Του Γιάννη Σιδέρη
Η προπαγάνδα είναι η διάδοση ενός συνόλου ιδεών, μιας κοσμοθεωρίας, με σκοπό τον ιδεολογικό προσηλυτισμό των ατόμων. Χρησιμοποιεί επιχειρήματα με στόχο να πείσει λελογισμένα. Το επιχείρησαν οι ιδεολογικοί προπάτορες των κομμουνιστών, ο Μαρξ με τον Ένγκελς, αφήνοντας στην ανθρωπότητα ένα τεράστιο επιστημονικό έργο, αποδεκτό ή όχι, πάντως αξιομνημόνευτο.
Το έργο των δύο μεγάλων διανοητών παρέλαβαν οι Λένιν και Στάλιν και το μετέτρεψαν σε φτηνή «αγκιτάτσια» - κατά την οποία στόχος δεν είναι ο ιδεολογικός προσανατολισμός των ατόμων αλλά η κινητοποίηση των μαζών μέσω λογυδρίων, καταγγελιών, συλλαλητηρίων, οργής, πολεμικής διάθεσης, συνθημάτων έντασης και μίσους, εξαγρίωσης και εξαχρείωσης συμπεριφορών.
Των τελευταίων παιδιά είναι οι κυβερνητικοί (Δεν ήταν τυχαία η τροφοδοτημένη από αυτούς αγανάκτηση των πλατειών, τα «εμείς ή αυτοί», τα «τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν»).
Όχι δεν εννοούμε ότι είναι κομμουνιστές. Καλομαθημένοι νεαροί είναι. Δεν έχουν την κουλτούρα, την αποφασιστικότητα, την αυταπάρνηση, την στοχοπροσήλωση, το αυτο-θυσιαστικό πνεύμα εκείνων (παρότι καταθέτουν λουλούδια στα μνήματά τους). Δεν έχουν καν (πέραν δύο - τριών) την μόρφωση να γνωρίζουν τι πράττουν.
Έχουν όμως κληρονομημένα, δια μέσου της κομματικής καθοδήγησης, τα στοιχεία που απαιτεί η «αγκιτάτσια»: Το αδίστακτο, το πλανερό, την περιφρόνηση της αλήθειας, την αποδοχή του ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, την πεποίθηση ότι η ειλικρίνεια είναι μικροαστική παρέκκλιση.
Δεν τους απασχολεί σε ποια κατάσταση πήραν τη χώρα και σε ποια την παραδίδουν. Δεν έχουν κάνει στοιχειώδη αυτοκριτική στο γεγονός ότι στα χέρια τους οι τράπεζες υπέστησαν αφελληνισμό, ότι η Δημόσια περιουσία παραδόθηκε στους «κατακτητές» για 99 χρόνια, ότι η ανάπτυξη καρκινοβατεί και δεν ανατάσσεται προκειμένου να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας. Στα χέρια τους οι δημόσιες επενδύσεις λιγοστεύουν, η ανεργία βαλτώνει, οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα γίνονται όλο και πιο γλίσχροι, και οι συνθήκες εργασίας όντως μεσαιωνικές, χωρίς καμία υπερβολή.
Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι η αποτελεσματική αξιοποίηση των συμβολισμών. Τους χρησιμοποιούν ντύνοντας τους με δοξαστικούς τόνους, ως πέπλο που θα κρύψει την αποτυχία τους.
Ο Πρωθυπουργός σκέπτεται σοβαρά να κηρύξει το τέλος των μνημονίων από το Καστελόριζο, εκεί που κάποιος άλλος αφελής το χρησιμοποίησε ως συμβολικό τόπο για να κηρύξει την έναρξή τους. Ούτε καν παραδειγματίζονται από την τύχη του…
Σκέπτεται επίσης να οργανώσει δημόσια τελετή στην Πνύκα με προσκεκλημένους αξιωματούχους των δανειστών. Ούτε σε αυτό παραδειγματίζεται από τη μετριοπάθεια, τη μειλιχιότητα, την σοβαρότητα με την οποία αντιμετώπισαν την έξοδο από τα μνημόνια οι ηγεσίες της Κύπρου, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας. Φυσικά δεν είναι τυχαίο ότι αυτές βγήκαν χωρίς φανφάρες και μεγαλοστομίες, χωρίς κούφιους συμβολισμούς, χωρίς κοροϊδία των λαών τους. Δεν τα χρειάζονταν γιατί απλώς βγήκαν επιτυχημένα – όχι με λυμένα όλα τα προβλήματα, πάντως επιτυχημένα.
Οι κυβερνώντες κάνουν ένα βασικό λάθος: Οι συμβολισμοί λειτουργούν και πείθουν στην αρχή κάθε νέας περιόδου, όταν ακόμη το λαϊκό συναίσθημα είναι εν εγρηγόρσει, όταν αυτός που τους χρησιμοποιεί είναι ακόμη πιστευτός, και εκπέμπει ελπίδα. Όταν αυτά χαθούν, όταν η λαϊκή αναμονή μετατραπεί σε απογοήτευση και στη συνέχεια σε δυσαρέσκεια, η όλη διαδικασία αξιοποίησης των συμβολισμών μετατρέπεται σε φαρσοκωμωδία. Περισσότερο εξαγριώνει παρά καταλαγιάζει. Και σε καμία περίπτωση δεν πείθει.
Χθες συνήλθε το Πολιτικό Συμβούλιο του ΣΥΡΙΖΑ υπό την προεδρία του Πρωθυπουργού, ενόψει της «εξόδου» από τα μνημόνια. Ο προβληματισμός περιστράφηκε στο πως θα διανεμηθούν τα περίπου 750 εκατομμύρια του υπερπλεονάσματος, σε ποια κοινωνικά στρώματα, και ως ποιο ύψος εισοδημάτων. Μάλιστα κατά τον πρωθυπουργό, δεν είναι εφάπαξ η διανομή μερίσματος από το πλεόνασμα, αλλά διαρκής δημοσιονομικός χώρος.
Αυτό γνωρίζουν. Να υπερφορολογούν από τα έτοιμα για να διανείμουν. Το να δημιουργήσουν πλούτο, προκειμένου να έχουν να φορολογούν, δεν τους απασχόλησε ποτέ. Τριάμισι χρόνια τώρα δεν σχεδίασαν, δεν υπέθαλψαν, δεν προώθησαν, δε υποδέχτηκαν επενδύσεις. Τις έστελναν στα τσακίδια συνοδευόμενες από την ευχή του Καρανίκα, να μην στεριώσουν πουθενά!