Λένε όλα τα κόμματα ότι οι κάλπες είναι άδειες στις 25 Ιουνίου. Η ψηφοφορία ξεκινά εκ του μηδενός. Όμως η μνήμη των ψηφοφόρων δεν είναι άδεια και η ψήφος τους δεν ξεκινά εκ του μηδενός. Το κριτήριό τους φιλτράρει υποσχέσεις και πεπραγμένα, αξιολογεί την αξιοπιστία των κομμάτων, και αποκρυσταλλώνει τη διάθεση της ψήφου.
Γι’ αυτό η εσωτερική αναταραχή στον ΣΥΡΙΖΑ, με την Ομπρέλα να ακονίζει τα μαχαίρια για μετά τις εκλογές, τη δυσαρέσκεια για την προώθηση α-πολιτικών προσωπικοτήτων στη νέα ομάδα «κρούσης», την παραγκώνιση των παλιών, τη στοχοποίηση όσων είχαν καθοριστική δύναμη δίπλα στον Τσίπρα, και άλλων που πήραν το ανάθεμα λόγω ατυχών προεκλογικών τους δηλώσεων, είναι εσωτερική φαγούρα άνευ αντικρίσματος.
Η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ είχε προδιαγραφεί από τον καιρό της κωλοτούμπας όταν ο λαός του όχι έμεινε με τη γεύση της απογοήτευσης στα χείλη - για να παραφράσουμε τον ποιητή. Οι επόμενες εκλογές του Σεπτέμβρη του ‘15 ήταν μια μικρή παραχώρηση, ένα δείγμα καλής θέλησης του αντιμνημονιακού ακροατηρίου, επειδή «το παιδί προσπάθησε». Σε καμία περίπτωση νομιμοποίηση της προδοσίας του δημοψηφίσματος, όπως το εξέλαβε η ηγεσία του.
Έκτοτε, από τις αρχές του 2016 η ΝΔ άρχισε να παίρνει κεφάλι και ο Μητσοτάκης να καθίσταται «καταλληλότερος». Γι’ αυτό και η πρωτοφανής επίθεση στον «Κούλη» από τα εντεταλμένα τρολ του διαδικτύου αλλά και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και η στοχοποίηση της συζύγου του από εκτελεστικά δημοσιογραφικά όργανα του κόμματος. Ήταν τέτοιας αήθειας η επίθεση, που ο κόσμος το εξέλαβε ως αδικία.
Μόνο στον ΣΥΡΙΖΑ δεν το καταλάβαιναν. Νόμιζαν πως απομειώνοντας τόσο αισχρά τον αρχηγό της ΝΔ (ουδείς άλλος αρχηγός της μεταπολίτευσης αντιμετωπίστηκε έτσι, μέχρι και παιδέμπορο τον είπαν), επώαζαν τη νέα νίκη τους.
Όπως δεν καταλάβαιναν ότι η πραγματική τους κομματική δύναμη ήταν το 23,75 των ευρωεκλογών του 2019. Ανήλθαν στο 31,53% στις εθνικές, επειδή την τελευταία εβδομάδα κηρύχτηκε μια πανστρατιά (και μέσω διαδικτύου), να προσέλθει στις κάλπες προς υποστήριξη όλη η πολύχρωμη ανέστια Αριστερά, ώστε να μην ανέβει στην εξουσία η «Ακροδεξιά νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση Μητσοτάκη». Αυτοί οι ψήφοι ήταν δανεικοί, κατά παραχώρηση, ή κατά που λέει ο λαός «ανεμομαζώματα – διαβολοσκορπίσματα».
Κάποιες ψήφοι μπορεί από αριστερή ενοχή να επιστρέψουν στον ΣΥΡΙΖΑ στις 25. Επιτυχία όμως θα είναι μόνο εάν υπερκεράσει το ποσοστό των ευρωεκλογών. Δύσκολο γιατί πλέον τώρα που βρέθηκες την κατηφόρα η κριτική της κοινής γνώμης έχει γίνε οξύτερη, χωρίς ελάχιστη πτυχή ανοχής.
Όταν π.χ. η Θεανώ Φωτίου μιλούσε για τα γεμιστά, εκλαμβανόταν απλώς ως μια γραφικότητα και επέφερε μειδίαμα. Το ίδιο πρόσωπο που τώρα προσδιόρισε τη μεσαία τάξη σε όσους κερδίζουν πάνω από 5.000 τον χρόνο (τα 2/3 της μηνιαίας αποδοχής της) ξεσήκωσε κύματα θυμού και ειρωνείας.
Όπως και ο Κατρούγκαλος. Κάποτε εξευτέλιζε την επιστημοσύνη του δικαιολογώντας τους τραμπουκισμούς στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον διάλυση της παρέλασης της Θεσσαλονίκης, κατανοούσε τους τραμπούκους με τις κρεμάλες που θέλησαν να μπουκάρουν στη Βουλή, και τους ξυλοδαρμούς βουλευτών. Δήλωνε ότι καταδικάζει «μόνο όποια μορφή βίας δεν έχει κοινωνικό αντίκρισμα» (MEGA 2013). Άρα αυτές οι μορφές βίας δεν ήταν καταδικαστέες. Είχαν κοινωνικό αντίκρισμα στους αγανακτισμένους!
Τότε ελάχιστοι ενοχλήθηκαν. Ήταν η εποχή που οι γκρουπις τον άκουγαν με «αριστερή» προσήλωση στα τραπεζάκια του Συντάγματος, δίπλα στον Ευκλείδη, τον Γιάνη και τον Καζάκη. Τώρα που είπε κάτι το οποίο πρέπει να μπει στη δημόσια συζήτηση (ναι!), αποκεφαλίστηκε με συνοπτικές διαδικασίες, γιατί δυσαρέστησε ψηφοφόρους.
Την απαξία του ΣΥΡΙΖΑ την πληρώνει κατά τρόπο ευθέως ανάλογο και ο Τσίπρας με την απόφασή του να παραμείνει στην ηγεσία. Κατ΄ εμάς κάπως άδικο γιατί όπως έχουμε αναφέρει επανειλημμένα η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ (αήθης ή όχι) ήταν δικό του και μόνο δημιούργημα. Και πιστεύουμε ότι αν φύγει ο πολιτικός χώρος του ΣΥΡΙΖΑ θα συρρικνωθεί περαιτέρω.
Και αυτό είναι το δράμα του ΣΥΡΙΖΑ. Με τον Τσίπρα έχει τελειώσει ως κόμμα εξουσίας, χωρίς τον Τσίπρα θα μικρύνει κι άλλο. Θα καταλαμβάνει το χώρο που θα του αφήνει το ΠΑΣΟΚ - που και αυτό ωστόσο παραπατάει. Θεωρούμε άδικο να λέγεται «Τι θέλει και κάθεται τώρα, γιατί δε φεύγει, γλυκάθηκε στην καρέκλα;». Και το ακούσαμε αρκετά μετά τις εκλογές!
Σε κάθε περίπτωση οι κάλπες είναι άδειες αλλά η μνήμη των ανθρώπων είναι γεμάτη. Και η μνήμη των πεπραγμένων δημιουργεί το πρίσμα της αξιολόγησης και κατευθύνει την ψήφο.