Του Γιάννη Κ. Τρουπή
Λένε πως η πολιτική είναι μία γιγάντια σκακιέρα που το κάθε κόμμα κινεί τα πιόνια του, επιδιώκοντας να κάνει «ματ» στον αντίπαλο, προσπαθώντας ουσιαστικά να προλάβει τις κινήσεις της άλλης πλευράς. Η παρτίδα σκακιού, όταν παίζεται εντός της πολιτικής σκηνής, απαιτεί έξυπνες, γρήγορες και κυρίως προνοητικές κινήσεις με στόχο ο ένας παίχτης να βρεθεί μπροστά από τον άλλο και να τον παγιδεύσει.
Τις ώρες αυτές λοιπόν που το Μέγαρο Μαξίμου δεν περνά και τις καλύτερες στιγμές του, μία μικρή αναδρομή στο κοντινό παρελθόν θα πείσει και τον πλέον δύσπιστο πως υπήρξε μία κίνηση στην πολιτική σκακιέρα που αποτέλεσε την ουσιαστική απαρχή της κυβερνητικής κρίσης, η οποία τελικά κορυφώθηκε με την παραίτηση Κοτζιά.
Ηταν 16 Ιουνίου, στις αρχές δηλαδή του περασμένου καλοκαιριού, όταν στην ολομέλεια της Βουλής πραγματοποιούνταν η ψηφοφορία για την πρόταση δυσπιστίας που είχε καταθέσει η ΝΔ εναντίον της κυβέρνησης, με αφορμή τους χειρισμούς για το ονοματολογικό της γειτονικής χώρας. Μία κοινοβουλευτική πρωτοβουλία, αποκλειστικά εστιασμένη στο ζήτημα της συμφωνίας με τα Σκόπια.
«Οφείλουμε να ασκήσουμε κάθε δικαίωμα που μας δίνει το Σύνταγμα και οι δημοκρατικοί θεσμοί της πατρίδας μας για να αποτρέψουμε τη δημιουργία επιζήμιων τετελεσμένων», ανέφερε χαρακτηριστικά η πρόταση που συνυπογράφαν όλοι οι βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Τις μέρες εκείνες ορισμένοι είχαν σπεύσει να κατηγορήσουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη πως σπατάλησε το ύψιστο κοινοβουλευτικό όπλο της αντιπολίτευσης χωρίς να υπάρχουν πιθανότητες υπερψήφισής της.
Μπορεί πρακτικά η πρόταση όντως να μην πέρασε, μια και με 153 ψήφους κατά και 127 υπέρ καταψηφίστηκε, όποιος επιχειρήσει σήμερα ( τέσσερις μήνες μετά) να αναγνώσει τα αποτελέσματά της, μπορεί να αντιληφθεί ότι πέτυχε απολύτως το στόχο της.
Σε πρώτο επίπεδο, καθαρά αριθμητικό, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία είχε μία απώλεια, αφού υπέρ της πρότασης ψήφισε ο μέχρι τότε βουλευτής των ΑΝΕΛ Δημήτρης Καμμένος, με αποτέλεσμα να τον διαγράψει από το κόμμα ο Πάνος Καμμένος.
Μία απώλεια που έφερε ακόμα πιο κοντά την κοινοβουλευτική ομάδα των Ανεξαρτήτων Ελλήνων στο όριο της «εξαφάνισης» εντός βουλής, προκαλώντας πρόσθετη πίεση στον κ.Καμμένο.
Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι οι χειρισμοί της πρότασης δυσπιστίας απο την Νέα Δημοκρατία εκείνων των ημερών «πάτησαν» ουσιαστικά το κουμπί για την αντίστροφη μέτρηση στη δημιουργία του σημερινού ρήγματος εντός των κυβερνητικών εταίρων με αιχμή το Σκοπιανό.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης , επικεντρώνοντας την τακτική του στη διατύπωση κατηγοριών προς την πλευρά κυρίως των ΑΝΕΛ ότι καταψηφίζοντας την πρόταση δυσπιστίας, ο Πάνος Καμμένος και το κόμμα του δίνουν ουσιαστικά το πράσινο φώς για να προχωρήσει η Συμφωνία των Πρεσπών, όπως και τελικά έγινε, προκάλεσε μεγάλη ζημιά στον κυβερνητικό εταίρο, όπως φάνηκε καθαρά από εκείνη την μέρα και μετά.
Η συγκεκριμένη συζήτηση στη Βουλή έφερε πρακτικά τον κ.Καμμένο σε θέση «απολογούμενου» ενώπιον του κομματικού του ακροατηρίου, το οποίο ήταν και παραμένει απέναντι στην συμφωνία που υπέγραψαν οι κύριοι Τσίπρας και Ζάεφ στις Πρέσπες. Ήταν εκείνη η κοινοβουλευτική διαδικασία , η οποία στάθηκε η αιτία για πολλά στελέχη των ΑΝΕΛ στη Βόρεια Ελλάδα να επιλέξουν την οδό της παραίτησης, αφού μέσα από την συζήτηση φάνηκε να ταυτίζεται ο κ. Καμμένος με την συμφωνία των Πρεσπών, μη αποδεχόμενος να αποσύρει την εμπιστοσύνη του στην κυβέρνηση, η οποία δύο 24ωρα μετά υπέγραφε το κείμενο.
Η περίοδος που ακολούθησε της συζήτησης στη Βουλή είχε ένα κοινό χαρακτηριστικό. Την συνεχώς αυξανόμενη πίεση στο πρόσωπο του προέδρου των ΑΝΕΛ, ο οποίος έβλεπε καθημερινά τα ποσοστά του να συρρικνώνονται έστω και σε δημοσκοπικό επίπεδο. Αποκορύφωμα της έντασης και του ασφυκτικού κλίματος που είχε δημιουργηθεί στον κυβερνητικό συνασπισμό και κυρίως στους ΑΝΕΛ, η συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου της Τρίτης. Εκεί όπου ο πρωθυπουργός κλήθηκε να διαλέξει ποια πλευρά θα πάρει, επιλέγοντας ουσιαστικά εκείνη του κ.Καμμένου, αφήνοντας έκθετο τον Νίκο Κοτζιά.