Η Ελλάδα στη διάρκεια της μεταπολίτευσης βίωσε προεκλογικές καμπάνιες που βασίζονταν σε εύκολες υποσχέσεις, σε κριτική χωρίς επιχειρήματα, σε προσωπικές αντιπαραθέσεις, κυρίως λασπολογώντας ο καθένας τους πολιτικούς του αντιπάλους.
Στις εκλογές του Μαΐου εκείνοι που αποπειράθηκαν να πείσουν τον κόσμο με αυτή την προσέγγιση, ζημιώθηκαν πολιτικά (σχεδόν ανεπανόρθωτα), αφού ο κόσμος αποδοκίμασε εμφατικά όσους του έταξαν χωρίς πρώτα να κοστολογήσουν.
Ειδικά τον ΣΥΡΙΖΑ, που είχε κυβερνήσει τεσσεράμισι χρόνια χωρίς να διακριθεί για την αξιοπιστία του. Επιπλέον, όταν αποκαλύφθηκε το πραγματικό σχέδιο για να καλυφθεί το οικονομικό πρόγραμμα -από την παραδοχή Κατρούγκαλου σε σχέση με την φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών- η ζυγαριά για τον τελικό νικητή των εκλογών έγειρε καθοριστικά υπέρ της Νέας Δημοκρατίας.
Η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ να κατέβει στις εκλογές χωρίς θετική ατζέντα και να περιοριστεί σε ένα διχαστικό λόγο χωρίς επιχειρήματα, απορρίφθηκε από τους πολίτες, οι οποίοι δεν ανταποκρίθηκαν στα ακραία κελεύσματα του Αλέξη Τσίπρα και των στελεχών του. Είναι ίσως η πρώτη φορά που σε εκλογική αναμέτρηση δεν καταψηφίζεται το κυβερνών κόμμα αλλά η αξιωματική αντιπολίτευση.
Ταυτόχρονα, κατέρρευσαν ιστορικά «κάστρα» της Κεντροαριστεράς, σε όλη την επικράτεια και μάλιστα σε πολλές εκλογικές περιφέρειες η Νέα Δημοκρατία πήρε απίστευτα ποσοστά, όπως για παράδειγμα στη δική μας Β' Πειραιά, σε περιοχές που παραδοσιακά «δεν τραβάει» η Κεντροδεξιά.
Οι Έλληνες πιστοποίησαν την αλλαγή πορείας με τις επιλογές τους, αφού προτίμησαν, βάσει του εκλογικού αποτελέσματος, την ειλικρίνεια, τη σταθερότητα και το ρεαλισμό, απέναντι στο λαϊκισμό την αβεβαιότητα και την ακατάσχετη και ανέξοδη παροχολογία.
Η μεγαλύτερη νίκη που μπορεί να πετύχει ένας πολιτικός φορέας είναι να επιλέγει καινούργιους δρόμους και να χαράζει νέα πορεία πάνω στην οποία θα βαδίζει και θα χτίζει σχέση εμπιστοσύνης με τον κόσμο και αυτό επέλεξε να κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Πέτυχε να κατακτήσει υψηλότατα ποσοστά -για κυβερνώσα παράταξη- που θυμίζουν προηγούμενες δεκαετίες, ενώ ταυτόχρονα κατάφερε να ξεμπροστιάσει τη γύμνια των επιχειρημάτων, του σχεδίου και του (ανύπαρκτου) ρεαλισμού των αντιπάλων του. Εκείνοι, απλώς προσπαθούσαν επιμελώς να αποκρύψουν την πραγματικότητα από τους πολίτες, ενώ ταυτόχρονα πάσχιζαν να κρύψουν και τη δική τους εξωπραγματική και μη εφαρμόσιμη πολιτική.
Στάθηκαν σε επουσιώδη για τον κόσμο ζητήματα, αντιπαρατέθηκαν στείρα και εφηύραν σενάρια αντιδημοκρατισμού, προκειμένου να τροφοδοτήσουν μια πλασματική αντιπαράθεση, σε ένα πεδίο που -χρόνια τώρα- προσπαθούν να επιβάλλουν, ξεκινώντας από τα φοιτητικά αμφιθέατρα. Η καθημερινότητα όμως του κόσμου δεν είναι αμφιθέατρο σχολής.
Ο κόσμος έψαξε και βρήκε ποιος του λέει λογικές και ρεαλιστικές λύσεις πάνω στα ζητήματα που τον απασχολούν και καταψήφισε εκείνον που επένδυσε στο φόβο, στην ανασφάλεια και στην καταστροφολογία, χωρίς την απαιτούμενη αξιόπιστη επιχειρηματολογία, απλώς εμμονικά βασισμένη σε συνωμοσιολογίες υπερβολές.
Η πολιτική ατζέντα καθορίστηκε εύστοχα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη στα θέματα που απασχολούν την καθημερινότητα των πολιτών. Γι' αυτό οι λύσεις που εφαρμόζονται ή/και προτείνονται δεν είναι ανεδαφικές, αλλά στηρίζονται σε πραγματικούς παράγοντες. Κυρίως, όμως, ο κόσμος αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει η πολιτική βούληση από την Νέα Δημοκρατία να δοθεί η καλύτερη δυνατή λύση.
Η μάχη όμως δεν έχει τελειώσει, πρέπει να συνεχίσουμε με αμείωτη ένταση και στις επερχόμενες εκλογές. Η επικράτηση της λογικής να επιβεβαιωθεί οριστικά στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, ώστε να τελειώνουμε και με το τελευταίο ψήγμα λαϊκισμού που κατατρώει την πολιτική σκηνή εδώ και δεκαετίες.
*Ο Μιχάλης Λιβανός είναι ιατρός – καρδιολόγος και υποψήφιος ΝΔ Βουλευτής Β’ Πειραιά