Την ώρα που η Ελβετία συμμετέχει στην επιβολή κυρώσεων σπάζοντας για πρώτη φορά την ουδετερότητά της και η Φινλανδία δηλώνει πως θα εξετάσει, μετά τις απειλές Πούτιν το ενδεχόμενο να συζητήσει πιθανή ένταξη στο ΝΑΤΟ, στην Αθήνα η αξιωματική αντιπολίτευση τάσσεται υπέρ των… ίσων αποστάσεων ζητώντας από την κυβέρνηση και τον Κυριάκο Μητσοτάκη να αποφύγει οποιαδήποτε εμπλοκή. Και καταγγέλλει την αποστολή αμυντικού εξοπλισμού στην Ουκρανία αν και δηλώνει σύμφωνη στην περίπτωση που αυτό στο πλαίσιο κοινής απόφασης είτε από την ΕΕ είτε από το ΝΑΤΟ.
«Μερικές φορές το να ξέρεις πού ανήκεις έχει μεγάλη σημασία στην πολιτική» δήλωσε ο Πρωθυπουργός που από την πρώτη στιγμή έχει ξεκαθαρίσει με σαφήνεια τη θέση της χώρας έναντι του αναθεωρητισμού του καθεστώτος Πούτιν που στην ίδια λογική με την Τουρκία ευαγγελίζεται μια μεγάλη Ρωσία και μια… εκδίκηση για την μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης αντιμετώπισή της από τη Δύση.
Η θέση του σαφής. Άλλωστε από την πρώτη στιγμή με τις παρεμβάσεις του σε Ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο τάχθηκε κατά του επεκτατισμού και τις καταπάτησης του Διεθνούς Δικαίου που εξελίχθηκε σε μια στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία, η οποία ήδη μετρά νεκρούς αμάχους.
«Όσες φορές η χώρα μας πήρε καθαρή θέση, όσες φορές η χώρα μας συντάχθηκε με τους φυσικούς μας συμμάχους, η χώρα μας βγήκε κερδισμένη» σημείωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη Βουλή προσθέτοντας ότι «δεν ισχυρίζομαι σε καμία περίπτωση ότι η απόφασή μας να αποστείλουμε στρατιωτικό υλικό στην Ουκρανία είναι αντίστοιχης σημασίας με άλλες αποφάσεις που πάρθηκαν από άλλους Έλληνες ηγέτες οι οποίοι βρέθηκαν σε εξαιρετικά κρίσιμα σταυροδρόμια. Σηματοδοτεί όμως μια προσέγγιση στα πράγματα. Μια ξεκάθαρη αντίληψη για το πού ανήκουμε, μια πίστη στην ανάγκη της χώρας μας να συμμετέχει σε διεθνείς συμμαχίες από τις οποίες μπορεί και να βγει ωφελημένη και στις οποίες μπορεί να προσφέρει. Και εν τέλει μια συνολική ματιά στα πράγματα για το τι είναι σωστό και λάθος στην πολιτική και στις διεθνείς σχέσεις»
Η συγκεκριμένη τοποθέτηση και η απόφαση που ελήφθη από την κυβέρνηση με ταχύτατες διαδικασίες έρχεται να επιβεβαιώσει την ανάγκη να υπάρξουν στη χώρα κυβερνήσεις που να δύναται να υλοποιούν συγκεκριμένες πολιτικές χωρίς να εμπλέκεται σε αέναες συζητήσεις και διαβουλεύσεις μεταξύ εταίρων που δεν διαθέτουν καν πλαίσιο προγραμματικών συγκλίσεων έχοντας διαφορετικές θέσεις όπως για παράδειγμα έγινε στην περίπτωση της αποστολής αμυντικού εξοπλισμού στην Ουκρανία.
«Η επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι μία κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Και για μια χώρα η οποία έχει κάνει την υπεράσπιση του Διεθνούς Δικαίου σημαία στον αγώνα υπεράσπισης των δικών μας κυριαρχικών δικαιωμάτων οποιαδήποτε ολιγωρία, οποιαδήποτε αμφισημία, οποιαδήποτε αίσθηση ότι δεν είμαστε σίγουροι για το πού πατάμε και πού κατευθυνόμαστε, πιστεύω ότι τελικά θα ζημίωνε τα εθνικά συμφέροντα» υπογράμμισε στη συνέχεια κάνοντας αναφορά και στις αποφάσεις που ελήφθησαν σχετικά με την επένδυση στην άμυνα μέσω των εξοπλιστικών προγραμμάτων που αποφασίστηκαν αλλά και των διεθνών αμυντικών συμφωνιών που υπογράφτηκαν και θα υπογραφούν.
«Νομίζω» είπε «ότι οι εξελίξεις δικαίωσαν όσους πίστευαν ότι η επένδυση στην άμυνα δεν είναι μια πολυτέλεια. Είναι μια ανάγκη. Είναι η υπέρτατη ανάγκη και η απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι η χώρα ελεύθερη και να απολαμβάνουν οι Έλληνες ευημερία».
Από την άλλη πλευρά ο Αλέξης Τσίπρας κατήγγειλε τον ρωσικό αναθεωρητισμό. Και για πρώτη φορά ξεπέρασε τις αναφορές στη Ρωσία συνολικά και προχώρησε σε ονομαστική αναφορά στον Βλαντιμίρ Πούτιν ως υπεύθυνο για την εισβολή στην Ουκρανία και την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί.
Όμως σταμάτησε εκεί. Και ζήτησε από την Ελλάδα να κρατήσει αποστάσεις. «Θα ήταν προτιμότερο να στείλουμε ανθρωπιστική βοήθεια, θα ήταν προτιμότερο να στείλουμε, όπως έκανε η Ισπανία, όπως έκανε η Ιταλία, μη θανατηφόρο εξοπλισμό» είπε τονίζοντας πως «δεν πιστεύω κανένας εδώ στην Αίθουσα να θεωρεί πως είναι εξαιρετικά κρίσιμες για την έκβαση του πολέμου οι κάποιες κούτες κατασχεμένων καλάζνικοφ που στείλαμε. Έχει μια διπλωματική αξία, μια συμβολική αξία αυτή η πράξη. Και άρα, λοιπόν, στο συμβολικό επίπεδο θα ακολουθούσε πιστά τη θέση και τον ρόλο της χώρας διαχρονικά, να σταθεί δίπλα με κάθε τρόπο στον ουκρανικό λαό, να σταθεί δίπλα διπλωματικά στις κυρώσεις, να στείλει ανθρωπιστική βοήθεια και να στείλει και μη θανατηφόρο εξοπλισμό, όπως έπραξαν άλλες χώρες, επαναλαμβάνω η Ιταλία και η Ισπανία. Και θεωρούμε ότι το οποιοδήποτε σήμα ότι η Ελλάδα μπορεί να είναι μέρος της εμπλοκής και όχι μέρος της λύσης είναι λάθος και μας αποδυναμώνει».
«Θα ήταν ιστορικό λάθος η χώρα μας να πρωτοστατήσει σε αυτή την ιστορική μετατόπιση, να αποφασίσει ότι μιας και γυρνάμε στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου της δεκαετίας του ’50, να επανέλθουμε και εμείς ως Ελλάδα στις παρωχημένες στρατηγικές και στα παρωχημένα δόγματα της δεκαετίας του ’50 και να υιοθετούμε ξανά το δόγμα Παπάγου, ούτε καν το δόγμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή» ανέφερε υποστηρίζοντας πως «Η δική μας θεώρηση των πραγμάτων λοιπόν είναι διαφορετική και θεωρούμε ότι αυτό το πισωγύρισμα, το ιστορικό πισωγύρισμα που συντελείται τούτες τις ώρες είναι επικίνδυνο όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη στο σύνολό της. Ποιος ωφελείται από αυτή τη σύγκρουση, τον διπολισμό, τον ψυχρό πόλεμο Ευρωπαϊκής Ένωσης-Ρωσίας, που θα ακολουθήσει; Ποιος ευνοείται από αυτή την εξέλιξη; Πάντως όχι η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ούτε γεωπολιτικά ευνοείται ούτε οικονομικά ευνοείται».
Και συνέχισε λέγοντας πως «Και αν η βασική ευθύνη -δεν υπάρχει αμφιβολία- ανήκει σε αυτόν που σήμερα παραβιάζει τη διεθνή νομιμότητα, ανήκει δηλαδή, στις επιλογές του Προέδρου Πούτιν, θα ήταν ωστόσο λάθος να προσποιηθούμε ότι δεν βλέπουμε και τα λάθη και τις ευθύνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που επέτρεψαν να φτάσουν τα πράγματα ως εδώ, την αδυναμία της να έχει έναν ισχυρό ρόλο, μια ισχυρή γεωπολιτική παρουσία, παρεμβατική στις διεθνείς εξελίξεις, την παθητικότητά της σε μια σειρά από παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου στο παρελθόν».
Για να καταλήξει στη λογική όλων όσοι επιχειρούν να δώσουν άλλοθι στον Βλαντιμίρ Πούτιν επισημαίνοντας πως «υπάρχουν λοιπόν σοβαρές ευθύνες τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στο ΝΑΤΟ και τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, τις δυτικές δυνάμεις συνολικά για τη διαρκή παραβίαση του διεθνούς δικαίου όλα τα προηγούμενα χρόνια με διεθνείς στρατιωτικές επεμβάσεις στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στη Γιουγκοσλαβία, όπως και για το γεγονός ότι δεν επιχειρήθηκε να οικοδομηθεί κατά την κρίσιμη περίοδο 1999-2008 ένα σταθερό πανευρωπαϊκό πλαίσιο ασφάλειας και ελέγχου εξοπλισμών που να περιλαμβάνει και τη Ρωσία».