Του Σάκη Μουμτζή
Προφανώς για να θέτω το ερώτημα, δεν θεωρώ δεδομένη την απάντηση σε αυτό.
Υπάρχει ένας αριθμός πολιτικών προσωπικοτήτων που προέρχονται από τον χώρο της ευρύτερης Κεντροαριστεράς, οι οποίες εδώ και καιρό δεν έχουν πολιτική στέγη. Διαθέτουν σημαντική κυβερνητική εμπειρία, καθώς διετέλεσαν κατά το παρελθόν υπουργοί και γραμματείς σε διάφορες κυβερνήσεις. Έχουν ασπασθεί το σύνθημα «φύγετε» και θεωρούν πως αυτό θα επιτευχθεί μέσα από την εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας.
Το ερώτημα του άρθρου είναι αν και η Νέα Δημοκρατία θεωρεί πως αυτά τα στελέχη θα μπορούσαν να την βοηθήσουν τόσο καθ΄οδόν προς τις εκλογές, όσο και μετά, με την πλούσια κυβερνητική τους εμπειρία σε κρίσιμους τομείς.
Η Νέα Δημοκρατία, ακόμα και σήμερα, ένα βήμα πριν την εξουσία, δεν έχει εξαλείψει κάποιες παθογένειες του παρελθόντος. Οι βαρονίες υπάρχουν, με αμφιλεγόμενους όμως βαρόνους. Συνεπώς, υπάρχουν και προσωπικές στρατηγικές, που όπως φαίνεται και δια γυμνού οφθαλμού, αναπτύσσονται παράλληλα και πολλές φορές σε βάρος της κεντρικής πολιτικής γραμμής.
Ένα κόμμα εξουσίας, με ισχυρές τις εσωκομματικές δομές και με δεδομένη την αυτοπεποίθηση του, δεν φοβάται τις ριζοσπαστικές διευρύνσεις. Η ηγεσία του, χωρίς φοβικά σύνδρομα, χωρίς προκαταλήψεις, έχει την ικανότητα να εντάξει στον γενικότερο πολιτικό σχεδιασμό της, την δράση προσωπικοτήτων από άλλους πολιτικούς χώρους.
Αυτή η συμπεριφορά προσδίδει στην παράταξη ηγεμονικό χαρακτήρα μέσα στην κοινωνία. Φανερώνει πως με την ακτινοβολία της και το πολιτικό της πρόγραμμα, γίνεται ένας ισχυρός πόλος έλξης.
Μέχρι στιγμής η εντυπωσιακή ανανέωση των στελεχών της Νέας Δημοκρατίας έγινε μέσα από το μητρώο της. Καιρός είναι να γίνει και μέσα από μια πολιτική διεύρυνση, καθώς υπάρχουν άστεγα πολιτικά στελέχη που έχουν τόσο την διάθεση όσο και τις ικανότητες για να βοηθήσουν στις δύσκολες ημέρες που έρχονται.
Περιμένουν δε, μια χειρονομία από την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας.
Φυσικά, μια τέτοια διεύρυνση βρίσκει αντίθετους όλους αυτούς που έχουν μιαν ιδιοκτησιακή αντίληψη για την Νέα Δημοκρατία. Πιστεύουν, δηλαδή πως η παράταξη έχει ιδιοκτήτη και οι τίτλοι ιδιοκτησίας μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά. Η φιλοδοξία τους είναι ένα μικρό κόμμα, που αυτοί να το ελέγχουν. Έτσι, αντιδρούν σε οποιοδήποτε «άνοιγμα» της παράταξης σε προσωπικότητες από άλλους χώρους. Μέσα από συγκεκριμένο εκδοτικό συγκρότημα, θέλουν να έχουν τον τελευταίο λόγο.
Ο Κ.Μητσοτάκης βρίσκεται στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας τρία χρόνια. Ουδείς μπορεί να τον αμφισβητήσει, ένα βήμα πριν από μια μεγάλη εκλογική νίκη. Διάφορα κέντρα όμως προσπαθούν να ναρκοθετήσουν αυτήν την πορεία.
Οι αστοχίες στον χειρισμό των υποθέσεων Αυτιά και Μπογδάνου αυτό φανερώνουν. Η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας δεν ζητεί πιστοποιητικά δημοκρατικότητας ούτε από την Αριστερά ούτε από την «ψεκασμένη» Δεξιά, που είναι άλλωστε η εμφανής πλέον συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ.
Οφείλει, χωρίς δισταγμούς, να απλώσει το χέρι σε όλους αυτούς που έχουν την διάθεση να στρατευθούν μαζί της, για να φύγει η χειρότερη κυβέρνηση της Σύγχρονης Ιστορίας μας.
Είναι καθήκον της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας να κάνει αυτή την πρώτη κίνηση άφοβα και με αποφασιστικότητα, που θα σηματοδοτήσει και την έναρξη της τελικής επίθεσης.