο έλληνας πρωθυπουργός αναφέρθηκε στο σχέδιό του για την προσέλκυση επενδύσεων και στην αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας σε διεθνές επίπεδο.
«Η Ελλάδα θα είναι το success story της Ευρωζώνης τα επόμενα χρόνια» δήλωσε και περιέγραψε τους τρεις πυλώνες που έχει η αναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης. Ειδικότερα, ανέφερε πως ο πρώτος πυλώνας περιλαμβάνει μια διαφορετική δημοσιονομική πολιτική με χαμηλότερους φόρους, ο δεύτερος την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ο τρίτος την αντιμετώπιση του ζητήματος των τραπεζών.
«Αν τα κάνουμε όλα αυτά, θα έχουμε υγιή ανάπτυξη κάτι που θα αποτελέσει σήμα στις αγορές αλλά και στον κόσμο ότι αφήσαμε την κρίση πίσω μας», δήλωσε χαρακτηριστικά.
«Το επενδυτικό κλίμα είναι σε θετική πορεία. Οι αποδόσεις των ομολόγων πέφτουν, που είναι θετική εξέλιξη. Υπάρχει αίσθηση αισιοδοξίας που μας επιτρέπει να προχωρήσουμε το πρόγραμμά μας με πιο επιθετικό τρόπο», τόνισε ο πρωθυπουργός.
Ο Κυρ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε και στη συνάντησή του με τον Τούρκο πρόεδρο, Ταγίπ Ερντογάν, την οποία χαρακτήρισε ως θετική ενώ επισήμανε ότι ήταν η πρώτη συνάντησή τους με τη νέα του ιδιότητα. Όπως ανέφερε, στόχος των δύο ηγετών είναι να υπάρξει επανεκκίνηση στη σχέση με την Τουρκία ενώ συμπλήρωσε πως «η τουρκική πλευρά μπορεί να κάνει περισσότερα πράγματα για το μεταναστευτικό» εφαρμόζοντας τη συμφωνία ΕΕ - Τουρκίας.
Ο πρωθυπουργός επεσήμανε επίσης την ανάγκη να επανεξεταστούν τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα λέγοντας ότι αυτό το έχει ήδη θέσει, από την πρώτη στιγμή, στις συνομιλίες του με τους πιστωτές.
Στην ερώτηση του δημοσιογράφου, εάν έχει μιλήσει με τους πιστωτές για τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα (το 3,5% που συμφώνησε η προηγούμενη κυβέρνηση) προκειμένου να μειωθούν σε πιο ρεαλιστικά επίπεδα βραχυπρόθεσμα απάντησε:
«Φυσικά. Το θέσαμε από την πρώτη στιγμή ότι αυτά τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι ουσιαστικά ένα απομεινάρι του παρλεθόντος. Τα εφάρμοσαν σε μια εποχή που υπήρχε λίγη εμπιστοσύνη στην Ελλάδα. Τώρα νομίζω ότι κινούμαστε πολύ γρήγορα για να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη, όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στην κυβέρνηση. Θα πρέπει να επανεξετάσουμε αυτά τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και το τι σημαίνουν για τη βιωσιμότητα του χρέους», είπε.