Οι δημοσκοπήσεις είναι καλός σύμβουλος. Μετά την ομόθυμη λαϊκή στήριξη στην πολιτική της κυβέρνησης και την στροφή Τσίπρα 360 μοιρών, που θα έλεγε και ο ίδιος, το Πολιτικό Συμβούλιο του κόμματος που συνεδρίασε χθες, σε ανακοίνωσή του εξέφρασε «την έντονη ανησυχία για την διαρκώς αυξανόμενη τουρκική προκλητικότητα τόσο στον Εβρο όσο και στο Αιγαίο». Και με γλώσσα ξένη στην ως τώρα εκφραστική του κόμματος, τονίζει: «καμιά πρόκληση δεν μπορεί να μείνει αναπάντητη. Είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι η επιθετικότητα της Τουρκίας βρίσκει ολόκληρο τον ελληνικό λαό ενωμένο».
Αν το προτάξαμε, δεν είναι για να προβούμε σε ειρωνική κριτική στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που βεβιασμένα πήρε θέση αμυντικού πατριωτισμού υπό την πίεση των δημοσκοπήσεων, ούτε καν ως απλή κριτική (δεν είναι ώρα για τέτοια), αλλά γιατί η θέση του αυτή είναι βαρόμετρο της αλλαγής των καιρών. Εχουν περάσει πέντε και κάτι χρόνια από την εποχή που ο επίδοξος Πρωθυπουργός Τσίπρας σε ερώτηση τι θα κάνει ένα συμβεί κάτι στο Αιγαίο, απαντούσε θα πάρω τηλέφωνο τον Ερντογάν και θα το λύσουμε. Και όσοι χαμογελούσαν ειρωνικά με το αφελές της απάντησης θεωρήθηκαν πορωμένα εθνίκια.
Ήταν αφελές και ανώριμο αλλά όχι ανόητο. Πήγαζε από ένα ιδεολογικό φορτίο διεθνιστικής κουλτούρας την οποία είχε ενσωματώσει η «ανανεωτική» και μετέπειτα «ριζοσπαστική» Αριστερά, η οποία εθώπευε την αριστερή πλευρά της παγκοσμιοποίησης. Είχε βοηθήσει και το τσιτάτο του Μαρξ «Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα», αν και αλλιώς το είχε πει ο διανοητής. Τα σύνορα για τη μοντέρνα αριστερά ήταν μια τεχνική κατασκευή που διαιρούσε τους λαούς οι οποίοι δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν, αντιθέτως είναι ενωμένοι απέναντι στις εκμεταλλεύτριες τάξεις. (Το ίδιο παρωχημένα θεώρησαν τα σύνορα και οι ιερείς του φιλελευθερισμού, εντυπωσιασμένοι από την χωρίς σύνορα αγορά, την μεγιστοποίηση του κέρδους με την μετεγκατάσταση των επιχειρήσεων και την εξαφάνιση των δασμών, την ιντερνετική διάδοση της πληροφορίας, την θεοποίηση της αγοράς).
Αυτά που συμβαίνουν στα σύνορα του Εβρου, παράλληλα με την εμφάνιση της πανδημίας του κορονοϊού, και τα μέτρα (τυπικώς πιεστικά) που παίρνει η κυβέρνηση για τη προστασία του λαού, επαναφέρουν στην επικαιρότητα της δημόσιας συζήτησης την επιστροφή του κράτους.
Το κράτος έχει σύνορα που πρέπει να προστατεύσει, γιατί αν καταστούν διαπερατά από μεγάλες μάζες (ναι φτωχών), θα καταρρεύσουν οι κοινωνικές του δομές και θα δυσπραγήσουν οι δικοί του πολίτες, στην ευωχία των οποίων πρωτίστως υποχρεούται να αποβλέπει. Η διεθνιστική συμπαράσταση δίδεται από το περίσσευμα των πολιτών ενός κράτους, όχι από το υστέρημά τους και όχι από την απαιτητική πίεση αυτών που - και με χημικά, πέτρες, μολότοφ - απαιτούν να εισέλθουν. Και πολύ περισσότερο δεν μπορεί να καταλυθούν οι δομές του στο όνομα της εργαλειοποίησης των απόκληρων, όταν τους χρησιμοποιεί ως πολιορκητικό κριό ένας αυταρχικός αντιδημοκρατικός και επεκτατικός γείτονας.
Το κράτος έχει κοινωνικές υπηρεσίες που πληρώνουν οι πολίτες, και οι οποίες πρέπει να ανταποκρίνονται στον μέγιστο βαθμό για να τους υπηρετούν και να τους προστατεύουν. Καλές ενδεχομένως οι συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα, στο μέτρο που επαυξάνουν την λειτουργική εξυπηρέτηση όσων χρήζουν περίθαλψης, αλλά σε περιπτώσεις μαζικής έκτακτης ανάγκης όπως η παρούσα, ο ρόλος του είναι αναντικατάστατος.
Όταν με το καλό περάσει ο ζόφος της πανδημίας και επιστρέψουμε σε μια όποια κανονικότητα, το κράτος δεν μπορεί να αφεθεί να μαραθεί. Οι λειτουργίες του, από την ειδοποίηση του «112» έως την περίθαλψη ασθενών στις εντατικές, θα πρέπει να γίνουν πιο αποτελεσματικές, πιο λειτουργικές.
Οι αγορές δεν είναι ιερές, υπόκεινται στην διευθέτηση του πολιτικού συστήματος. Όχι με την έννοια του Τσίπρα ότι θα τους βαράει ταμπούρλα και θα χορεύουν, αλλά με την έννοια της αποτελεσματικότητας και της εύρυθμης κρατικής λειτουργίας, που μπορεί να διαμορφώσει πεδίο θα είναι ευνοϊκό για επενδύσεις και ελκυστικό για τις αγορές, χωρίς να υποβαθμίσει την ύπαρξή του.
Σε κάθε περίπτωση η αναγκαιότητα και το αναντικατάστατο του οργανωμένου κράτους διεφάνη τις τελευταίες ημέρες και στα δύο δραματικά μέτωπα.