Η θρηνητική κατάσταση στην Τουρκία με τις χιλιάδες ανθρώπινες ζωές που θάφτηκαν κάτω από τα χάρτινα κτήρια των κύκλων της -και- ερντογανικής κερδοσκοπίας («η συμμορία των πέντε» όπως έχουν κωδικοποιηθεί οι φίλοι του Ερντογάν που παίρνουν χαριστικά τα έργα), ενδεχομένως να διαμορφώσει νέα δεδομένα στο εσωτερικό της Τουρκίας, όχι όμως στις σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας.
Ο έντονος συναισθηματισμός που εκπέμπεται τροφοδοτεί καλοδιάθετους διεθνιστές να ελπίζουν σε μια αναθέρμανση της «διπλωματίας των σεισμών» του 1999, η οποία όμως και τότε ουδεμία αλλαγή επέφερε στις μακροπρόθεσμες στοχεύσεις της Τουρκίας. Όπως θεωρείται δεδομένο ότι ουδέν θα επιφέρει και τώρα.
Σαφώς είναι υποχρέωση της Ελλάδας ως γειτονικού κράτους, όπως και της διεθνούς κοινότητας, να παράσχουν εμπράκτως κάθε δυνατή βοήθεια στους χειμαζόμενους απελπισμένους κατοίκους της νότιας Τουρκίας (η Συρία είναι άλλη υπόθεση).
Άλλο τόσο υποχρέωσή τους είναι να προσφέρουν συνδρομή στον τουρκικό διοικητικό μηχανισμό. Και από πλευρά μας έγινε άμεσα. Η ελληνική βοήθεια σαφώς εντείνει θετικά τη φόρτιση των δύο λαών, και ειδικά του τουρκικού που είναι ο παθών. Φαίνεται από τον διάχυτο λυγμικό συναισθηματισμό που αποτυπώνεται στα κοινωνικά δίκτυα από απλούς Τούρκους πολίτες, οι οποίοι εκπέμπουν ένα ολόψυχο «ευχαριστούμε» προς την Ελλάδα και τους Έλληνες. Πολύ περισσότερο που η Ελλάδα ήταν σχεδόν από τις πρώτες, αν όχι η πρώτη, που ανταποκρίθηκε, σε σύγκριση με μουσουλμανικά κράτη τα οποία ορίζει ως φυσικούς πολιτικούς συμμάχους ο Ερντογάν (η ετοιμότητά μας οφείλεται βέβαια και στο πολύπαθον της χώρας μας σε αυτού του είδους τις καταστροφές).
Πάντως, και το 1999 (17.000 νεκροί) το κλίμα είχε βελτιωθεί λόγω της άμεσης ανταπόκρισης της χώρας μας. Άλλωστε υπήρξε ανταπόδοση προσφοράς. Η Τουρκία έστειλε λίγο μετά τη δική της ΕΜΑΚ στον σεισμό της Πάρνηθας. Αυτή η ανταλλαγή φάνηκε να έχει αντανάκλαση στη διπλωματία, δίνοντας ενθάρρυνση ειρηνικής προοπτικής στους καλοδιάθετους, που βλέπουν την εξωτερική πολιτική ως θέμα καλών προθέσεων, παραγνωρίζοντας τις γεωστρατηγικές στοχεύσεις.
Όντως με τη διπλωματία των σεισμών του 1999 το κλίμα βελτιώθηκε επ’ ολίγον. Ήταν εμβληματικές οι φωτογραφίες του τότε ΥΠΕΞ Γιώργου Παπανδρέου να χορεύει ζεϊμπέκικο υπό τα χειροκροτήματα του Τούρκου ομολόγου του Ισμαήλ Τζεμ. Αλλά βελτιώθηκε και λόγω συγκυρίας.
Το 1999 δεν βρίσκονταν σε προεκλογική τροχιά οι κυβερνήσεις και των δύο κρατών. Οι συνομιλίες που μακροπρόθεσμα ουδέν απέφεραν, έγιναν ως απόηχος της συμφωνίας του Ελσίνκι. Και στηρίχθηκαν σε ένα ευνοϊκό βάθρο: Την προσπάθεια της Τουρκίας να ξεκινήσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε. Αυτό είναι κάτι που πλέον έχει αποβάλει ο Ερντογάν.
Ως περιφερειακός ηγέτης στην περιοχή της Ευρασίας, σε έξαρση αναθεωρητισμού και πορεία ρήξης με τη Δύση, δεν θα αλλάξει τις στρατηγικές του στοχεύσεις επειδή αναγκάστηκε να δεχθεί ανθρωπιστική βοήθεια. Σίγουρα θα τις αναβάλει για κάποιο χρονικό διάστημα. Αν κάτι φέρει η τραγικότητα του σεισμού, δεν θα αφορά αλλαγή εξωτερικού προσανατολισμού της Τουρκίας.
Θα αφορά πιθανές αλλαγές στο εσωτερικό τοπίο. Πολλοί εικάζουν ότι ενδεχομένως να βρει πρόσχημα να αναβάλει τις εκλογές. Η μπορεί η κοινή γνώμη του αποδώσει ευθύνες για την κατασκευή των κτηρίων και τη μετασεισμική αντιμετώπιση της δυστυχίας εκατομμυρίων κατοίκων, και να τον αποδοκιμάσει εκλογικά. Αλλά αυτά είναι στην σφαίρα των υποθέσεων. Δεν γνωρίζουμε ακόμη.
Εκείνο που διαφαίνεται σίγουρο είναι πως θα βρεθεί σύντομα αντιμέτωπος με ισχυρή αμφισβήτηση από τα εκατομμύρια των αστέγων. Η ανασυγκρότηση των περιοχών που ισοπεδώθηκαν χρειάζεται δισεκατομμύρια ευρώ, όχι τουρκικές λίρες που είναι τρισεκατομμύρια και που δεν τις έχει. Θα τα βρει μόνο στρεφόμενος στη Δύση, την ΕΕ, το ΔΝΤ, την παγκόσμια τράπεζα, τις ΗΠΑ, ή την Κίνα. Αυτοί θα του βάλουν όρους (κάτι ξέρουμε και μεις από αυτά). Οπότε θα ανασταλεί για μεγάλο διάστημα ο περιφερειακός αρχηγισμός του. Κάτι τέτοιο θα επιφέρει άρση πίεσης και προς την Ελλάδα.
ΥΓ: Επειδή στα κοινωνικά δίκτυα διάφοροι ευαίσθητοι κατηγορούσαν γιατί ξεχάσαμε την Συρία. Το τμήμα της χώρας είναι ιδιόμορφο και μη προσβάσιμο, μέσα στον στρατιωτικό και πολιτικό λαβύρινθο που βρίσκεται. Η κυβέρνηση Ασαντ δεν έστειλε αίτημα βοήθειας, αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Η περιοχή βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση, εκεί δρουν σε ζώνες ο ρωσικός στρατός (που θα πρέπει να δώσει την άδεια) όπως και ο τουρκικός, αλλά και παραστρατιωτικές ομάδες και τζιχαντιστές.