Δομικές μεταρρυθμίσεις, αποκατάσταση του τραπεζικού συστήματος και διαφορετική δημοσιονομική πολιτική είναι οι τρεις βασικές προϋποθέσεις για να επιστρέψει η Ελλάδα στο δρόμο της ανάπτυξης, όπως τις παρουσίασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την ομιλία του στο πανεπιστήμιο Tufts με θέμα «η στροφή της Ελλάδας; Λυδία λίθος για την Ευρώπη». Δήλωσε μάλιστα αισιόδοξος πως «η στροφή αυτή θα έρθει» και «πιστεύω, τόνισε, ότι θα εκπλαγούμε ευχάριστα από αυτό που μπορούμε να πετύχουμε ως πολίτες ατομικά, αλλά και ως Έθνος συλλογικά».
Ως αναγκαίες δομικές μεταρρυθμίσεις προσδιόρισε «την ώθηση των ιδιωτικοποιήσεων, προκειμένου να προσελκύσουμε ξένες επενδύσεις», αλλά και μια σειρά από πρωτοβουλίες «για την βελτίωση της επιχειρηματικότητας». Υπογράμμισε μάλιστα πως «η μείωση της φορολογίας και των εισφορών είναι αναγκαία, αλλά δεν φτάνει», σημειώνοντας ότι «οφείλουμε να καλλιεργήσουμε μια επιχειρηματική κουλτούρα, σε μια χώρα όπου, μέχρι πρόσφατα, η επιχειρηματικότητα διασυρόταν». Επίσης «να αποκτήσουμε Πανεπιστήμια συνδεδεμένα με την αγορά εργασίας, επαγγελματικό προσανατολισμό στα σχολεία, κράτος φιλικό προς την επιχειρηματικότητα, Δικαιοσύνη που να μην κωλυσιεργεί, καθώς και σταθερό φορολογικό σύστημα».
Σε ότι αφορά την «αποκατάσταση του τραπεζικού συστήματος, ώστε να έχει τη δυνατότητα να τροφοδοτεί με ρευστότητα την αγορά», υπογράμμισε ότι «απαραίτητο βήμα είναι η υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για τα «κόκκινα δάνεια». «Η ακινησία του τραπεζικού συστήματος είναι ένα κόστος που δεν μπορούμε πλέον να αντέξουμε», τόνισε χαρακτηριστικά.
Συμφωνία με πιστωτές για νέο μείγμα
Αναφορικά με τη διαφορετική δημοσιονομική πολιτική, επέμεινε στην ανάγκη συμφωνίας με τους πιστωτές σε ένα νέο μείγμα που «θα μας επιτρέψει να χαλαρώσουμε τους δημοσιονομικούς μας στόχους αναφορικά με το ύψος του ετήσιου πρωτογενούς πλεονάσματος και την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους.»
«Αντιλαμβανόμαστε ότι η χαλάρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής δεν είναι κάτι που μπορεί να συμβεί αυτομάτως. Πρωτίστως, πρέπει να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των εταίρων μας», αναγνώρισε και πρόσθεσε πως «η υιοθέτηση δομικών μεταρρυθμίσεων από πλευράς μας, θα μας νομιμοποιήσει να ζητήσουμε χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα».
Ο πρόεδρος της ΝΔ αναφέρθηκε εκ νέου στις επιπτώσεις του λαϊκισμού σημειώνοντας πως «ένα σημαντικό κομμάτι της απάντησης στο ερώτημα γιατί η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση, σχετίζεται με την πολιτική κουλτούρα και ειδικότερα με την επικράτηση του λαϊκισμού στο δημόσιο λόγο».
«Ο λαϊκισμός ήταν κυρίαρχος στη χώρα ήδη από τη δεκαετία του '80. Υπήρξε μια διαχρονική ασυνέπεια ανάμεσα στις προεκλογικές υποσχέσεις και τις κυβερνητικές πολιτικές», τόνισε. «Από το 2015 και έπειτα, λόγω της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, η Ελλάδα έχει απωλέσει δύο χρόνια από τη μεταρρυθμιστική της πορεία. Σήμερα, προσπαθούμε να επανακτήσουμε ό,τι είχαμε κατακτήσει το 2014».
«Τα αίτια της κρίσης, πρόσθεσε, εντοπίζονται κυρίως στο προβληματικό θεσμικό σχεδιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδυασμό με την αποτυχία του ελληνικού πολιτικού και οικονομικού μοντέλου». «Πιστεύω ότι μια ισχυρή Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να έχει αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες. Πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ανακυκλώνει ελλείμματα και πλεονάσματα, όπως συμβαίνει στις Η.Π.Α. και εντός της Ομοσπονδιακής Γερμανίας».
Αφού υπογράμμισε πως η αλλαγή πλεύσης αποτελεί αίτημα της ελληνικής κοινωνίας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επικαλέστηκε τις μεταρρυθμίσεις ως μονόδρομο για τη χώρα, λέγοντας χαρακτηριστικά:
«Κατά την άποψή μου, οι μεταρρυθμίσεις είναι σαν τις μεταμοσχεύσεις. Δεν είναι βέβαιο ότι θα επιτευχθεί συμβατότητα ανάμεσα σε δότη και λήπτη. Μια πρακτική που αποδίδει σε ένα Κράτος δεν σημαίνει ότι μπορεί να έχει τα αντίστοιχα αποτελέσματα σε ένα άλλο Κράτος. Η εμπειρία έξι χρόνων κρίσης και τριών μνημονίων δείχνει ότι η Ελλάδα προχώρησε σε οριζόντιες δημοσιονομικές περικοπές μισθών και συντάξεων, αλλά δυσκολεύτηκε να εφαρμόσει συγκεκριμένες δομικές μεταρρυθμίσεις. Αυτές οι στοχευμένες και εκ βάθρων μεταρρυθμίσεις είναι ακριβώς ό,τι χρειάζεται άμεσα η χώρα».
Απάντηση στο λαϊκισμό η «Συμφωνία Αλήθειας»
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημείωσε πως «η έξαρση του λαϊκισμού δεν αποτελεί ελληνικό φαινόμενο», αφού, όπως είπε, «οι «Ποδέμος» στην Ισπανία, ο Κόρμπιν και ο Φάρατζ στη Μεγάλη Βρετανία, αλλά και η Λε Πεν στη Γαλλία είναι περιπτώσεις ενδεικτικές της ανόδου του λαϊκισμού σε διεθνές επίπεδο».
«Πιστεύουμε, πρόσθεσε, ότι μόνη λύση είναι η πρόταση μιας «Συμφωνίας Αλήθειας» στον ελληνικό λαό. Μόνο με αυτήν μπορεί να ανακοπεί η πορεία του λαϊκισμού».
Αναφερόμενος σε αυτό το σημείο στον οδικό χάρτη εξόδου από την κρίση που παρουσίασε η ΝΔ υπογράμμισε ότι «περιλαμβάνει τη δημιουργία θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, μέσω επενδύσεων ύψους 100 δις ευρώ στην Ελλάδα την επόμενη πενταετία, επιστροφή του ποσοστού των ιδιωτικών επενδύσεων στο επίπεδο του 20% του Α.Ε.Π, άνοδο των εξαγωγών και των υπηρεσιών στο 40% του Α.Ε.Π., από 30% που είναι σήμερα, αλλά και βιώσιμη ανάπτυξη 4% του Α.Ε.Π. ανά έτος από το 2018, ώστε να κατορθώσουμε να δημιουργούμε 120.000 νέες θέσεις εργασίας ετησίως».
Λιγότερες εισφορές, λιγότεροι φόροι, λιγότερες δαπάνες
Σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη «οι στοχευμένες περικοπές δημοσίων δαπανών είναι αναγκαίο συστατικό της συνταγής της ΝΔ». «Έχουμε υπολογίσει ότι, συνολικά, μπορούν να εξοικονομηθούν περίπου 2 δισ. ευρώ ετησίως», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι «με τον τρόπο αυτό, θα μπορούν να υπάρξουν μειώσεις στο Φ.Π.Α. και στον ΕΝΦΙΑ». «Οι εισφορές πρέπει επίσης να προσαρμοστούν σε νέα δεδομένα», συμπλήρωσε, εκτιμώντας ότι «το μείγμα πολιτικής που προτείνει το κόμμα του είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται, για την επανεκκίνησή της, η ελληνική οικονομία.
Κατηγόρησε αντίθετα την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ότι «δεν πιστεύει στις μεταρρυθμίσεις» και «για το λόγο αυτό, υιοθέτησε μια φοροεισπρακτική πολιτική που έχει καθηλώσει την οικονομία».
«Η ιδέα περικοπής δημοσίων δαπανών δεν τίθεται καν προς συζήτηση. Επιπλέον, αναφορικά με πολιτικές που δεν περιλαμβάνονται στο τρίτο Μνημόνιο, όπως η μεταρρύθμιση στην Παιδεία, εκλαμβάνονται από την Κυβέρνηση ως πεδία επιβολής ιδεολογικών συμπλεγματικών πολιτικών», πρόσθεσε.
«Αντί η δημόσια Παιδεία, πρόσθεσε, να ακολουθεί διεθνείς πρακτικές, επιστρέφει σε αναχρονιστικές σοσιαλιστικές πρακτικές της δεκαετίας του '80. Η ίδια υποβάθμιση λαμβάνει χώρα και σε άλλους τομείς της δημόσιας ζωής όπως τα Μέσα Ενημέρωσης, η Δικαιοσύνη, αλλά και στο ίδιο το θεσμικό πλαίσιο του πολιτικού μας συστήματος.
"Η πορεία ανάκαμψης διακόπηκε τον Ιανουάριο 2015"
Αναφερόμενος στην διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ο πρόεδρος της ΝΔ υπογράμμισε επίσης ότι τον Ιανουάριο του 2015 «η πορεία ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας διακόπηκε από την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, ο οποίος κέρδισε τις εκλογές με την υπόσχεση ότι «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός».
«Προεκλογικά, ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίστηκε ότι η συγκυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας – ΠΑΣΟΚ «ξεπουλούσε τη χώρα». Το επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ότι θα μπορούσε να διαπραγματευτεί με ευνοϊκότερους όρους, υπό την απειλή της «μετάδοσης» του ελληνικού δημοσιονομικού προβλήματος στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Αυτή η λαϊκίστικη καμπάνια του ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε στους Έλληνες ψηφοφόρους μια εύκολη λύση στο δύσκολο πρόβλημα που αντιμετώπιζαν».
«Σήμερα, όλοι γνωρίζουμε ότι το αποτέλεσμα αυτής της αφελούς προσέγγισης είναι ότι ο ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, οδήγησε τη χώρα στην επιβολή capital controls, φτάνοντας ένα βήμα πριν την επιστροφή στη δραχμή και την χρεωκοπία. Παράλληλα, η υιοθέτηση από πλευράς του μιας πλήρως διαφορετικής πολιτικής οδήγησε στη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ», εξήγησε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Έκανε λόγο παράλληλα για συμβιβασμό με υψηλό τίμημα λέγοντας χαρακτηριστικά: «Έπειτα από μια περίοδο έξι μηνών, το κόστος των διαπραγματευτικών τακτικών του κυβερνητικού συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ήταν ιδιαίτερα υψηλό. Η χώρα υπέγραψε το τρίτο Μνημόνιο. Η Κυβέρνηση είναι υπεύθυνη για τα επιπλέον μέτρα που καλείται σήμερα να λάβει σε βάρος των πολιτών της χώρας.
Συστατικό επιτυχίας η αλλαγή νοοτροπίας
Τέλος ο πρόεδρος της ΝΔ αναφέρθηκε και στην ανάγκη αλλαγής νοοτροπίας. «Η ελληνική κοινωνία οφείλει να αλλάξει νοοτροπία προκειμένου να ορθοποδήσει. Οφείλουμε να ξεπεράσουμε τα συμπλέγματα του παρελθόντος αναφορικά με τον τρόπο που το Κράτος και η οικονομία πρέπει να ρυθμίζονται και να διαχειρίζονται. Η Παιδεία δεν πρέπει να αφορά τους δασκάλους, αλλά τους μαθητές. Η δημόσια Υγεία δεν πρέπει να αφορά τους γιατρούς, αλλά τους ασθενείς. Για να έρθει η ανάπτυξη, χρειαζόμαστε ένα νέο θεσμικό και οικονομικό μοντέλο», τόνισε χαρακτηριστικά.