Η περίπτωση Σαββόπουλου και η δυσανεξία  στη Δημοκρατία
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ /EUROKINISSI
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ /EUROKINISSI

Η περίπτωση Σαββόπουλου και η δυσανεξία στη Δημοκρατία

Εμάς τους απλούς ανθρώπους που δεν έχουμε εντρυφήσει στα ανώτερα θεωρητικά της μουσικής, που μοναδικό φίλτρο μας είναι το ακατέργαστο συναίσθημά μας όταν το ακονίζουν οι νότες αγαπημένων τραγουδιών, δεν μας ενδιαφέρουν τα πιστεύω των δημιουργών τους.

Δεν μας ενδιέφερε η πολιτική τοποθέτηση του Μάνου Χατζιδάκι, μας αρκούσε η ευαισθησία της μελωδίας του. Άλλοι τον εργαλειοποίησαν, και δεν ήταν της παράταξής του. Πότε με «τα παιδιά κάτω στον κάμπο - που - κυνηγάνε τους αστούς», για να δικαιολογήσουν τις «πλατείες». Πότε για το 15χρονο που κρατάει μολότοφ για να νομιμοποιήσουν ηθικά τις μολότοφ. Και άλλοτε με τη ρήση του περί του τέρατος που όταν το συνηθίσεις αρχίζεις να του μοιάζεις. Αλλά το τέρας για τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν όλοι οι αντίπαλοί του.

Εμείς οι απλοί άνθρωποι δεν συμμεριζόμασταν διαχρονικά, τις πολιτικές απόψεις του Μίκη, που άλλωστε δεν έμεναν σταθερές. Σεβόμασταν όμως ότι βρέθηκε αυτοβούλως μεταξύ των πρωταγωνιστών στους καιρούς της θύελλας. Τότε που έδειχνες την αριστεροσύνη σου με το να παίζεις τη ζωή του κορώνα γράμματα και τις σφαίρες σαν μελίσσι γύρω από το κεφάλι σου (π.χ. Δεκεμβριανά). Και με το να υπομένεις άρρωστος τις εξορίες και τους διωγμούς, και όχι κάνοντας τον αριστερό με αναρτήσεις μίσους στο twitter.

Και φυσικά αγαπήσαμε τη ρωμαλέα μουσική του, τους ήχους της ρωμιοσύνης στους «δρόμους του Αρχάγγελου». Όπως αγαπήσαμε και αγαπάμε τα θαυμάσια τραγούδια του συνθέτη ο οποίος βρήκε τη «Σωτηρία της ψυχής» του στον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη. Και τα αγαπάμε θεωρώντας τα διαμάντια, παρά την χυδαία απόκλισή του τα τελευταία χρόνια. Του αναγνωρίζουμε το δικαίωμα ακόμη και στη χυδαιότητα (η ονομαστική αναφορά δεν έχει σημασία).

Το ίδιο π.χ. απολαμβάνουμε και τα τραγούδια της αοιδού με την υπέροχη φωνή, που ψάχνει να βρει τον… Βελουχιώτη της για να ανέβει στο βουνό και να κάνει αντάρτικο. Όταν τον βρει θα την κατευοδώσουμε, και θα συνεχίσουμε να ακούμε τα τραγούδια της. Μας αφορούν αυτά και όχι οι απόψεις της.

Παρομοίως και με άλλους κατά τη διάρκεια των μνημονίων και τις πανδημίας. Με όσες π.χ. φόρεσαν κόκκινα γάντια σε διαδηλώσεις εργαλειοποιημένες από τον ΣΥΡΙΖΑ (μετά το αντελήφθησαν), ή με όσους έκαναν τραγουδιστικό ύμνο τη φυσική βωμολοχία του Καραϊσκάκη. Όπως και κατά την πανδημία, με όσους από απλοί ευαίσθητοι τραγουδοποιοί μετεβλήθησαν εν μια νυκτί σε εμβριθείς επιστήμονες κοινωνιολόγους, και χαρακτήρισαν την αναγκαία απομόνωση στον καιρό της πανδημίας, ως «φασιστική κοινωνική μηχανική»!

Ή άλλους, εξίσου ευαίσθητους, που αναρωτιούνταν με… Αμλετική απόγνωση στον ίδιο καιρό της αποστασιοποίησης, τι να την κάνεις τη ζωή χωρίς ένα φιλί. Κανείς βέβαια δεν είχε απαγορεύσει το φιλί. Θέμα ενήλικης ευθυκρισίας και όχι απαγόρευσης ήταν εκείνη την εποχή η αποφυγή περιστασιακών σχέσεων. Ή τέλος η άλλη, με τα τόσο ευαίσθητα τραγούδια δεκαετιών, που θέλει αιματηρό εμφύλιο να «φάει» τους δεξιούς (που βρίσκονταν κρυμμένοι όλοι αυτοί;).

Όλους αυτούς εμείς οι απλοί άνθρωποι δεν τους κατηγορήσαμε, δεν τους βρίσαμε, δεν τους μισήσαμε, δεν αποκλείσαμε τα τραγούδια τους από τα ακούσματά μας. Ίσως ακριβώς γι’ αυτό! Γιατί είμαστε απλοί καθημερινοί, και αναγνωρίζουμε στον καθένα το δικαίωμα να διακονεί τις ιδέες του.

Δεν συνέβη το ίδιο και με τους στρατευμένους του ΣΥΡΙΖΑ, που έχουν τη σταλινική αυθαιρεσία να είναι δικαστές των άλλων. Γιατί δεν καταδίκασαν την άποψή του Διονύση Σαββόπουλου, ο οποίος εξέφρασε την ελπίδα για αυτοδυναμία του Μητσοτάκη.

Άλλωστε όπως και των προηγούμενων που αναφέραμε, δεν θεωρούμε ότι έχει σημασία η πολιτική άποψή του. Ήταν ο ίδιος που στο «βρώμικο '89» όταν παραπεμπόταν ο Αντρέας, σε μια έκρηξη πολιτικοκοινωνικού ρατσισμού, είχε δηλώσει «Να φύγουν από τη μέση οι γύφτοι του ΠΑΣΟΚ και να αναλάβουν τη χώρα τα δυο μεγάλα σπίτια, η Δεξιά και η Αριστερά».

Οι «γύφτοι του ΠΑΣΟΚ» δυσαρεστήθηκαν. Αλλά ο περιλάλητος λαϊκισμός τους, που έχουν κάνει καραμέλα οι εστέτ, αφορούσε μόνο τα «ταξίματα» στον λαό και την υποχώρησή τους στις «λαϊκές απαιτήσεις». Αποδοκιμαστέα σαφώς αυτά, αλλά ουδείς βρέθηκε να χαρακτηρίσει τον Σαββόπουλο «θεραπαινίδα του Μητσοτάκη και των Κυρκοφλωράκηδων», όπως ήταν η ορολογία της εποχής. Τον χαρακτήρισε όμως ο περιώνυμος Πολάκης ως «θεραπαινίδα του Μητσοτακέικου».

Οι Πασόκοι αναγνώριζαν το δικαίωμα στην άποψη, αντιθέτως με τον συρφετό του ΣΥΡΙΖΑ που δικαίωσε τον χαρακτηρισμό του Μίκη περί αριστερόστροφου φασισμού. Ένας χυδαίος λόγος μίσους αναδύθηκε στη δημόσια σφαίρα. Δεν κατακεραύνωναν την άποψη Σαββόπουλου ως είχαν δικαίωμα. Τον ανασκολόπισαν ως πρόσωπο, καταρρίπτοντας παράλληλα το σύνολο του έργου του. Η λέξη «σίχαμα» που του πρόσαψαν ήταν από τις πιο… αθώες.

Και για να μη χάσει ο Πολάκης, τον στόλισε και με τα επίθετα «λίγος, διεφθαρμένος, επαρχιώτης, εγωπαθής και χαλασμένος», ενώ η υποψήφια στο Επικρατείας Ακρίτα, αν είχε δίσκο του θα του τον επέστρεφε. Τέτοια ανοχή στην άλλη άποψη! Και για τον Σαββόπουλο ειδικά, που ήταν κρατούμενος στη Γενική Ασφάλεια της χούντας, την ίδια εποχή που ήταν εκεί κρατούμενη και η μητέρα της Σύλβα, όπως ανέφερε ο συγγραφέας Απόστολος Δοξιάδης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ διαπαιδαγωγεί τον κόσμο του στον ακραίο λόγο, στον αυταρχισμό και τον ολοκληρωτισμό της μιας άποψης. Τον εκπαιδεύει να μην αναγνωρίζει το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου. Το είχαμε ζήσει στους καιρούς των μνημονίων. Το ξαναζούμε τώρα με την περίπτωση Σαββόπουλου. Και αυτό δεν είναι δημοκρατία.