Κλιμακώνει την πολιτική πίεση η ΝΔ για τις τηλεοπτικές άδειες

Κλιμακώνει την πολιτική πίεση η ΝΔ για τις τηλεοπτικές άδειες

Του Απόστολου Χονδρόπουλου

Πεπεισμένοι ότι η προσπάθεια του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα να επαναφέρει μέσα από την υπόθεση του διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες, «τις θεωρίες του περί χτυπήματος της διαπλοκής» έχει γυρίσει «μπούμερανγκ» για τον ίδιο και για το κυβερνών κόμμα, εμφανίζονται στη ΝΔ, καταγγέλλοντας πως «το υποτιθέμενο χτύπημα της διαπλοκής έγινε από την κυβέρνηση υιοθέτηση και επέκτασή της». Δηλώνουν παράλληλα αποφασισμένοι να κλιμακώσουν την πολιτική πίεση στην υπόθεση αυτή, θεωρώντας πως ο συγκεκριμένος διαγωνισμός όχι μόνο «έχει καταρρεύσει στα μάτια της κοινής γνώμης», πλήττοντας καίρια και «το δήθεν ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς», αλλά δεν αποκλείεται να λειτουργήσει τελικά και ως καταλύτης για επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων. Θεωρούν μάλιστα ότι σε αυτό το περιβάλλον η ΝΔ εμφανίζεται σήμερα ενισχυμένη πολιτικά λόγω της σύγκρισης της παρουσίας του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ, αλλά και με ισχυρότερη επιχειρηματολογία για το κεντρικό της μήνυμα προς την ελληνική κοινωνία ότι «όσο πιο γρήγορα συντελεστεί η πολιτική αλλαγή μέσα από εκλογές, τόσο το καλύτερο για τον τόπο».

Η τακτική άσκησης της μέγιστης δυνατής πίεσης προς την κυβέρνηση για τον «διαγωνισμό-παρωδία» για τις τηλεοπτικές άδειες κορυφώθηκε, μετά την έκτακτη συνέντευξη τύπου της περασμένης Τρίτης, με την κατάθεση και της μηνυτήριας αναφοράς κατά παντός υπευθύνου από τους βουλευτές της ΝΔ που συμμετέχουν στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας. Στην αξιωματική αντιπολίτευση επιμένουν ότι στο πλαίσιο της Επιτροπής αυτής θα πρέπει να γίνει αναλυτική συζήτηση χωρίς περιορισμούς της διαδικασίας που προβλέπονται όταν η σύγκλησή της με αίτημα της μειοψηφίας. Στην Πειραιώς θα επιμείνουν στο αρχικό αίτημα, επικαλούμενοι την ανάγκη να ριχθεί άπλετο φως και να απαντηθούν όλα τα ερωτήματα που έχουν τεθεί στο δημόσιο διάλογο. Ακριβώς δε επειδή η πίεση προς την κυβέρνηση θα είναι μεγάλη τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, θεωρούν ότι η κυβερνητική πλειοψηφία θα αναγκαστεί τελικά να αποδεχθεί το αίτημα της ΝΔ για εφ' όλης της ύλης συζήτηση στην Επιτροπή.

«Πιστεύουμε ότι υπό την πίεση των πραγματικών γεγονότων που καθιστούν αυτόν τον διαγωνισμό έωλο, προβληματικό, με τεράστια ερωτηματικά, η κυβερνητική πλειοψηφία θα συρθεί τελικά και στη θετική αντιμετώπιση του δικού μας αιτήματος», τόνισε χαρακτηριστικά ο γραμματέας της ΚΟ της ΝΔ, Κώστας Τσιάρας. Από την πλευρά του ο συντονιστής Δικαιοσύνης, Δημόσιας Διοίκησης και Δημόσιας Τάξης, Μάκης Βορίδης, που συμμετέχει στην επιτροπή, δεν παρέλειψε να σχολιάσει το γεγονός ότι η κυβερνητική πλειοψηφία «δεν θέλει να συζητήσει στην επιτροπή Θεσμών τα καίρια ερωτήματα που βασανίζουν σήμερα τους πολίτες για αυτό που υπήρξε η ναυαρχίδα, υποτίθεται, της «μεγάλης επιτυχίας» της κυβέρνησης για τη διαφάνεια, την καθαρότητα, την αποσαφήνιση του τηλεοπτικού τοπίου».

Ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες «έχει πολιτικά, νομικά και ηθικά καταρρεύσει» και τον «νόμο Παππά τον ακυρώνει τελικά η ίδια η πραγματικότητα», τονίζουν στη ΝΔ, μιλώντας, μεταξύ άλλων, για το «τίμημα του να διαχειρίζεσαι ένα δημόσιο αγαθό, σύμφυτο με τη Δημοκρατία, ως αγοραίο προϊόν», όπως λένε χαρακτηριστικά.

Στην αξιωματική αντιπολίτευση επικαλούνται όλα όσα βλέπουν το τελευταίο διάστημα το φως της δημοσιότητας σχετικά με τον έλεγχο πόθεν έσχες και υπογραμμίζουν παράλληλα πως «η αρχιτεκτονική του διαγωνισμού είναι προβληματική, όπως και η μηχανική του ελέγχου πόθεν έσχες». Μεταξύ άλλων τονίζουν και το γεγονός ότι στην «5μελή Επιτροπή Διενέργειας του Διαγωνισμού, δεν συμμετείχε ούτε ένας δικαστικός λειτουργός ή ένας ειδικός σε θέματα ελέγχου περιουσιακής κατάστασης», ενώ επισημαίνουν πως η αρμοδιότητα ελέγχου "θα μπορούσε να αποδοθεί στην καθ' ύλην αρμόδια Αρχή στην οποία υποβάλλονται και όπου ελέγχονται όλα τα πόθεν έσχες υπόχρεων προς υποβολή και διαθέτει απολύτως τα μέσα και την τεχνογνωσία». Θεωρούν επίσης «ακατανόητα σύντομο» τον προβλεπόμενο χρόνο των 5 ημερών μέσα στον οποίο κλήθηκε η επιτροπή να κάνει ενδελεχή έλεγχο των υποβληθέντων οικονομικών στοιχείων τόσο σε σχέση με την επάρκεια των πόρων («έσχες») όσο και την προέλευση («πόθεν»).