Του Γιάννη Κ. Τρουπή
Λένε πως πολλές “μικρές” νίκες τακτικού χαρακτήρα συνιστούν μία μεγάλη, η οποία ενδεχομένως μάλιστα να οδηγήσει και στη συνολική επικράτηση. Πιο συγκεκριμένα, στην πολιτική σκηνή, κινήσεις που δεν συνδέονται άμεσα με κάποιο μεγάλο πολιτικό γεγονός μπορεί τελικά να αποδειχθούν καθοριστικές για το τελικό αποτέλεσμα, σε σχέση πάντα με τον πολιτικό σου αντίπαλο.
Το τελευταίο διάστημα το στρατόπεδο της κυβερνητικής πλειοψηφίας δε δείχνει να περνάει και την καλύτερη περίοδό του, αφού παρατηρούνται πολλές μικρές ήττες σε ζητήματα που βρίσκονται στην καθημερινή πολιτική ατζέντα. Σκοπιανό, διαχείριση του ζητήματος των περικοπών στις συντάξεις, χειρισμός του θέματος με τους δύο ''Ελληνες στρατιωτικούς στην Αδριανούπολη.
Σε αυτή την αλυσίδα των “άτυχων” για την κυβέρνηση, θεμάτων προστέθηκε και το πολιτικό αποτύπωμα της συνέντευξης του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Βήμα της Κυριακής. Μεταξύ άλλων ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε αυτή την συνέντευξή του, προχώρησε σε μία ξεκάθαρη πολιτική κίνηση θέλοντας να φέρει τον αντίπαλό του, σε δύσκολη θέση, θέλοντας να μεταφέρει την πίεση στο μέρος του Μεγάρου Μαξίμου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως απάντηση στα κυβερνητικά σενάρια για κατάτμηση της Β'' Αθήνας, τα οποία είχαν διαρρεύσει στην Αυγή, επανέφερε την πρόταση – πακέτο που είχε κατέθεσε το 2016 για δικαίωμα ψήφου στους Έλληνες του εξωτερικού και για σπάσιμο των μεγάλων περιφερειών, ειδικά της Β'' Αθήνας, ζητώντας μάλιστα από τον πρωθυπουργό να την ψηφίσουν από κοινού.
“Ας έρθει τώρα στη Βουλή να ψηφίσουμε και τα δύο μαζί. Χρειάζονται 200 ψήφοι και ο νόμος μπορεί να ισχύσει από τις επόμενες εκλογές. Εφόσον ο κ. Τσίπρας θέλει να ανοίξει το θέμα, δεν έχει παρά να στηρίξει την πρότασή μας, η οποία θα δώσει τη δυνατότητα σε εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες που κατοικούν στο εξωτερικό να ψηφίσουν από τον τόπο διαμονής τους”, τόνισε ο πρόεδρος της ΝΔ.
Τι θα περίμενε λοιπόν κάποιος μετά από αυτήν την τόσο καθαρή πρόταση; Να απαντήσει η κυβέρνηση. Τι τελικά έγινε; Από την μία δεν απάντησε καθόλου το Μαξίμου (η ανακοίνωση ήρθε από τον ΣΥΡΙΖΑ) και από την άλλη το περιεχόμενο της απάντησης παρέπεμπε σε μία... ΜΗ απάντηση.
Πώς αλλιώς να σχολιάσει κανείς το γεγονός ότι στη γραπτή ανακοίνωση του γραφείου Τύπου του κυβερνώντος κόμματος δεν αναφέρεται πουθενά η απάντηση της κυβερνητικής πλειοψηφίας στην πρόταση Μητσοτάκη περί της ψήφου των ομογενών και του σπασίματος της Β'' Αθήνας. Αντιθέτως, ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να απαντήσει για μία σειρά άλλα θέματα, στρέφοντας την κουβέντα στη διαπλοκή, τη διαφθορά, τον αναπτυξιακό σχέδιο. Πώς λοιπόν λέγεται αυτή η τακτική;
“Πετάω την μπάλα στην εξέδρα”, όπως θα σημείωνε και ένας αθλητικογράφος, στην υποθετική περίπτωση που ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ βρίσκονταν αντίπαλοι σε ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο.
Σε κάθε περίπτωση η αμηχανία είναι κάτι που ακόμα και ο όποιος καλόπιστος θα μπορούσε εύκολα να εντοπίσει στην κυβερνητική όχθη του ποταμού. Η πρόταση Μητσοτάκη για διασύνδεση των δύο νομοσχεδίων έπιασε μάλλον στον “ύπνο” την κυβέρνηση, κάτι που φάνηκε και από την αντίδραση του αρμόδιου υπουργού στον ΣΚΑΙ, ο οποίος δεν διατύπωσε μία ξεκάθαρη θέση.
Κάτι που πιθανότατα βεβαίως να διατυπωθεί μέσα στις επόμενες ώρες ή μέρες, μιας και το Μέγαρο Μαξίμου εκ των πραγμάτων θα αναζητήσει μία γραμμή, προκειμένου να την επικοινωνήσει, έστω και με καθυστέρηση. Μία απάντηση, την οποία σε πρώτο χρόνο, όπως φάνηκε, δεν είχε γι'' αυτό και αναμφίβολα έχασε την μάχη των πολιτικών εντυπώσεων.
Μία από τις βασικές πλευρές της γαλάζιας τακτικής είναι η κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων προς την κυβέρνηση, μακριά από το πεδίο των εντυπώσεων. Σύμφωνα με πληροφορίες, υπάρχει μάλιστα ένα σφιχτό χρονοδιάγραμμα που θα ακολουθήσει ο κ. Μητσοτάκης, στο πλαίσιο του οποίου θα παρουσιάζει θεματικές ενότητες με προτεινόμενες λύσεις για ζητήματα που αφορούν στην καθημερινότητα, τα οποία δεν είναι απαραίτητο να βρίσκονται πάντα στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Με τον τρόπο αυτό το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης επιδιώκει να δημιουργήσει τη δική του ατζέντα, βάζοντας το Μέγαρο Μαξίμου στη θέση του απολογούμενου. Ξεχωριστή πάντως ώθηση στα γαλάζια σχέδια έδωσε η εσωκομματική διαδικασία της Κυριακής, για την ανάδειξη των νέων προεδρείων των ΔΗΜΤΟ και ΝΟΔΕ σε ολόκληρη τη χώρα.
Η συμμετοχή ξεπέρασε τις προσδοκίες της ηγεσίας της ΝΔ, κυρίως μάλιστα σε ότι έχει να κάνει με τους νέους ανθρώπους. Από τους περίπου 155.000 πολίτες που γράφτηκαν να ψηφίσουν, οι σχεδόν 28.000 προσήλθαν για πρώτη φορά στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μάλιστα είχαν μέσο όρο ηλικίας τα 35 έτη. Ο κ. Μητσοτάκης δεν κρύβει την ικανοποίησή του για το πετυχημένο εγχείρημα της Κυριακής, για το οποίο δε θα πρέπει να ξεχνάμε πως ορισμένοι είχαν εκφράσει αρχικώς αμφιβολίες για τη χρησιμότητά του στη δεδομένη χρονική συγκυρία. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η ανανέωση του κομματικού μηχανισμού μετά τη διαδικασία της Κυριακής θα ξεπεράσει το 50%. Ενδιαφέρον μάλιστα έχει το στοιχείο πως τις 4.050 θέσεις των ΔΗΜΤΟ και ΝΟΔΕ και τις 1000 εκείνες των συνέδρων διεκδίκησαν περισσότεροι από 8.000 πολίτες.