Σε μάχη μεταξύ Τσίπρα - Ανδρουλάκη για τους ψηφοφόρους που κινήθηκαν προς τα αριστερά του ΚΙΝΑΛ και μετακινήθηκαν για διάφορους λόγους στον ΣΥΡΙΖΑ, εξελίχθηκε η συζήτηση στη Βουλή, ενώ την ίδια στιγμή η πρόταση δυσπιστίας - μομφής κατά της κυβέρνησης, εξελίχθηκε σε φιάσκο με τον επικεφαλής της Κουμουνδούρου να βρίσκεται αντιμέτωπος με τα πυρά των υπολοίπων κομμάτων της αντιπολίτευσης. Απέτυχε να εμφανιστεί ως επικεφαλής τους στο αφήγημα της μάχης για να πέσει η δεξιά.
Ο Αλέξης Τσίπρας κατέθεσε μια πρόταση δυσπίστίας με πολλαπλούς στόχους, κυριότεροι εκ των οποίων ήταν οι εξής:
- Να δημιουργήσει την εικόνα μιας ενωμένης αντιπολίτευσης και ενός αντιδεξιού μετώπου με επικεφαλής τον ίδιο.
- Να δημιουργήσει κλίμα οργής και αγανάκτησης, κάτι που επιθυμεί διακαώς κυρίως με αφορμή την πανδημία και τις επιπτώσεις της.
- Να αναδείξει την δική του παρουσία σε αντιδιαστολή με αυτή του Νίκου Ανδρουλάκη στο πεδίο της αντιπολίτευσης, βλέποντας τα δημοσκοπικά στοιχεία να λειτουργούν περισσότερο σε βάρος του ίδιου και λιγότερο σε βάρος της κυβερνώσας παράταξης.
- Να κλείσει τα εσωτερικά μέτωπα ενόψει του συνεδρίου και να συσπειρώσει γύρω του τα στελέχη που αντιδρούν στην προσπάθεια μετατροπής του ΣΥΡΙΖΑ σε αρχηγικό κόμμα.
- Να δείξει ότι αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και ότι παραμένει ενεργός και πρωταγωνιστής στο πολιτικό σκηνικό.
Ουσιαστικά ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επέλεξε την εργαλειοποίηση μιας θεσμικής διαδικασίας επιλέγοντας μάλιστα τη στιγμή που μια κακοκαιρία προκάλεσε προβλήματα εξαιτίας αστοχιών του κρατικού μηχανισμού αλλά και των ιδιωτών που χειρίζονται τον κεντρικό οδικό άξονα της Αττικής. Άλλωστε γνώριζε πως δεν τίθεται θέμα καταψήφισης της κυβέρνησης και υπερψήφισης της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε.
Στόχος ήταν εξ αρχής οι 142 ψήφοι που συνολικά κατέχουν στο Κοινοβούλιο τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Να υπερψηφιστεί δηλαδή η πρότασή του από το σύνολο τους ώστε ο ίδιος να εκμεταλλευτεί το γεγονός και να εμφανιστεί ως επικεφαλής σύσσωμης της αντιπολίτευσης σε έναν αντιδεξιό – αντικυβερνητικό αγώνα.
Φευ! Ακόμη και ο πάλαι ποτέ στενός του συνεργάτης Γιάνης Βαρουφάκης όπως και στο σύνολό τους οι πολιτικοί αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων άσκησαν σκληρή κριτική στην κυβέρνηση, όμως περιέλαβαν σε αυτή και τον Αλέξη Τσίπρα. Υπενθυμίζοντας ακόμη και τη συμμαχία του με τον Πάνο Καμμένο και τους ΑΝΕΛ προκειμένου να αναδείξουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί στο δρόμο για την εξουσία έριξαν «πόρτα» στις εκκλήσεις του για συμπαράταξη όλων των δημοκρατικών δυνάμεων πίσω από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον ίδιο σε μια πορεία ανατροπής των συσχετισμών με βάση τις εκλογές με απλή αναλογική.
Ακόμη και το ΚΙΝΑΛ του Νίκου Ανδρουλάκη, γύρισε την πλάτη (έστω και με την θέση που εξέφρασε προκαλώντας ερωτήματα σύμφωνα με την οποία υπερψηφίζει την πρόταση δυσπιστίας αλλά λέει όχι σε πρόωρες εκλογές). Η δε κριτική έντονη όπως και οι αναφορές στη συνεργασία με τον Πάνο Καμμένο αλλά και η κυβερνητική θητεία του Αλέξη Τσίπρα. Βρέθηκε επίσης να επικρίνεται για όσα έπραξε στην κυβερνητική του θητεία ενώ επανήλθαν στο προσκήνιο πράξεις παραλείψεις λάθη που είχαν και τραγικές επιπτώσεις από χειρισμούς του καθώς και η προσπάθεια συγκάλυψης την πρώτη ημέρα της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι.
Και ναι μεν ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν βρέθηκε στο βήμα της Βουλής στο πλαίσιο των τοποθετήσεων των αρχηγών όμως στην παρούσα φάση αυτό ενδεχομένως και να τον ωφελεί.
Οπως χαρακτηριστικά έχει τονιστεί το γεγονός πως επιχειρεί να ανατρέψει το σκηνικό σε ότι αφορά τη δημοσκοπική και εκλογική σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ, κρυπτόμενος, δύναται να λειτουργήσει υπέρ του. Σε κάθε περίπτωση αυτό που ήθελε ο Αλέξης Τσίπρας, μια σύγκριση με έναν απόντα αντίπαλο δεν πέτυχε, πολύ δε περισσότερο εξ αιτίας της έντονης σε βάρος του κριτική από το σύνολο των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι συνεργάτες του Νίκου Ανδρουλάκη διατρανώνουν ότι στόχος δεν είναι να εμπλακεί στη διαμάχη και το τοξικό κλίμα μεταξύ των δύο κομμάτων, της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ και η όλα διαδικασία δεν αποκλείεται να κριθεί από τους ίδιους θετική.
Αυτό που προέκυψε είναι ότι η μάχη μεταξύ Τσίπρα και Ανδρουλάκη αφορά στην αριστερή όχθη. Ο Νίκος Ανδρουλάκης μιλώντας στην ΚΟ του ΚΙΝΑΛ κινήθηκε με ρητορική Αλέξη Τσίπρα, πρόταξε την σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση, αναφέρθηκε σε συμφέροντα και εξυπηρέτηση των ολίγων από τη σημερινή κυβέρνηση, έκανε λόγο για ελίτ και διεκδίκησε τον ρόλο του εκφραστή του λαού και των νέων, δείχνοντας το αριστερό ακροατήριο που ψήφισε και στις τελευταίες εκλογές τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο φόβος άλλωστε του Αλέξη Τσίπρα δεν είναι μόνο να βρεθεί στην τρίτη θέση αλλά και το ενδεχόμενο να είναι δεύτερος και να νιώθει την ανάσα του ΚΙΝΑΛ. Εξελίξεις που θα καταστήσουν δύσκολη όχι την σύμπραξή αλλά την επάνοδο του ιδίου στο Μέγαρο Μαξίμου σε περίπτωση που καρποφορήσουν τα σενάρια αναφορικά με μια συνεργασία είτε αυτή αφορά μια προοδευτική είτε μια σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση. Το γεγονός πως αισθάνεται επίσης να του γυρίζουν την πλάτη φίλια επιχειρηματικά συμφέροντα καθιστά την αγωνία του ακόμη μεγαλύτερη.
Είναι δύσκολη μια σύμπραξή μεταξύ των δύο κομμάτων; Όχι. Ο Τσίπρας έχει ρίξει γέφυρες και ο Ανδρουλάκης δεν έχει αποκλείσει κάθετα μια συνεργασία με έναν ανανεωμένο ΣΥΡΙΖΑ. Το ερώτημα είναι ποιος θα ηγηθεί και ποιος θα ακολουθήσει, εκεί είναι όμως που συνήθως χαλούν οι επαφές και οι σχέσεις.
Ως προς την προσπάθεια δημιουργίας κλίματος οργής και αγανάκτηση θα συνεχιστεί αφού στόχος είναι η πόλωση και η δημιουργία ενός τοξικού πολιτικού κλίματος στο δρόμο προς της εκλογές. Προς το παρόν οι πολίτες έχουν γυρίσει την πλάτη και δεν αντιδρούν στα κελεύσματα της Κουμουνδούρου, εξαρτώνται όμως όλα από τις επόμενες κυβερνητικές κινήσεις και τυχόν λάθη και παραλείψεις του μέλλοντος. Λάθη και παραλείψεις που δεν συνδέονται με το κεντρικό πρόγραμμα αλλά με παραμέτρους εξωγενείς που όμως τείνουν να μετατραπούν σε μόνιμους.
Ο Αλέξης Τσίπρας κινήθηκε και με το άγχος των εσωκομματικών προβλημάτων. Επέλεξε να ορίσει έναν κοινό εχθρό, την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη για να συσπειρώσει τα στελέχη του και να αναγκάσει την εσωκομματική αντιπολίτευση να συστρατευθεί δίπλα του. Μόνο που τα θαύματα κρατούν λίγες ημέρες. Δύσκολα θα παραμείνει αυτό το κλίμα στο δρόμο προς το συνέδριο δεδομένου ότι τα στελέχη της αριστεράς σε ιδεολογικά ζητήματα δύσκολα υποχωρούν.
Σε ό,τι αφορά τις πολιτικές πρωτοβουλίες αν αυτές δεν συνοδευτούν με ένα πρόγραμμα, θέσεις και προτάσεις για την επόμενη ημέρα δύσκολα θα αλλάξουν τα δεδομένα. Η πόλωση μπορεί να κρατά ενεργά τα στελέχη, τους οπαδούς όχι όμως και το σύνολο της κοινωνίας που περιμένει λύσεις σε προβλήματα και όχι αντιδράσεις περιόδων που όλοι θέλουν να ξεχάσουν ειδικά αυτής που οδήγησε στις κυβερνήσεις του 2015.