Ένα πλέγμα λανθασμένων και άστοχων επιλογών, οδήγησαν τη ΔΕΗ στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, σύμφωνα με τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κωστή Χατζηδάκη. Όπως δήλωσε σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, πρώτο μέλημα της κυβέρνησης αυτή τη στιγμή είναι «να σωθεί η ΔΕΗ, διότι αν καταρρεύσει, θα καταρρεύσει μαζί της και η χώρα».
Σχετικά με την εξυγίανση της ΔΕΗ, ανέφερε χαρακτηριστικά πως «Όταν κάποιος είναι στην εντατική δεν ρωτάμε πότε θα χορέψει. Ρωτάμε πότε θα γίνει καλά» και συμπλήρωσε πως «Έχω τρεις αγωνίες με τη ΔΕΗ: Να μην γίνει μπλακ-αουτ. Να περάσουμε χωρίς πρόβλημα την 24η Σεπτεμβρίου -όταν και θα βγει η επόμενη έκθεση του ορκωτού ελεγκτή, της Ernst & Young, για τη βιωσιμότητα της επιχείρησης. Και τρίτον, να συμφωνήσουμε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα διαρθρωτικά μέτρα στην αγορά της ενέργειας μέχρι την 31η Οκτωβρίου».
Όσον αφορά τις ευθύνες της προηγούμενης κυβέρνησης ανέφερε: «Οι κυβερνήσεις των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ οδήγησαν τη ΔΕΗ στα πρόθυρα της κατάρρευσης: Πρώτα εγκατέλειψαν το σχέδιο της «μικρής ΔΕΗ» της κυβέρνησης Σαμαρά -που προέβλεπε την ιδιωτικοποίηση του 1/3 της εταιρείας, τα χρήματα από την οποία θα ενίσχυαν την εξυγίανσή της- για να παίξουν θεατρικές παραστάσεις υπεράσπισης του δημόσιου χαρακτήρα της».
Και συνέχισε «Προώθησαν μια ουσιαστικά δωρεάν ιδιωτικοποίηση, με την αδιανόητη μείωση του μεριδίου της στην αγορά από το 90% στο 50%, χωρίς το παραμικρό οικονομικό αντάλλαγμα, με αποτέλεσμα η εταιρεία να δουλεύει 4 χρόνια τώρα για να χάσει πελάτες! Υιοθέτησαν τα ΝΟΜΕ, τις δημοπρασίες ηλεκτρικού ρεύματος, όπου η ΔΕΗ πουλούσε ρεύμα κάτω του κόστους προς όφελος των ανταγωνιστών της, με ζημιές που ξεπερνούν τα 600 εκατ.! Την οδήγησαν, από 90 εκατ. κέρδη το 2014, να φτάσει να έχει 900 εκατ. ζημιές το 2018 και τη μετοχή της να έχει χάσει το 83% της χρηματιστηριακής της αξίας της μέσα σε 4 χρόνια».
Παράλληλα, ο κ. Χατζηδάκης ήταν καθησυχαστικός λέγοντας πως οι εργαζόμενοι στον ΔΕΔΔΗΕ δεν έχουν κάτι να φοβηθούν, ενώ και οι τράπεζες μόνο να κερδίσουν έχουν από τη διαδικασία μερικής ιδιωτικοποίησης του Διαχειριστή, καθώς θα ενισχυθεί η θέση τόσο του ΔΕΔΔΗΕ όσο και της ΔΕΗ.
Σημειώνει επίσης ότι η μείωση του ΕΤΜΕΑΡ που θα γίνει προκειμένου να αναπροσαρμοστούν τα τιμολόγια της ΔΕΗ χωρίς να αυξηθεί το κόστος για τους καταναλωτές, δεν θα δημιουργήσει πρόβλημα στις πληρωμές των παραγωγών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.
«Είχαμε πει προεκλογικά ότι οι καταναλωτές της ΔΕΗ θα συνεχίσουν να πληρώνουν όσα πλήρωναν και τηρούμε αυτή τη δέσμευσή μας. Η μείωση του ΕΤΜΕΑΡ στα τιμολόγια της ΔΕΗ είναι μία από τις δύο μειώσεις που διασφαλίζουν ότι δεν θα επιβαρυνθούν οι καταναλωτές», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά στην απόσυρση ορισμένων λιγνιτικών μονάδων ο κ. Χατζηδάκης επισημαίνει ότι θα γίνει σταδιακά και με παράλληλη διασφάλιση πόρων από την ΕΕ προς αυτή την κατεύθυνση. «Πρέπει και στην Ελλάδα να προχωρήσουμε σε σταδιακή απολιγνιτοποίηση, με την απόσυρση ορισμένων λιγνιτικών μονάδων. Λέω σταδιακή, διότι αυτό θα γίνει σε μια εύλογη μεταβατική περίοδο και με παράλληλη διασφάλιση πόρων από την ΕΕ προς αυτή την κατεύθυνση», σημείωσε.
Και πρόσθεσε: «Η μεταβατική περίοδος θα βοηθήσει να εξασφαλιστεί ο επαρκής εφοδιασμός της χώρας από άλλες πηγές ενέργειας. Για παράδειγμα τις ΑΠΕ, όπου έχουμε ως στόχο να αυξήσουμε το ποσοστό συμμετοχής τους στο ενεργειακό μίγμα της Ελλάδας αλλά και να ενθαρρύνουμε τη μετάβαση της ΔΕΗ προς αυτές. Για λόγους ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας, περιβαλλοντικούς αλλά και στήριξης της εταιρείας. Είναι άλλωστε, και σύμφωνα με τις διεθνείς εξελίξεις, απαράδεκτο το γεγονός ότι το μερίδιο της ΔΕΗ στις ΑΠΕ είναι μόλις στο 2,9% και μάλιστα μετά από 4,5 χρόνια ΣΥΡΙΖΑ που υποδυόταν ότι είχε το μονοπώλιο της περιβαλλοντικής συνείδησης».
Αναφερόμενος στην ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ και της ΔΕΠΑ, εμφανίζεται βέβαιος ότι θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον των αγορών και θα στείλουν συνολικά το μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα φιλική στην επιχειρηματικότητα και στις επενδύσεις.
«Είμαστε σε επαφή με το ΤΑΙΠΕΔ και για τις δύο αυτές ιδιωτικοποιήσεις, οι οποίες, πέραν του ότι είναι μνημονιακές υποχρεώσεις, είναι κομβικής σημασίας για να στείλουμε το μήνυμα ότι το κράτος δεν παριστάνει τον επιχειρηματία στην αγορά της ενέργειας. Πιστεύω ότι τόσο η περίπτωση των ΕΛΠΕ όσο και η περίπτωση της ΔΕΠΑ θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον των αγορών. Πράγμα που θα στείλει συνολικά το μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα φιλική στην επιχειρηματικότητα και στις επενδύσεις», τόνισε.