Του Γιάννη Σιδέρη
Μια πλειάδα αντιδράσεων εξαπλώθηκε χθες μετά την επέμβαση την ΜΑΤ στην κατάληψη στο Κουκάκι. Από οργίλες καταγγελίες για φασισμό και δυνάμεις εσωτερικής κατοχής, έως ναι μεν αλλά δεν είπαμε κι έτσι, και έως καλά τους έκαναν. Το μόνο που δεν ξέρουμε είναι τι ακριβώς έγινε, καθώς την επίγνωση των γεγονότων σαρώθηκε από τις εντυπώσεις της φωτογραφίας στην ταράτσα, που έδειχνε γυναίκα δεμένη πισθάγκωνα, και το κεφάλι της καλυμμένο με μαύρη κουκούλα.
Φωτογραφίες που έδειχναν αιχμαλώτους του… ISIS με κουκούλα αναρτήθηκαν πάραυτα στα social media προκειμένου να γίνουν ανίερες συνειρμικές ταυτίσεις. Ο εκπρόσωπος της αστυνομίας δήλωσε πως όλα έγιναν νόμιμα, παρουσία εισαγγελικών λειτουργών, ενώ ο πατέρας των δύο καταληψιών αποπειράθηκε να πάρει το όπλο ανδρός της αστυνομικής δύναμης.
Τσάμπα κόπος. Στις εντυπώσεις της κοινής γνώμης είχε κυριαρχήσει η φράση της μητέρας ότι ζήτησε ένταλμα και δεν είχαν. Η παρουσία του εισαγγελέως προφανώς ήταν περιττή.
Ούτως ή άλλως οι επιχειρησιακές δυνάμεις της Αστυνομίας δεν έχουν την καλύτερη φήμη ως προς την συμπεριφορά τους. Την έλλειψη εκπαίδευσης για να φέρονται τυπικά και με ψυχρό επαγγελματισμό, την αναπληρώνουν με προσωπικό τσαμπουκά.
Αλλωστε όλα μπλέκονται «γλυκά» με το παρελθόν. Στην ελληνική κοινωνία υπάρχει μια ενστικτώδης αντίδραση προς την αστυνομία, το νόμο και την τάξη, μια ιστορική καχυποψία. Κάποιοι που εντρυφούν στην κοινωνιολογική πλευρά τη ιστορίας, εντοπίζουν αυτή την τάση να υπάρχει τουλάχιστον από την απελευθέρωση. Ενιαίο έθνος με ενιαία θρησκεία και γλώσσα, αλλά ο σχηματισμός του κράτους που δημιουργούσε οικονομικές υποχρεώσεις και απαιτούσε υποταγή στο νόμο, έδωσε την εντύπωση στους απελευθερωμένους ότι τους Τούρκους αντικατέστησε μια νέα εξουσιαστική τάξη, η οποία τους έδινε διαταγές (νόμους) και τους έβαλε κεφαλικούς φόρους όπως και οι Τούρκοι!
Εξ αυτής της νοοτροπίας, οι ίδιοι ερανιστές, δεν θεωρούν τυχαία την ηρωοποίηση των λήσταρχων «Ιπποτών των Ορέων» και την ύμνησή τους με δημοτικά τραγούδια: Τον Νταβέλη για παράδειγμα: «γειά σου Νταβέλη αρχιληστή», «Κατακαημένη Αράχωβα». Τον Γιαγκούλα επίσης: «Τώρα θεριό που ξάπλωσε, κορμί χωρίς κεφάλι…». Η τους Ρετζαίους «σκοτώνουνε την κλεφτουριά, τους σταυραϊτούς στα Γιάννενα», κλπ.
Παράλληλα ήρθαν δικτατορίες, αστυνομικά καθεστώτα, οι εποχές των Μπαϊρακτάρηδων που «ήταν μακριές οι φούστες» και «έκοβε από τους μάγκες το ένα το μανίκι», ιδιώνυμα διχασμός, εμφύλιος, μετεμφυλιακό κράτος, νέα δικτατορία.
Αυτά μπορεί να έχουν περάσει αλλά δημιούργησαν νοοτροπίες, λαϊκές δοξασίες. Και οι δοξασίες των λαών δεν σβήνουν αμέσως μόλις αλλάξει μια εποχή. Θέλει πολύ καιρό για να χωνευτεί και να μεταβολιστεί. Εδώ οι Συριζαίοι 70 χρόνια μετά μιλούσαν για Γερμανοτσολιάδες και δε γελούσε ο κόσμος. Γι' αυτό, το δίλημμα με την αστυνομία και το νόμο ή με την παρανομία, που δεν υφίσταται για κανέναν άλλο λαό του πλανήτη, και σίγουρα για κανένα δυτικό λαό, στην Ελλάδα είναι αμφίρροπο. Γενικώς η απάντηση κυρίως είναι «κατά της αστυνομίας».
Ακόμη και ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος, που ο Χρυσοχοΐδης έβαλε επικεφαλής της Επιτροπής για τη Διερεύνηση της Αστυνομικής Βίας, με αφορμή την εκκένωση της κατάληψης αλλά «και την αύξηση περιστατικών αστυνομικής βίας», έστειλε δημόσια επιστολή στον υπουργό (καθότι δεν μπορούσε να του το πει κατ΄ ιδίαν, μάλλον είναι μαλωμένοι), στην οποία επιστολή γράφει ότι η εν λόγω επιτροπή δεν μπορεί να λειτουργεί στην πράξη ως άλλοθι για τέτοιους είδους απαράδεκτες συμπεριφορές.
Παρατηρούμε: α) Δηλαδή ο σεβαστός καθηγητής σε θεσμική θέση, δεν έλαβε υπόψιν του κατ' ελάχιστον την ανακοίνωση της Αστυνομίας β) Πότε το ερεύνησε; Δεν πρόλαβε να γίνει καμία ΕΔΕ γ) Βασίστηκε απλώς στις φωτογραφίες που κυκλοφόρησαν, ως ένας κοινός χρήστης των social media και αναγνώστης των site! Μα τότε τι χρειαζόταν η «καθηγητικότητά» του να αναλάβει επικεφαλής της επιτροπής; Το να καταδικάσει μπορεί να το κάνει ο κάθε αλληλέγγυος και κάθε αντιεξουσιαστής και με μεγαλύτερη επιτυχία. Και δ) από την «καθηγητικότητά» του θα περίμενε κανείς προτάσεις και όχι αγχώδη δημοσίευση επιστολών για αποποίηση ευθυνών.
Επειδή το τοπίο είναι βεβαρυμμένο, επειδή όπως προείπαμε η καχυποψία είναι ιστορικά δεδομένη, επειδή κάθε τι που λέγεται γίνεται πιστευτό, υπάρχει μια τεχνικά εύκολη, αξιόπιστη και φτηνή λύση που τολμάει να προτείνει η ταπεινότητα της στήλης: Οι δυνάμεις που επιχειρούν να φέρουν κάμερες στα γιλέκα ή τα κράνη, ώστε να αποδεικνύεται στην επιτροπή Αλιβιζάτου (και γιατί όχι δημοσίως;) η αλήθεια των γεγονότων - είτε των αστυνομικών είτε των καταγγελλόντων.
Επιπρόσθετο κέρδος είναι ότι θα αναγκάσει τις δυνάμεις αυτές να είναι πιο συγκρατημένες και να επιχειρούν βάση των κανονισμών.